United States or Sint Maarten ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κι' έφτασε, και στον αργαλιό την ήβρε που μεγάλο 125 σκουτί τότε έφαινε διπλό, αλικοπλουμισμένο με ξόμπλια που ζουγράφιζαν των διο στρατών τα πάθια, που τόσα με τον πόλεμο για λόγου της τραβούσαν.

Είπα, και τότ' εχόλιασε χειρότερα η ψυχή του, 480 και απ' όρος μέγα κορυφήν ξεκόλλησε και πέρα του καραβιού την έρριξεν εμπρόςτην μαύρην πλώρη, εγγύς, ώστ' εκοντόφθασετου πηδαλιού την άκρα• και η θάλασσα εταράχθηκεν ως εποντίσθη ο βράχος. ήλθε το κύμα κ' έφερεν οπίσω τα καράβι 485 απ τ' ανοικτά και προς την γη τ' ανάγκασε να φθάση. κ' εγώ παρέξω τ' άμπωσα μ' ένα μακρύ κοντάρι, και τους συντρόφουςτα κουπιά πρόσταξα ευθύς να πέσουν, να φύγουμε τον όλεθρο, και με την κεφαλήν μου τους ένευα• κ' ερρίχθηκαν αυτοί κ' έλαμναν όλοι. 490 αλλ' ότε διάστημα διπλό πήραμε της θαλάσσης τον Κύκλωπα προσφώνησα και τότε, αν και τριγύρω δεν μ' άφιναν οι σύντροφοι με λόγια μελωμένα• «άνθρωπον άγριον, δύστυχε, τι θέλεις κ' ερεθίζεις; είδες πετριάτην θάλασσα, 'που γύρισε το πλοίο 495 κατά την γην, ώστ' είπαμε 'που αυτού θ' αφανισθούμε. και αν άκουε τότε να ομιλή κάποιον ή να φωνάζη, ταις κεφαλαίς μας θα 'σπανε και τ' άρμενα του πλοίου, με κάποιο μάρμαρο σκληρό• τόσο μακρυ' ακοντίζει».

ΚΡΕΟΥΣΑ Η μια να φέρνη θάνατο, κ' η άλλη να γιατρεύη. Πώς της σταγόνες έβαλεν εις του παιδιού το σώμα; ΚΡΕΟΥΣΑ Χρυσόδετες της έδωκε• κι' αυτός εις τον πατέρα μου. Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Κ' εκείνος όταν πέθανε της άφησεεσένα; Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Το διπλό δώρο της θεάς ποιά δύναμι έχει τώρα; ΚΡΕΟΥΣΑ Η μια σταγόνα, που 'πεσε απ' τη βαθειά τη φλέβα.. Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Ε, τι την κάνουνε αυτήν; ποιά δύναμι έχει τάχα;

Να πήγαινε τώρα κανένας να λειτουργήση το Χριστό, στο Κάστρο, επανέλαβεν ο ιερεύς, θα είχε διπλό μισθό, που θα τους έφερνε κι αυτούς βοήθεια. Πέρσι, που ήταν ελαφρότερος ο χειμώνας, δεν πήγαμε... φέτος που είναι βαρύς... Και διεκόπη, ως να είπε πολλά. Ο αγαθός ιερεύς είχεν ήθος ανθρώπου λέγοντος οιονεί κατά δόσεις ό,τι είχε να είπη.

Βλέπω που πολλοί προσπαθούν όλο και λεν κάθημαι αντίς κάθουμαι . Βέβαια θα νομίζουν που ο τύπος κάθημαι είναι πολύ πιο κανονικός. Δεν είναι όμως διόλου. Το κάθημαι είναι παραφθορά · έπρεπε οι αρχαίοι να το πουν κάθησμαι , με το ίδιο σ που έχει το δέφτερο και τρίτο πρόσωπο ήσαι, ήσται . Το τρίτο πρόσωπο κάθηται είναι μάλιστα λάθος διπλό.

Κι ασπίδα καλοβάσταγη κρατάει καινούργια μ’επάνω της διπλό σημάδι δουλεμένο: έναν πολεμιστή να ιδής χρυσοφτιασμένο που μια γυναίκα με σεμνό τρόπ’ οδηγάει° η Δίκη λέει πως είναι τάχα, καθώς λένε τα γράμματα: Θα φέρω πίσω αυτόν να πάρη τη χώρα του και των σπιτιών του την κυβέρνια. Τέτοιες εκείνων είναι οι φαντασιές° τώρα ο ίδιος κρίν’ εσύ ποιο σκέπτεσαι να στείλης.

Σα δικαστικός κλητήρας φαινόταν αυτός ο γιατρός, σα μεσίτης ή εργολάβος οικοδομών-κι όμως τέτοιος πούτον πολύ τον αγαπούσε ο κοσμάκης. Πολλά πράματα δεν ήξερε, μα έπαιρνε και λίγα: ένα διπλό και καμμιά φορά και πενήντα λεπτά. Πάντα παρηγοριά είναι ο γιατρός-κι αυτό είν' περισσότερο στην αρρώστια για το μικρόν τον κόσμο.

Τους έδενε καλά μες το προάβλιο· μπρος στα μάτια των άλλων καταδίκων, που έβλεπαν με θυμό πολύ και με αγανάχτηση μεγάλη μες από τους φεγγίτες τους πλεχτούς· τους πισταγκώνιαζε καλά. Εμούσκεβε ένα χοντρό, διπλό σκοινί μες το νερό· το έστρυφτε καλά, κ' επρόσταζε έναν, ένα τους φαντάρους·Πελέκα τουν, ουρέ βλαμ! Όντας αποστάκ'ς, σου βουητάω κ' ιγώ !...

Ο Πέτρος κ' η Μαρία ήτανε σαν ένα κορμί ασύγκριτα μοιρασμένο, σαν μια ζυγή ψυχούλα, σαν ένα χαμόγελο διπλό και σαν ένα δίδυμον όνειρο. Ο ήλιος χαιρότανε να τους βλέπη από ψηλά, το φεγγάρι αναγάλλιαζε απάνω στα ξανθά μαλλιά τους και τα περιβόλια μεθούσανε απ' τις μυρωδιές στο πέρασμά τους.

Δυο ώμορφες και τρυφερές αρχοντοπούλες να σέρνωνται άσπλαχνα από τα μαλλιά κι από τα χρυσά μανίκια τους με κλάμματα και με μεγάλους σκουσμούς. Εταράχτηκαν όλα τα Γιάννινα εκείνη τη νύχτα. Όλοι είμασταν στο ποδάρι, μα κανένας δεν έκρινε για να μη γένη διπλό και τρίδιπλο το κακό. Τες συνοδέψαμαν μοναχά, έτσι αμίλητοι, ως στο σπίτι που τες έκλεισαν. Μα αντίς δίκιο εκεί ηύραν βρισιές και δαρμούς.