Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025
Η λευκή οθόνη, διά της οποίας ο Γεροθανάσης είχε καλύψει το πρόσωπον του ασθενούς, έκειτο εκεί ερριμμένη παρά τους πόδας του. Ο χωρικός απεσύρθη ησύχως και επέστρεψε προς την είσοδον. Η παππαδιά ακίνητος επί της πέτρας, ακολουθούσα διά των οφθαλμών τας κινήσεις του, επερίμενε την επιστροφήν του. — Τι είδες; ηρώτησε. — Τίποτε.
Εσπέραν τινά, ότε το πρώτον σκότος διεχύνετο υπέρ την γην, ο ξένος, ον από πολλών ημερών κατεσκόπευεν ο Μάχτος, ένευσε προς τον Πρωτόγυφτον να τον ακολουθήση, και απεμακρύνθησαν αμφότεροι της καλύβης. Βαδίσαντες επί πολύ έφθασαν εις μέρος τι και εκάθισαν. Ο Μάχτος τους παρηκολούθησεν ησύχως.
Παρέρχεσθε αργά, βραδυπατών, ελευθέρως αναπνέων. Είσθε αμέριμνος, συλλογίζεσθε τις οίδε τι ωραία πράγματα, αναπάλλετε ησύχως το ραβδίον σας, και ροφάτε ηδονικώς τον καπνόν του σιγάρου σας, ότε αίφνης . . .
Ηνοίχθη, και είδα την γραίαν υπηρέτριαν, με τα δάκρυα ρέοντα εις τας παρειάς της, ανασύρουσαν το ερυθρόν παραπέτασμα, και τον ιατρόν με τας οφρύς συνεσταλμένας, με το πρόσωπον κατηφές εξερχόμενον του δωματίου. Δεν απηύθυνα ερώτησίν, δεν επρόφερα λέξιν. Ενόησα ότι επήλθε το τέλος! — Τι μένεις εδώ; μου είπεν ησύχως ο ιατρός. Έλα μαζή μου. Και με έσυρεν εις το δωμάτιόν του.
Έν μόνον εξ αυτών, το τελευταίον, κοράσιον δωδεκαετές περίπου, δεν έπαιζε μετά των λοιπών αλλ' επεριπάτει ησύχως φέρον άνθη εις την μίαν χείρα, η δ' άλλη εκρέματο εις το πλευρόν του βαρεία. Ενώ διέβαινεν ενώπιόν μου εστάθη και με παρετήρησεν. Εξηκολούθησα εγώ τον δρόμον μου.
Απέναντι της θαλάσσης η φραγή διεκόπτετο, δύο δε λίθοι ογκώδεις, εν είδει παραστάδων, εσχημάτιζον την είσοδον, αλλά θύρα μεταξύ των λίθων δεν υπήρχεν. Ποσάκις επί των λίθων εκείνων καθήμενος, απέναντι της απεράντου εκτάσεως του πελάγους, έβλεπε τα κύματα πλήττοντα τους βράχους αγρίως, ή θωπεύοντα ησύχως την παραλίαν υπό τους πόδας του!
Αιφνιδίως και ησύχως κατετρόμαξε τους διώκτας με το βλέμμα του και απήλθεν αβλαβής. Υπάρχουσι παραδείγματα τοιαύτα εν τη ιστορία. Και ούτω τους άφησε διά να μην επανέλθη, ως φαίνεται, ποτέ.
Πλησιάσας εν τούτοις εις το αινιγματώδες εκείνο καταγώγιον, είδον την θύραν αυτού ανοικτήν και γέροντα απόμαχον ησύχως καπνίζοντα προ της φλιάς, όστις άμα με είδεν ηγέρθη και χαιρετίσας εν σιωπή παρεμέρισεν ίνα περάσω.
Αφ' ού το βαθύ σκότος της νυκτός διεδέχθη το τόσον οχληρόν εις τους Έλληνας φως του ηλίου, εξελθόντες αφόβως και ησύχως από τα καταφύγιά των συνήχθησαν όλοι ομού και προετοιμάσθησαν. Έπειτα διαιρέσας εις τρία σώματα τους Έλληνας διά να επιπέσωσιν από διάφορα μέρη κατά των εχθρών, αυτός επί κεφαλής ενός, το οποίον έμελλε να προσβάλη εις τας σκηνάς του Κιουταχή, ώρμησε με προθυμίαν κατά των εχθρών.
Και οι αιπόλοι τον ήκουον μετά θαυμασμού, και ο παπ' Αγγελής, ακούων μετά συντόνου προσοχής, ησθάνθη δάκρυ υγραίνον την παρειάν του. Αλλ' ο Γιάννης ο Κούτρης, ως διά να παρηγορήση τον μπάρμπα- Γεώργην, καθ' ου δεν εμνησικάκει πλέον, διότι του επήρε τα πρωτεία, ηγέρθη και λύσας το ονάριον του, το οποίον έβοσκεν ησύχως εις το λιβάδιον, ήρχισε να κάμνη κάτι παιγνίδια ιδικά του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν