United States or Finland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σε άλλους ανοίχτηκε ο δρόμος της ευτυχίας. Σε άλλους ο δρόμος των ηρωισμών. Αληθινά αξιολύπητοι είναι εκείνοι πού μένουν ανάμεσα στους δυο δρόμους. Τάσσο, μπορούμε τώρα να χωρισθούμε υπερήφανοι, χωρίς δάκρυα, χωρίς μεταμέλεια, να χωρισθούμε για πάντα.. . Δώσε μου το χέρι σου. Βέρα! Να πού σας έφθασα. Κράτησα το λόγο μου. ΒΕΡΑΚαλά που ήλθατε, γιατρέ. Για μένα είναι αργά και πρέπει να σας αφίσω.

Μ’ ανάγκασαν να βγω στη ζητιανιά, εγώ όμως, πρέπει να σου πω, κράτησα την αθωότητά μου: δεν έκανα ποτέ κακό σε κανένα. Ο Κύριος όμως με βοήθησε πάντα. Πρώτα ο Ζουάν Μαρία, ο Θεός ν’ αναπάψει την ψυχή του, κι έπειτα αυτός υπήρξαν οι σύντροφοί μου, τ’ αδέλφια μου, όπως οι άγγελοι που συντρόφευαν τον Τωβία.

Οι δικοί μου δεν βγήκαν σωστοί, οι δικοί σας βγήκαν. Αυτή είναι η μόνη διαφορά, σερ, μεταξύ μου και του επισκέπτη μου. Αλλά, σερ, θα σας πω κάτι, που σ' αυτό πέτυχα ίσαμε το τέλος. Αποφάσισα σ' όλη μου τη ζωή να κρατήσω τη στάση ενός τζέντλμαν και πάντα την κράτησα αυτή τη στάση. Ακόμα την κρατώ. Είναι συνήθεια σ' αυτόν τον τόπο οι κάτοικοι κάθε κελλιού να το σκουπίζουν με τη σειρά του ο καθένας.

Πέρασε με χίλιους συντρόφους του από φλόγα κι από καπνό, και πετάχτηκε στ' αψηλά, να βρη τη λευτεριά που η γης του αρνήθηκε. Βασιλιά μου και Βασιλόπουλο, να με συμπαθήστε που σας κράτησα τόσην ώρα. Δεν το είχα σκοπό να το κάμω τόσο μεγάλο το παραμύθι μου. Μα μπορούσε να είναι και μεγαλήτερο. Μπορούσε να είναι και παραμύθι που να δηγάται τετρακόσω χρόνων όνειρα, ελπίδες, πίκρες και βάσανα.

Πρόφερε τα λόγια αυτά με τέτοιον τόνο, σα να με παρακαλούσε να μην της φέρω αντίρρηση. Και δεν της έφερα. Κράτησα μόνο μέσα μου την ανάμνηση του φωτεινού νησιού της νιότης μας και παραξενευόμουνα που νόμιζα πως έβλεπα όλην την ώρα τάστρα ανάμεσα από τα φύλλα των σημύδων. Ενώ μιλούσαμε, η γυναίκα μου σηκώθηκε και στεκόταν πάλι κοντά στο μικρό κρεβάτι.

Στην ουσία του και στη σύνθεσή του η ηρωική θυσία του αθηναίου βασιλιά μεταμορφωμένη σε μιαν αδέξια ιλαροτραγωδία αισθηματολογική. Κράτησα στη μνήμη μου την αρχή του «Κόδρου»: Μικρόν αφείσα τον Ελικώνα, Ω Μούσα, κόρη του ουρανού, μυσταγωγός μου προς τον αιώνα των ισοθέων παραγενού.

Πολύν καιρό σε υπηρέτησα πιστά και τίμια, χωρίς κέρδος κανένα: ποιος φτωχός ή ποιος ορφανός ή ποια γρηά γυναίκα θα μούδινε μια πεντάρα για όλη την αυλαρχεία που κράτησα στη ζωή μου; Για αμοιβή, κάνε μου, Μεγαλειότατε, τη χάρι να λύπηθής τη Βασίλισσα. Θέλεις ζωντανή να την κάψης, χωρίς δίκη. Είναι άδικο πράγμα, αφού δεν αναγνωρίζει το έγκλημα για το οποίο την κατηγορείς.

ΓΛΟΣΤ. Όποιος γηράματα καλά επιθυμεί να έχη, βοήθειά μου! Ω θεοί! Ω φρίκη! ΡΕΓ. Τόνα 'μάτι αναγελά το άλλο του. Τυφλώσετε και τ' άλλο. ΚΟΡΝ. Εάν ιδής εκδίκησιν... α’ ΥΠΗΡ. Το χέρι κάτω, αυθέντα! Από παιδί σ' εδούλευσα, αλλά ποτέ ως τώρα τόσον μεγάλην δούλευσιν δεν σ' έκαμα, όπως τώρα, που 'κράτησα το χέρι σου! ΡΕΓ. Και πώς τολμάς, ω σκύλε!