United States or Brunei ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το βουνόν, επί του οποίου ευρισκόμεθα, εχωρίζετο εκ του απέναντι βουνού διά φάραγγος βαθυτάτης και στενής, τόσον πολύ στενής προς τα ενδότερα, ώστε κάτω εις το βάθος της δεν υπάρχει πάντοτε εκατέρωθεν του ποταμού, όστις την διατρέχει, χώρος ικανός διά την ατραπόν, και οι διαβάται αναγκάζονται, εν ελλείψει γεφύρας, να ακολουθούν συχνάκις τον δρόμον των εντός της κοίτης αυτής του ποταμού.

Υμίν δε απόκειται, Πανιερώτατε, διά των προς τον Θεόν δεήσεων, να εμπνεύσητε τω λαώ τούτω καρτερίαν, μετριοπάθειαν, σύνεσιν, παραμυθούντες και ενθαρρύνοντες αυτόν διά του υμετέρου βλέμματος. Δέξασθε την διαβεβαίωσιν της βαθυτάτης υπολήψεώς μου. Κόμης ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΡΙΟΝ ΔΙΠΛΩΜΑ. Κόμητος Γεωργίου Μοτζενίγου.

Ήκουσα τότε πρώτον, μετά βαθυτάτης κατανύξεως, τα κάλλιστα των ημετέρων μ ο ι ρ ο λ ο γ ί ω ν και έμεινα μέχρι τέλους απορροφών τας αναθυμιάσεις της νεκρικής εκείνης ποιήσεως, ίσως προαισθανόμενος ότι έμελλε να έλθη ποτέ ώρα, καθ' ην θρηνωδών κ' εγώ ήθελον δυνηθή ν' αποτίσω την οφειλήν μου προς εκείνους, οίτινες, αφού τα ιερά αυτών λείψανα διέσπειραν απανταχοΰ της Ελλάδος προς γονιμοποίησιν του πολυπαθούς ημών εδάφους, κείνται αμνημόνευτοι, αμοιρολόγητοι.

Αλλά περί το τέλος, όταν η αγωνία Του εκορυφώθη, και, κενωθείς μέχρι των εσχάτων της δόξης εκείνης, την οποίαν είχε προ καταβολής κόσμου, πιών μέχρι βαθυτάτης τρυγός την κύλακα της ταπεινώσεως και της πικρίας, υπομείνας, όχι μόνον δούλου μορφήν ν' αναλάβη, αλλά να υποφέρη την εσχάτην ατιμίαν την οποίαν η έχθρα του όφεως ηδύνατο να επιβάλη εις την εσχάτην αδυναμίαν, εξέφερε την μυστηριώδη εκείνην κραυγήν, ης η πλήρης σημασία ουδέποτε θα κατανοηθή υπ' ανθρώπου.

Και ουδέν παράδοξον τούτο, επειδή ήσαν λόγοι βαθυτάτης εννοίας. Μέχρι τούδε υπήρξε μόνον είς Ναός του αληθούς Θεού, και ούτος χειροποίητος. Από τούδε το Πνεύμα του Θεού κατώκει εν ναώ ουχί χειροποιήτω, αλλ' εν τω ιερώ Σώματι του Υιού του Θεού όστις εγένετο σαρξ. Ούτος εσκήνωσεν εν ημίν.

Ο Ηράκλειος ήκουσε μετά βαθυτάτης κατανύξεως την ιεράν ακολουθίαν, έπεσε πρηνής προ του Αγίου βήματος και εδεήθη προς τον Θεόν λέγων: «Δέσποτα Θεέ και Κύριε Ιησού Χριστέ, μη παραδώς ημάς εις όνειδος τοις εχθροίς σου διά τας αμαρτίας ημών, αλλ' επιβλέψας ελέησον και την κατά των εχθρών σου νίκην δος ημίν, όπως μη καυχήσωνται οι αλάστορες κατά της σης κληρονομίας επαιρόμενοι». Έπειτα εστράφη προς τον παριστάμενον εκεί Πατριάρχην Σέργιον και είπεν «Εις τας χείρας του Θεού και της θεομήτορος και σου αφίημι την πόλιν ταύτην και τον υιόν μουΕπιτρόπους του ωνόμασε τον πατριάρχην Σέργιον και τον Πατρίκιον Βόνον ή Βονοσόν, άνδρα εχέφρονα και κατά πάντα συνετόν και πεπειραμένον.

Τούτο θ’ απεκαλύπτετο εν καιρώ προς αυτούς, πλην και τώρα ο Ιησούς συνεκάλεσε πάντας, και τους εδίδαξε, καθώς τοσάκις τους είχε διδάξει, ότι η υψίστη τιμή επιτυγχάνεται διά της βαθυτάτης ταπεινώσεως. Όστις ήθελε να είνε μέγας μεταξύ αυτών ώφειλε να είνε πάντων διάκονος· όστις ήθελε να είνε πρώτος, έπρεπε να είνε δούλος.

Ο Ιησούς προσέβλεψε τον άνθρωπον μετά βαθυτάτης ευσπλαγχνίας. Ήτο προφανές ότι και η θέλησίς του ασθενούς ήτο τόσον παραλυτική όσον σχεδόν και το σώμα του. Ο Ιησούς αποταθείς προς αυτόν είπε: — «Θέλεις υγιής γενέσθαι;» Ο ασθενής απεκρίθη: «Κύριε, άνθρωπον ουκ έχω ίνα, όταν ταραχθή το ύδωρ, βάλη με εις την κολυμβήθραν. Ενώ δε έρχομαι εγώ, άλλος προ εμού καταβαίνει και λαμβάνει την ίασιν».