Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' αυτοί είνε ελεύθεροι να πράξουν ό,τι θέλουν. Εγώ δε, επειδή ακόμη ευρισκόμεθα εις τας Ινδίας, θέλω να σας διηγηθώ και κάτι άλλο περί των εκεί, όχι άσχετον και αυτό και ξένον προς το θέμα.

Και το αυγόν κινηθέν εκάθισε προ του κατόπτρου και παρεδόθη εις τας δεξιάς χείρας της κομμωτρίας αυτού. Ας μη προσμένωσιν οι αναγνώσται μου να διηγηθώ εν λεπτομερεία τα απόκρυφα του καλλωπισμού των αναγνωστριών μου.

Δεν επρόφθασε να βάλη κραυγήν, και έν φίλημα της έκλεισε το στόμα. Προς τι να διηγηθώ τα της δευτέρας ταύτης νυκτός και των επομένων άλλων; Πολλαί ήλθον και παρήλθον ούτω, όμοιαι και απαράλλακτοι προς την πρώτην, και πάσαν νέαν αυγήν η Ψυχή αφυπνούσα έβλεπεν ότι ήτο μόνη.

Λάβε λοιπόν, σε παρακαλώ, την καλωσύνην να μου γνωστοποιήσης όλα αυτά, όσον το δυνατόν ακριβέστερον, εάν δεν έχης καμμίαν εργασίαν να σε εμποδίζη. Φαίδων. Απεναντίας είμαι ελεύθερος τη αληθεία αυτήν την ώραν και θα προσπαθήσω να σου τα διηγηθώ.

Δεν ημπορώ να διηγηθώ τι λογής εστάθη ο πόνος του Χάνη, επόταν είδεν εις τι κατάστασιν ήλθεν· όθεν ερχόμενος εις απελπισίαν εγύρευε να θανατωθή, ζηλεύοντάς την τύχην εκείνων που απέθνησκον εμπρός εις τους οφθαλμούς του. Η Βασίλισσα από το άλλο μέρος εφθείρονταν εις τα κλάματα, και ο Καλάφ μόνος είχε πνεύμα διά να βαστάξη το βάρος ενός γραπτού τόσον σκληρού.

Η γυναίκα εφώναξε θυμωμένη και έρριψε την σκούπαν επάνω του να το κτυπήση. Τα παιδιά το εκυνηγούσαν και εξεκαρδίζοντο γελώντα. Κατ' ευτυχίαν η θύρα ήτο ανοικτή και το παπί επρόφθασε να φύγη, και εχώθη μέσα εις τα γυμνά χαμόκλαδα, και εκάθισεν εις το χιόνι αφανισμένον από την κούρασιν. Πού να σας διηγηθώ τι υπέφερε το δυστυχισμένον έως ότου να περάση ο χειμών.

Πολλοί λοιπόν από τους εκεί καθημένους απεκρίθησαν εις αυτόν ότι ημπορεί να πραγματευθή το ζήτημα με οποιονδήποτε θέλει από τους δύο τρόπους. Πρωταγόρας Εγώ λοιπόν νομίζω, είπεν, ότι είναι πλέον ευχάριστον να σας διηγηθώ ένα μύθον: Υπήρξε κάποτε καιρός, που οι μεν θεοί υπήρχον, τα διάφορα δε γένη που αποθνήσκουν δεν υπήρχον.

ΧΗΝ. Εσύ φταις, Λεόντιχε, που τρόμαξες το άμαθο κορίτσι με τα φοβερά λοφεία και με τας διηγήσεις απιστεύτων ανδραγαθημάτων. Εγώ την είδα αμέσως πώς εκιτρίνησε, όταν διηγείσο περί του λοχαγού, πώς ετρόμαξε και έφριξε όταν είπες ότι του έκοψες την κεφαλήν. ΛΕΟΝΤ. Ενόμιζα ότι έτσι θα της αρέσω καλλίτερα. Αλλά και συ με αποτελείωσες, Χηνίδα, που μ' έκαμες να διηγηθώ την μονομαχίαν.

Θεωρώ περιττόν να διηγηθώ ως μικρού λόγου άξια όσα άλλα κατώρθονε, εμπνέων έρωτας, καλών δαίμονας, επαναφέρων παλαιούς νεκρούς, αυτήν την Εκάτην παρουσιάζων φανεράν και την Σελήνην καταβιβάζων. Θα σας διηγηθώ μόνον τι τον είδα να κάνη εις την οικίαν Γλαυκίου του Αλεξικλέους.

Και λοιπόν; Ποίαι, λέγεις, ήσαν αι ομιλίαι σας; Φαίδων. Θα προσπαθήσω να σου τα διηγηθώ όλα· διότι ίσα ίσα εξακολουθητικώς και τας προηγουμένας ημέρας εσυνηθίζαμεν να ερχώμεθα και εγώ και οι άλλοι πλησίον του Σωκράτους, συναθροιζόμενοι από το πρωί εις το δικαστήριον, μέσα εις το οποίον έγινε και η δίκη· διότι ήτο πλησίον της φυλακής.