Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Ιουνίου 2025
Και κατά το έτος τούτο το Μέγα Σάββατον την αυγήν ο μπάρμπα-Κώστας ήτο εις την θέσιν του υπερήφανος διά το πρόσωπον το φοβερόν οπού ήθελεν υποκριθή. Καθήμενος προ των πυλών του κενού, πλην καταφωτίστου ναού, ανέμενε την επάνοδον του Επιταφίου, έχων ύφος επίσημον κυριάρχου. Δεν ήτο πλέον ο πτωχός κανδηλάπτης με την κεφαλήν κάτω. Ίστατο ασκεπής επί του μαρμαρίνου κατωφλίου ως ει έλεγεν: — Εγώ είμαι!
Τώρα όμως η ψυχή μου μετ' αυξάνοντος φίλτρου επιστρέφει εις το παρελθόν και τρέφεται διά των αρχαίων ενθυμήσεων. Αλλ' ας επαναλάβω την διήγησίν μου. Την αυγήν της Μεγάλης Πέμπτης ηκούσαμεν την λειτουργίαν και εκοινωνήσαμεν των θείων μυστηρίων.
Εις δε το «Μη Χάνεσαι» εδημοσιεύθη μετά τινας μήνας, ότι «ο μεγαλοπράγμων δήμαρχος κ. Εφώτισε προσέτι την πόλιν διά δεκατριών φανών, διά να βλέπουν την νύκτα όλοι οι νυκτοβάται, και διά να γκρεμοτσακίζωνται την αυγήν όλοι οι εργατικοί, όσοι θα εξύπνων πολλά πρωί διά ν' απέλθωσιν εις το έργον των.
Εν τούτοις αι εβδομάδες παρήρχοντο και ήρχιζαν οι χωρικοί να λησμονούν την ιστορίαν αυτήν, ή τουλάχιστον να μη ομιλούν περί αυτής, ότε, περί τα τέλη του Σεπτεμβρίου, έρχεται μίαν αυγήν ο πατήρ του Χρήστου και μου λέγει ότι ο υιός του δεν είναι καλά. — Τι έχει; — Δεν ηξεύρω. Έχει θέρμην δεν έχει όρεξιν. Υπήγα αμέσως να τον ίδω.
Πλην μίαν αυγήν — συνήθιζε την αυγήν να παίρνη νερό από το πηγάδι του χωρίου — επανήρχετο μετά της λαγήνου εις την οικίαν της βιαστική και την υδρίαν επί του ώμου κεκλιμένην βαστάζουσα διά της χειρός· η ετέρα εκρέματο προς τα κάτω υπό το βάρος του εκ λευκοσιδήρου κουβά. Ούτω πως εύμορφα κλίνουσα την κεφαλήν της υπό το βάρος της υδρίας προς το στήθος της έσπευδε.
Την ερχομένην νύκτα επήγεν ο βασιλεύς εις το κρεββάτι του μαζί με την Χαλιμάν. Την αυγήν προς το ξημέρωμα η Μεδινά λέγει της Χαλιμάς· αγαπητή μου αδελφή, σε παρακαλώ να ακολουθήσης την χθεσινήν διήγησιν.
Εγώ κατά τύχην αγαθήν μαζί με μερικούς πραγματευτάς και διαφόρους ναύτας, κρατούμενος από ένα κατάρτι, εκαταντήσαμεν να μας ρίξη το κύμα την ερχομένην ημέραν προς την αυγήν εις ένα νησί, που έτυχεν εκεί έως πενήντα μίλια ξέμακρα από το ναυάγιον του καραβιού.
Δεν επρόφθασε να βάλη κραυγήν, και έν φίλημα της έκλεισε το στόμα. Προς τι να διηγηθώ τα της δευτέρας ταύτης νυκτός και των επομένων άλλων; Πολλαί ήλθον και παρήλθον ούτω, όμοιαι και απαράλλακτοι προς την πρώτην, και πάσαν νέαν αυγήν η Ψυχή αφυπνούσα έβλεπεν ότι ήτο μόνη.
Την ερχομένην αυγήν η Μεδινά εξύπνησε την Χαλιμάν πλέον ενωρίτερα και άρχισε την συνέχειαν της ιστορίας κατά τον ακόλουθον τρόπον.
Ετέντωσε τα πτερά του και εκτυπούσε το κλουβί απελπισμένα· αντί να κελαδή γλυκά καθώς άλλοτε, έλεγε πι, πι, και ανεστέναζεν. Έπειτα έγυρε την κεφαλήν του και έσκασεν από λύπην και στέρησιν. Την αυγήν ήλθαν τ' αγόρια και ηύραν το πουλάκι ψοφισμένον και έκλαυσαν, Έκλαυσαν και έσκαψαν ένα μικρόν λάκκον και το έθαψαν και εφύτευσαν άνθη απ' επάνω.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν