United States or Réunion ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η λευκή οθόνη, διά της οποίας ο Γεροθανάσης είχε καλύψει το πρόσωπον του ασθενούς, έκειτο εκεί ερριμμένη παρά τους πόδας του. Ο χωρικός απεσύρθη ησύχως και επέστρεψε προς την είσοδον. Η παππαδιά ακίνητος επί της πέτρας, ακολουθούσα διά των οφθαλμών τας κινήσεις του, επερίμενε την επιστροφήν του. — Τι είδες; ηρώτησε. — Τίποτε.

Δεν ημπόρεσε να με ίδη, επειδή ήμην πλησίον του ασθενούς παιδίου και μοι έγραψε λέξεις τινάς επί πινακίδος. Γνωρίζει ότι η Λίγεια του είχεν αφαιρεθή κατ' επιθυμίαν σου και του Πετρωνίου και εγνώριζεν ότι θα εστέλλετο αύτη πλησίον σου και σήμερον το πρωί επήγεν εις την οικίαν σου, όπου οι άνθρωποί σου του είπον τι συνέβη. Και τω έδειξε την πινακίδα, την οποίαν είχεν αφήσει ο Άουλος.

Κατηφής και περίλυπος εξελθών εκ του δωματίου του ασθενούς ο ιατρός, είπε προς τους προεστώταςΛυπούμαι, διότι πολύ αργά έφθασα· η ασθένεια είναι σφοδρά περιπνευμονία, η φλόγωσις εκορυφώθη, και μικροτάτη ελπίς θεραπείας μένει πλέον εις την επιστήμην. Απόπληκτοι εμείναμεν όλοι, ότε ηκούσαμεν τους απελπιστικούς αυτούς λόγους του ιατρού. Το Σχολείον κατά τας ημέρας εκείνας είχεν ερημώσει.

Σωκράτης Λοιπόν, οι υγιαίνοντες είναι πλουσιώτεροι από τους ασθενείς, εάν η υγεία είναι περισσοτέρου λόγου άξιον πράγμα παρά τα χρήματα του ασθενούς. Διότι δεν υπάρχει κανείς όστις ολίγα έχων χρήματα να μη προτιμήση να είναι υγιής, ή έχων τα χρήματα του μεγάλου βασιλέως να ασθενή, δηλαδή προτιμά την υγείαν, διότι νομίζει ότι αύτη είναι περισσοτέρου λόγου αξία ή τα χρήματα.

Τα ίδιο, όπως και ένας υγιής, που στέκεται παρά την κλίνην του ασθενούς, δεν δύναται να του ενστάξη ουδέ το ελάχιστον από τας δυνάμεις του. Για τον Αλβέρτο όλ' αυτά που είπα ήσαν πάρα πολύ γενικά.

Ο Ιησούς προσέβλεψε τον άνθρωπον μετά βαθυτάτης ευσπλαγχνίας. Ήτο προφανές ότι και η θέλησίς του ασθενούς ήτο τόσον παραλυτική όσον σχεδόν και το σώμα του. Ο Ιησούς αποταθείς προς αυτόν είπε: — «Θέλεις υγιής γενέσθαι;» Ο ασθενής απεκρίθη: «Κύριε, άνθρωπον ουκ έχω ίνα, όταν ταραχθή το ύδωρ, βάλη με εις την κολυμβήθραν. Ενώ δε έρχομαι εγώ, άλλος προ εμού καταβαίνει και λαμβάνει την ίασιν».

Η φρίκη μου υπήρξε τόση, ώστε τα νεύρα μου ήρχισαν να χορεύουν, και ανεχώρησα ευθύς με σφοδρόν πονοκέφαλον. Αναντιρρήτως αι σφοδραί συγκινήσεις δεν με στέργουν. Ήμην πάντοτε κράσεως ασθενούς, και δι' αυτό κάμνω ακόμη ψυχρολουσίαν.

Έκλεισα την θύραν. Η κλεις ήτο έξωθεν. Την εκλείδωσα και επροχώρησα. Οι χωρικοί με περιεκύκλωσαν αμέσως ερωτώντες περί του ασθενούς. Είπα ότι αποθνήσκει και τους παρεκάλεσα εν ονόματι του Θεού του Ελέους να τον αφήσουν ν' αποθάνη εν ειρήνη. Οι δυστυχείς δεν ήσαν αναίσθητοι. Ελυπούντο εξ όλης καρδίας τον φίλον, τον σύντροφόν των.

Και τούτο μακράν πάσης ανθρωπίνης αρωγής, εν τω σκότει της νυκτός, εν τη ερημία εκείνη, επί του ύψους του μεμονωμένου βράχου, υπέρ τον πίπτοντα καταρράκτην, όστις αν δεν είχεν αρκετόν βάθος προς πνιγμόν, είχεν όμως αρκετόν ύψος προς κατασύντριψιν ασθενούς πλάσματος. Οι ολολυγμοί της κόρης αντήχουν κατανυκτικοί και σπαραξικάρδιοι. — Πατέρα! μη με φονεύης!...

Περιφρονούνται εδώ οι συνταγές μου και αποκλείεται η χρήσις του φαρμάκου που διώρισα. ΑΡΓΓΑΝ Κύριε, όχι . . . κ. ΠΥΡΓΓΟΝ Αυτό είνε μεγάλη θρασύτης, είνε επανάστασις του ασθενούς κατά του ιατρού! ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Είνε φοβερό πράγμα! κ. ΠΥΡΓΓΟΝ Ένα κλύσμα που είχα την ευχαρίστησι να συνθέσω μόνος μου . . . ΑΡΓΓΑΝ Όχι εγώ . . . κ.