Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025


Ο Φάλκος ησθάνετο κάτι ως ελαφρότητα, ως διάθεσιν προς πτήσιν, την οποίαν ποτέ δεν είχε δοκιμάσει εις το χωρίον του, όταν εκυλίετο μέσα εις τα ποτόκια και τ' αυλάκια των λιθοστρώτων στενών δρομίσκων, παίζων ομού με τ' άλλα παιδία.

Έν των ωραιοτέρων επεισοδίων «Του τελευταίου Αβενσεράγου» είναι ως γνωστόν η μεταξύ του Λωτρέκ και του Αβέν Χαμέτ ποιητική μονομαχία. Ο Ροΐδης δεν ησθάνετο όμως εαυτόν ποιητήν και διά τούτο προσέτρεξεν εις την συνεργασίαν «του βραβευθέντος ποιητού του Αρματωλού κ.

Αλλ' ο Πέτρος ισχυρογνώμων και τολμηρός ως να ησθάνετο περισσότερον του Κυρίου το μεγαλείον Εκείνο όστις υπούργη και την σμικρότητα εκείνου προς ον το υπούργημα θα εγίνετο επέμεινεν εις την αντίστασίν του. «Ου μη νίψεις τους πόδας μου εις τον αιώνα»· εφώναζεν παραφόρως! αλλά τότε ο Ιησούς απεκάλυψεν εις αυτόν το επικίνδυνον της ισχυρογνωμοσύνης και της ψευδούς ταπεινώσεως. «Εάν μη νίψω σε ουκ έχεις μέρος μετ' εμού». Ο οπαδός μου οφείλει να δέχητε το θέλημα το Εμόν και όταν ελάχιστα δύναται να το εννοήση, και όταν φαίνεται να παραβιάζη τας ιδίας εννοίας του περί του τι είμαι.

Η φωνή του είχε τι το σοβαρόν, το επιβάλλον. Ουδέποτε η σύζυγός του τον ήκουσεν ομιλούντα ούτω. Τον ήκουε και τα δάκρυα ανέβαινον ησύχως εις τους οφθαλμούς της. Ησθάνετο ότι η δοκιμασία αύτη ενίσχυσε διά παντός την ψυχήν του. — Να μείνω εδώ την νύκτα; ηρώτησεν ο Γεροθανάσης. — Μείνε, θα έλθω πολύ πρωί. Και βλέπων την σύζυγόν του, ήτις έτεινε προς αυτόν το ράσον,

Έτρεξεν η αθλία αλλά δεν ησθάνετο πλέον δυνάμεις ακμαίας. Η αϋπνία των περασμένων νυκτών, η κακοπάθεια, αι συγκινήσεις την είχον καταβάλει. Τα μέρη, τα οποία είχεν ονομάσει ο Καμπαναχμάκης, απείχον πολύ, δεν ηδύνατο να οδοιπορήση προς τα εκεί εις την ασέληνον νύκτα.

Μεγάλην θα ησθάνετο χαράν, αν την τύχην αυτού μετεχειρίζεσο ως βακτηρίαν προς στήριγμά σου· αλλά μετ' ενθουσιασμού θα ήκουε παρ' εμού, ότι κατέλιπες τον Αντώνιον, και ότι ετέθης υπό την σκέπην του κυριάρχου του κόσμου. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Πώς ονομάζεσαι; ΘΥΡΣΟΣ. Ονομάζομαι Θύρσος.

Μία λυχνία και δύο κηρία έκαιον επί χαμηλής τραπέζης. Το παιδίον, παχύ, μεγαλοπρόσωπον, με αόριστον ροδίζοντα χρώτα, με βλέμμα γαλανίζον και τεθηπός, ανέπνεε και ησθάνετο άνεσιν, καθ' όσον απηλλάσσετο των σπαργάνων. Εμειδία προς το φως το οποίον έβλεπε, κ' έτεινε την μικράν χείρα διά να συλλάβη την φλόγα. Την άλλην χείρα την είχε βάλει εις το στόμα του, κ' επιπίλιζεν, επιπίλιζε.

Ησθάνετο ακόμη την δύναμιν και τον πόθον να τρέξη πάλιν εις τον βρασμόν της μάχης, ν' αναμιχθή εις την θύελλαν αυτής, να χορτάση ο οφθαλμός από εχθρικόν φόνον, να βραχή το σώμα με αίματα και με δάκρυα!. . . Αλλά το σώμα ήτο βαρύ ως το χώμα και δεν υπήκουε πλέον. Επέταξαν τα έτη ότε ησθάνετο πτερά εις τους πόδας και τον παρέβαλλον με τον αετόν οι σύντροφοι του.

Ο νέος έβγαλε το λεπτόν και κοντόν επανωφόρι του και την παρεκάλει να σκεπασθή με αυτό διά να μη κρυώση, διότι, όσον επροχώρει η νυξ, ήρχισε να κατεβαίνη από τα βουνά το απόγειον. Εκείνη ηρνείτο να δεχθή το ένδυμα, λέγουσα ότι ουδόλως ησθάνετο ψύχος· ήτο μάλιστα πολύ ζεστή.

Χιλιάδες θεατών έστρεψε προς τον Καίσαρα εσφιγμένας πυγμάς, όλων τα βλέμματα εξήστραπτον από μανίαν. Ο Νέρων τα έχασε. Δεν ησθάνετο κανέν μίσος προς τον Βινίκιον και ο θάνατος της Λιγείας δεν τον ενδιέφερε πολύ. Αλλ' η φιλαυτία του δεν τω επέτρεπε να υποκύψη εις την θέλησιν του πλήθους· συγχρόνως εκ δειλίας εμφύτου, εδίσταζε να αντιτάξη άρνησιν.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν