United States or Cameroon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βρε τ' ήταν τούτο κακό! βρε τ' ήταν τούτο κακό! έτρεχε καθένας τρομαγμένος να μάθη. — Την απερασμένη βραδιά, ακούς, έγινε ξαφνικό μεγάλο. Βρήκαν τον Παπα-Ξυδέα ξερόν κοιτάμενο· με τα μάτια γουρλωμένα, άγριον κι αλλαξοπρόσωπο· με τη γλώσσα μια πιθαμή έξω πεταγμένη. Είχε στο λαιμό πλατιά ζουνάρια μελανάδες, σα δαχτυλιές.

Διότι πραγματικώς αυτό το ζήτημα που μου ερωτήσατε, δεν είναι τόσον εύκολον, όσον θα ενόμιζε κανείς, αλλά απαιτεί πολύ μακρόν λόγον. Αλλά πάλιν το να μη κάμω χάριν εις εσέ και εις όλους τους παρευρισκομένους, αφού άλλως τε συ είπες εκείνα που είπες, μου φαίνεται αφιλόξενον και άγριον.

Άλλος πάλιν έχων εις τον νουν του ότι ποτέ ο επίσκοπος των Μυρέων, άγριος και απειλητικός, εμφανισθείς εκράτησε του δημίου την χείρα, έτοιμον να θανατώση τρεις άνδρας αθώους, συκοφαντηθέντας, τον έβλεπεν εις την εικόνα άγριον και απειλητικόν με πύρινα βλέμματα.

Τοιούτος ο θάλαμος, όπου διήνυσα τον πρώτον μήνα του γάμου μετά της δευτέρας μου συζύγου. Ουδόλως αμφέβαλλον ότι η σύζυγός μου Ροβένα εφοβείτο το άγριον ύφος μου, ότι με απέφευγε και ελαχίστην έτρεφε προς με αγάπην, αλλά τούτο με ηυχαρίστει. Την εμίσουν ως δαίμων μάλλον ή άνθρωπος, η δε μνήμη μου ενετρύφα αενάως εις την αναπόλησιν της προσφιλούς μοι Λιγείας, της σεβαστής και ωραίας νεκράς μου.

Εκεί μπήκα σ' έναν αφεντικό. Σε λίγον καιρό ο αφεντικός μου κατηγορήθηκε ότι ήταν ενάντιος του βασιλειά κι' έγεινε εξορία μαζύ με την φαμίλλια του. Όλοι οι δούλοι του τον παράτησαν, και μοναχά εγώ πήγα κοντά του, γιατί είταν καλός και με αγαπούσε. Μας πήγανε σ' έναν πολύ άγριον τόπο, κι' εκεί μας πούλησαν στους κουρσάρους της Μπαρμπαριάς, και μας πήγαν δεμένους στην πατρίδα τους.

Υπώπτευεν ότι και ο Μανώλης της, καθώς και τ' άλλα παιδιά της θα εγίνετο βορά του απανθρώπου εχθρού της, τον οποίον εφαντάζετο πλέον η δυστυχής, ως άγριον κήτος, όπου εμούστωσεν από το αίμα της γενεάς της. Και τον είχεν αναθρέψει τον Μανωλάκην της με τα δάκρυα η χήρα.

Τα από πενταετίας κατορθώματα του διασήμου ληστού της Δωρίδος, το άγριον κ' επιβάλλον ήθος του, άντικρυς αντίθετον προς το νανώδες ανάστημά του, η παρά την Γερομαστήν προ τίνος καιρού ευτυχής αντίστασίς του, μόνου εναντίον λόχου όλου στρατιωτών και πολιτών, δεν εγαλβάνιζον όπως άλλοτε τους πολεμοχαρείς χωρικούς.

Ηκούσθη πάλιν εν μέσω της εξάλλου βοής του πελάγους, διατάσσων ο πλοίαρχος, με γλώσσαν άγνωστον εις εμέ, γλώσσαν βομβούσαν ως το άγριον μελτέμι με όλην την υγρότητα αυτής, της θαλάσσης την γλώσσαν.

Ακριβώς δε πάλιν αντικρύ με τούτον ο τέταρτος ποταμός πίπτει εις ένα τόπον κατ' αρχάς φοβερόν και άγριον, καθώς λέγουν· ολόκληρος δ' έχει χρώμα ωσάν το γαλάζιον· τον οποίον ονομάζουσι Στύγιον· αυτός ο ποταμός κάμνει την λίμνην Στύγα, χυνόμενος εις αυτήν.

Είς γέρων βοσκός, είχε σταματήσει απέξω, εις το βουνόν, το ποίμνιόν του, είχεν επακκουμβήσει εις την ράβδον του και θα ηκροάτο βεβαίως, εκείνην την ώραν του ωραίου άσματος του αγίου: «Ως των αιχμαλώτων ελευθερωτής και των πτωχών υπερασπιστής, ασθενούντων ιατρός . . . » όπερ γλυκύτατα εμελωδείτο ένδον από τον μπάρμπ'-Αναγνώστην της Περμάχως, του οποίου όσον σκληρόν και άγριον ήτο το καποτάκι, ως δορά αγριμίου, τόσον μαλακή και γλυκεία ήτο η φωνή, λεία και χρωματιστή, ως τα πτερά του παγωνίου.