United States or Moldova ? Vote for the TOP Country of the Week !


Συγχρόνως είχε πλησιάσει και η Σαϊτονικολίνα και με ήμερον γλώσσαν παρέστησεν εις τον υιόν της ότι έκαμε μέγα αμάρτημα: — Πώς δεν έρριξ' ο Θεός φωτιά να μάςε κάψη, παιδί μου! Ο Μανώλης την ήκουε, κάτω νεύων, έτοιμος να κλαύση. Δεν ήξερε κιαυτός πως τώπαθε. — Μάνα μου, ντροπή! του έλεγε ταπεινοφώνως η μητέρα του. Ακούς να φοβηθή και να τα χάση πως είδε το δάσκαλο!

Μα είντα φταις εσύ, κακορρίζικο παιδί; Ο κύρης σου ο προκομμένος τα φταίει. — Ναι, ο κύρης μου, ο κύρης μου, Καλιώ ... είπεν ο Μανώλης, έτοιμος να κλαύση ή να εκστομίση ασεβείς λόγους κατά του πατρός του. Διά ν' αποφύγη δε και το μεν και το δε, εκινήθη να φύγη, αλλ' η χήρα τον εκράτησε και επέμεινε να μάθη τα αίτια της θλίψεώς του.

Της ήρχετο να κλαύση, της ήρχετο να γελάση· ούτε να πράξη τι ούτε να συλλογισθή ήτο εις θέσιν πλέον. Ησθάνετο κλονισμόν καθ' όλα αυτής τα μέλη κ' έμενεν εκεί, εντελώς άτονος, εντελώς ανήκουσα εις του αυλητού μάλλον τας ορέξεις ή εις τας ιδίας της δυνάμεις. — Πάψε πια! ήρθρωσε τέλος βαρύθυμος. Κ' έτεινε την χείρα προς το στόμα του βοσκού, διά να του αποσπάση την φλογέραν.

Ευρισκόμενος δε εις απορίαν, επενόησεν άλλο στρατήγημα· εκρέμασεν εις τον τοίχον το σώμα του κλέπτου, και θέσας περί αυτό φύλακας, τους διέταξε να συλλάβωσι και φέρωσιν ενώπιόν του οποιονδήποτε ήθελον ιδεί να κλαύση ή να στενάξη επί τω θεάματι εκείνω.

Ούτω άμα ήνοιξε και ο Φρουμέντιος τους οφθαλμούς, ητοιμάσθη να προσφέρη εις την αχάριστον Ιωάνναν την συνήθη δακρύων σπονδήν, αλλά παρά πάσαν προσδοκίαν οι οφθαλμοί του ευρέθησαν ξηροί και να προγευματίση μάλλον ή να κλαύση ησθάνετο όρεξιν μετά πολυήμερον νηστείαν ο καλός Βενεδικτίνος.

ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Αρνείται η γλώσσα να υπακούση εις την καρδίαν, αδυνατεί δε η καρδία να εμψυχώση την γλώσσαν είναι ως το πτίλον του κύκνου το οποίον φέρεται εν ισορροπία επί των ανυψουμένων κυμάτων και προς ουδεμίαν κλίνει διεύθυνσιν. Πώς, θα κλαύση ο Καίσαρ; ΑΓΡΙΠΠΑΣ. Νέφος καλύπτει το πρόσωπόν του.

Νά και μία παραπάνω, να γείνουν χίλιοι οχτακόσιοι ένας! φωνεί εγειρόμενος έξαλλος ο προ μικρού εισελθών. Κατεργάρη! Το παιδίον συναισθάνεται, φαίνεται, ότι δεν έχει το δικαίωμα να κλαύση, και φεύγει δρομαίον μεν αλλ' απαθές και ατάραχον. Ήτο το τελευταίον. Ουδείς πλέον ανήλικος ταχυδρόμος επάτησε την φλιάν της θύρας του Χαλέμ την εσπέραν εκείνην.

Επέστρεψεν εις τον οίκον της και από υπερηφάνειαν δεν κατεδέχθη να κλαύση, ενώ είχε τον άδην εν τη καρδία. Μετά τινα καιρόν εκείνος επέστρεψε γλυκύς, διαχυτικός, θερμός ως εις τας πρώτας ημέρας. — Αρχιυποκριτά, έλεγε καθ' εαυτήν η νέα γυνή· μη σε μέλη και θα λογαριασθούμεενώ του ανταπέδιδε τας θωπείας του.