Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025


Εσκέφθη να γυρίση οπίσω, αλλ' ήτο νύκτα πλέον και θα υπέφερε πολύν κόπον εις την νυκτερινήν οδοιπορίαν, με τους ανωμάλους και βοθρώδεις δρόμους και με την σκοτίαν της ασελήνου νυκτός. Εξανάκαμε τον σταυρόν του. Συνέσφιξε όσον ηδύνατο την καρδίαν του, καθώς σφίγγομεν την μέσην μας όταν μας πονή, και προσήγγισε. Του ήλθε λογισμός να παρέλθη χωρίς να έμβη να προσκυνήση. Αλλά μετέγνω κατόπιν.

Το τι όμως είναι ο άνθρωπος και τι αρμόζει εις την ανθρωπίνην φύσιν να κάμνη ή να πάσχη, διαφορετικόν από τα άλλα ζώα, κάθεται και το εξετάζει με πολύν κόπον. Με εννοείς, φίλε Θεόδωρε, ή όχι; Θεόδωρος. Σε εννοώ και λέγεις την αλήθειαν. Σωκράτης.

Εσκέπτοντο δε ότι να μάθη κανείς όσα απαιτούνται διά να γίνη φιλόσοφος απαιτεί πολύν καιρόν και εις αυτούς ήτο εντελώς αδύνατον αι δε τέχναι και ευτελείς είνε και κόπον πολύν απαιτούν και μόλις δύνανται να παρέχουν τα απαιτούμενα διά να ζήση τις. Είς τινας δε εξ αυτών και η δουλεία εφαίνετο βαρεία και, όπως τωόντι είνε, αφόρητος.

Και σ' ευχαριστώ διά τον κόπον οπού έλαβες. — Έλα δα! Και ο Τρέκλας απήλθε μυρμυρίζων· — Α! αδελφή του. Κ' εγώ είχα τέτοιας λογής αδελφήν. Τώρα δεν έχω πλέον, μου έφυγε. Μα να σου πω, μου έκαμε και τη χάρι. Απελθόντος τούτου, η Αϊμά ενέκυψεν εις το υπερφυές τούτο έργον, του να δυνηθή ναναγνώση το χειρόγραφον εκείνο χωρίς να έχη βεβαιότητα ότι είξευρε γράμματα.

Ανεγίνωσκε, και όμως ο νους του ήτο εις την καλύβην. — Διατί αργεί ο Γεροθανάσης; — Ηθέλησε να πλησιάση προς την θύραν της καλύβης, αλλ' εις το μέσον του περιβόλου εστάθη διστάζων. Ηθέλησε να ερωτήση εκείθεν τον γέροντα, αλλά δεν ετόλμησε να υψώση την φωνήν. Επί τέλους ο γέρων εξήλθε της καλύβης. Ο ιερεύς τον ητένισε με βλέμμα ερωτηματικόν. — Ήτον εις βύθος. Τον εξύπνησα με κόπον.

Οι στρατιώται μάλιστα τον εστραβοκύτταζαν νομίζοντες ότι θέλει να δείξη καταφρόνησιν προς αυτούς. Και ταύτα μεν δη ταύτα· μα κι άλλο του κατόρθωμα μεγάλο του γενναίου εκεί κάποτε κατά την εκστρατείαν αυτήν, αξίζει τον κόπον να το ακούσετε.

Μετ' ολίγον η θάλασσα επήρε τον ελεεινόν φελλόν εις την εξουσίαν της, και ο άνεμος τον έσυρεν εδώ κ' εκεί, και ο Κωνσταντής ο Πλαντάρης εξέμαθεν εις την στιγμήν όσας βλασφημίας είξευρε και ησχολείτο να κάμη την προσευχήν του, ενώ ο μικρός σύντροφός του, ο ναύτης Τσότσος, νέος δεκαεπτά χρόνων, εγδύνετο και ητοιμάζετο να πέση εις την θάλασσαν, ελπίζων να σωθή κολυμβών, και ο μόνος επιβάτης των, ο ζωέμπορος Πραματής, έκλαιε και εύρισκεν ότι δεν ήξιζε τον κόπον ν' αρμενίση τις τόσην θάλασσαν διά να πνιγή, αφού η γη ήτο ικανή να σκεπάση με το χώμα της τόσους και τόσους.

Και άλλοτε μεν νομίζονται ως πολιτικοί, άλλοτε δε ως σοφισταί, κάποτε όμως είναι δυνατόν να νομισθούν από μερικούς ότι είναι εντελώς μανιακοί. Από τον φίλον όμως απ' εδώ έχω ευχαρίστησιν να μάθω, εάν δεν του κάμνη κόπον, ποίαν γνώμην έχουν δι' όλα αυτά εις τον τόπον του και πώς τα ονομάζουν. Θεόδωρος. Ποία εννοείς; Σωκράτης. Τον σοφιστήν, τον πολιτικόν, τον φιλόσοφον. Θεόδωρος.

Με κόπον δε ευρίσκετο η αλήθεια, διότι οι παρόντες εις έκαστον γεγονός δεν έλεγον τα αυτά περί των αυτών, αλλά καθείς συμφώνως με την συμπάθειαν ή αναλόγως της μνήμης την οποίαν είχε.

Και ότι ίσως βέβαια, Σιμμία, λέγει ο Σωκράτης, οι περισσότεροι άνθρωποι φρονούσιν ότι δεν αξίζει τον κόπον να ζη εκείνος, εις τον οποίον κανέν από τα τοιαύτα δεν προξενεί ευχαρίστησιν, ούτε μέρος λαμβάνει εις αυτά, και ότι εκείνος όστις δεν φροντίζει διόλου διά τας ηδονάς, αι οποίαι προξενούνται διά μέσου του σώματος, κοντεύει κάπως να είναι αποθαμμένος.

Λέξη Της Ημέρας

στάθη

Άλλοι Ψάχνουν