Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025


Ατρείδη, θα ποδίσομεν εμείς, νομίζω, τώρα, Κι' οπίσω θα γυρίσομεν, αν φύγομεν τον Χάρον· Ότ' ο λοιμός, κι' ο πόλεμος τους Αχαιούς δαμάζει. Έλ' ας 'ρωτήσωμέν τινα μάντιν, ή ιερέα, Να 'πη τι τόσον θύμωσεν ο Φοίβος ο Απόλλων; Μη μέμφεται για τάξιμον; Ή μη για εκατόμβην; Ή μήπως θέλει λίπ' αρνιών, ή και γιδιών τελείων Να λάβη, κ' ύστερ' το κακόν να μας τ' απομακρύνη; Έτσ' είπ' αυτός· και κάθησε.

Και τότε δα θαρρεύθηκε, και είπ' ο άγιος μάντις· Δεν μέμφεται για τάξιμον αυτός, ή εκατόμβην, Μον για τον ιερέα του, 'π' ατίμασ' ο Αγαμέμνων. Κι' ουδέ την κόρ' απόλυκε, ουδέ τα λύτρ' εδέχθη. Για τούτο πόνους έδωσε· κι' ακόμα θέλει δώσει.

Εν πρώτοις πρέπει να επιτηρώ τας εργασίας των άλλων θεών, όσοι μετέχουν εις την εξουσίαν μου, διά να μη εργάζωνται αμελώς και κακώς• έπειτα δε και ο ίδιος έχω μυρίας άλλας ασχολίας, εις τας λεπτομερείας των οποίων μόλις επαρκώ• διότι το έργον μου δεν περιορίζεται μόνον εις τα κυριώτερα της διοικήσεως, να πέμπω βροχάς και χαλάζας και ανέμους και αστραπάς, και έπειτα ν' αδιαφορώ διά τας λεπτομερείας, αλλ' είμαι ηναγκασμένος και ταύτα να πράττω και συγχρόνως να προσέχω παντού και τα πάντα να επιτηρώ, όπως ο βουκόλος της Νεμέας, τους κλέπτας, τους επιόρκους, τας θυσίας, εάν κανείς έκαμε σπονδήν, πόθεν έρχεται η κνίσα και ο καπνός, ποίος άρρωστος ή ταξειδεύων με εκάλεσε, και, εκείνο το οποίον είνε υπέρ όλα επιπονώτατον, συγχρόνως να παρευρίσκωμαι εις την εκατόμβην, ήτις θύεται εις την Ολυμπίαν, και εις την Βαβυλώνα διά να επιτηρώ τους πολεμούντας, να ρίπτω χάλαζαν εις την χώραν των Γετών και να συμποσιάζω εις την χώραν των Αιθιόπων.

Μέχρι του σημείου τούτου της διηγήσεως οι Λακεδαιμόνιοι και οι Θηραίοι συμφωνούσι· τα ακόλουθα όμως μόνον οι Θηραίαι λέγουσιν ότι συνέβησαν. Ο Γρίνος, υιός του Αισανίου, απόγονος ων του Θήρα τούτου και βασιλεύων εις την νήσον Θήραν, μετέβη εις τους Δελφούς διά να προσφέρη εξ ονόματος της πόλεως εκατόμβην.

Θα του προσφέρω μίαν εκατόμβην αύριον, εάν μου έδιδε την Λίγειαν. Δεν θέλω ούτε να φάγω, ούτε να λουσθώ, ούτε να κοιμηθώ, θα γυρίσω ανά την πόλιν. Ίσως την εύρω. Είμαι ασθενής. — Ο πυρετός σε κατατρώγει, είπεν ο Πετρώνιος. — Τω όντι. — Άκουσε . . . Δεν ηξεύρω τι θα σου παρήγγελλεν ένας ιατρός, αλλ' ηξεύρω πώς θα έκαμνα εγώ εις την θέσιν σου.

Ο Αγαμέμνων μ' έστειλεν, ο βασιλεύς, ω Χρύση, Να φέρω και την κόρην σου, να κάμω κ' εκατόμβην Τον Φοίβον για τους Δαναούς· ώστε τον βασιλέα Να τον εξιλεώσωμεν, οπού εις τους Αργείους Έστειλε πολυστέναχτα παθήματ' αυτός τώρα. Έτσ' είπε, καιτα χέρια του την έθεσε· κ' εκείνος, Χαρούμενος, εδέχθηκε την ποθητήν του κόρην.

Αλλά αυτά μεν και μετά θα στοχασθούμεν πάλε. Τώρ' όμως έλ' να σύρωμεντην θάλασσαν καράβι, Κ' εις τούτο να συνάξωμεν 'πιτήδειους λαμνοτάδαις· Και ν' αποκαταθέσωμεν την εκατόμβην μέσα· Και να την αναιβάσωμεν την εύμορφην Χρυσίδα.

Και το καράβι, λάμνοντας, 'ς το άραγμα το πήγαν. Έρριξαν και ταις άγκυραις· 'δέσαν τα πρυμοσχοίνια· Κ' εβγήκαν τότε και αυτοίτης θάλασσας την άκραν· Την εκατόμβην έβγαλαν τον μακροχτύπ' Απόλλων'. Βγήκ' απ' το θαλασσότρεχον καράβ' η Χρυσηίδα. Και τούτην ο πολύγνωσος ο Οδυσσεύς κατόπι, 'Πηγαίνοντάς τηντον βωμόν, την έθεσετα χέρια Τ' αγαπητού της του πατρός, και προς εκείνον είπεν·

Λέγουσι προσέτι και τα εξής. Αφού ο Ιάσων ετελείωσε την κατασκευήν της Αργούς εις τους πρόποδας του Πηλίου όρους, έθεσεν εντός αυτής την προσδιωρισμένην εκατόμβην και ένα τρίποδα χάλκινον· ακολούθως περιέπλεε την Πελοπόννησον, θέλων να έλθη εις τους Δελφούς· ότε δε περιπλέων έφθασεν εις τον Μαλέαν, ο βορέας άνεμος τον παρέσυρε προς την Λιβύαν, και πριν γνωρίση την γην ταύτην, έπεσεν εις τας υφάλους της Τριτωνίδος λίμνης.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν