United States or Fiji ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εγώ και οι δύο συντρόφοι μου, που είμεθα εις μίαν καλαμωτήν ξεμακρύναντες μέσα εις την θάλασσαν, ελευθερώθημεν από τους πετροβολισμούς των κυκλώπων, εγίναμεν όμως το παίγνιον των κυμάτων της θαλάσσης όλην εκείνην την ημέραν, και την ερχομένην νύκτα επαλεύσαμεν με τα κύματα και με τους ανέμους· την δε αυγήν προς το ξημέρωμα μας κατήντησε το κύμα εις ένα νησί, και ελευθερώθημεν από τον θάνατον.

Μ’ ανάγκασαν να βγω στη ζητιανιά, εγώ όμως, πρέπει να σου πω, κράτησα την αθωότητά μου: δεν έκανα ποτέ κακό σε κανένα. Ο Κύριος όμως με βοήθησε πάντα. Πρώτα ο Ζουάν Μαρία, ο Θεός ν’ αναπάψει την ψυχή του, κι έπειτα αυτός υπήρξαν οι σύντροφοί μου, τ’ αδέλφια μου, όπως οι άγγελοι που συντρόφευαν τον Τωβία.

Γέροντα, τ' είναι πώπαθες!.. Ανάθεμα την ώρα Που ο Γούμενος τ' Άη Γιαννιού από την Αρτοτίνα Το λαμπριάτικο τ' αρνί, θυμήθηκε να στείλη. Και τρις ανάθεμά τηνε την ώρα που οι συντρόφοι Σου εδείξανε την πλάτη του!.. Πες μας τι γράφ' η μοίρα; Εστρώθηκαν ’ς τη χλωρωσά τριγύρω ’ς το Διαμάντη Ο Λάμπρος κ' οι συντρόφοι του.

Τότες γυρνάει ο Πάτροκλος και στους συντρόφους κράζει 268 «Παιδιά, της Φτιας σταβραετοί, συντρόφοι τ' Αχιλέα, άντρες φανείτε κι' όλοι σας σα σκύλοι πολεμήστε. 270 Έτσι, παιδιά, θα δοξαστεί κι' ο αρχηγός, που πρώτος είναι, τον ξέρουν, στη φωτιά, και πρώτοι οι παραγιοί του· έτσι θα δει το κρίμας του κι' ο γιος τ' Ατρέα ακόμα π' αψήφισε το πιο γερό των Αχαιών κοντάρι

Τέλος έφθασαν εις τον λιμένα, δύο ώρας πριν φέξη, και απεβίβασαν τα πράγματα εις μίαν εσχατιάν, έξω της πόλεως. Τότε ήρχισαν δυνατόν καυγάν μεταξύ των. Ο Λουκάς κ' οι άλλοι δύο νομάτοι, οι σύντροφοι της βάρκας του, απήτουν να τα μοιράσουν όλα «απ' τη μεγάλη μέση», αναλογίζοντες την αβαρίαν εις βάρος όλων.

Του φαινόταν όμως πως το σώμα του ήταν ένας άδειος σάκος που τον έδερνε ο άνεμος, σχισμένος, βρώμικος, για πέταμα στα κουρέλια. Και οι σύντροφοί του δεν ήταν καλύτεροι από αυτόν. Περπατούσαν, περπατούσαν, χωρίς να ξέρουν πού πηγαίνουν, χωρίς να ξέρουν το γιατί.

Ήδη δε ήρχετο να ποτίση τον ίππον του και να κατευθυνθή εις Ανδραβίδα, όπου τον ανέμενον οι σύντροφοί του. Αλλ' ο ίππος δεν ήθελε να πλησιάση εις το νερόν. Ήνοιγε τους οφθαλμούς, ανώρθου την χαίτην του, εκαμάρωνε την κεφαλήν, εφρύμαζε στρεφόμενος εδώ κ' εκεί κ' ετριπόδιζεν ωσεί διακρίνων κάτι μέσω των φυλλωμάτων και θέλων να υποχωρήση.

Και εξακολουθούντες την πορείαν με βροχήν και τον ποταμόν δυσκόλως διαβάντες έφθασαν βραδύτατα, ότε πλέον οι σύντροφοί των είχον αιχμαλωτισθή ή φονευθή.

Τόσα χρόνια που εγύριζε στην ξενητειά, κ' εταξείδευε με ξένα καράβια, κατάλαβες, καμμίαν προκοπήν δεν είχεν ιδεί. Παραπάνω από λοστρόμος δεν κατώρθωσε να φθάση. Άλλοι σύντροφοί του, κατάλαβες, απέκτησαν σκούναις και βρίκια, και δυο-τρεις μάλιστα ευρίσκοντο το σήμερον με μπάρκα.

Ευθύς δε που άκουσα ότι οι τζοβαϊρτζήδες σύντροφοι μου ευρίσκοντο εκεί, επήγα εις τον βεζύρην και έπεσα εις τους πόδας του, και του εδιηγήθηκα την προδοσίαν των συντρόφων μου.