United States or Benin ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τάφαγεν η νοτιά τόσες 'μέρες. — Τράβα κ' έφτασα· είπε πρόθυμος. Στη δουλειά δεν έλεγεν όχι ποτέ του. Ετράβηξα εμπρός, εσκάλωσα στο πινό και άρχισα να λύνω τα σχοινιά. Μα δεν επρόφτασα να πάω στο τρίτο και άκουσα φωνές πίσω μου. Ο Ανέστης παίρνοντας αφορμή από το μπλέξιμο των συντρόφων του εθυμήθηκε να ειπή για τους σαράντα Κεφαλλωνίτες.

Επεθύμουν δε και να έλθουν εις ερωτικήν επιμιξίαν μεθ' ημών αλλά δύο εκ των συντρόφων μας, οίτινες τας επλησίασαν, δεν απελύοντο πλέον, αλλ' είχον δεθή από τα αιδοία• συνεκολλήθησαν δε και συνερριζώθησαν και μετ' ολίγον από τους δακτύλους και αυτών εφύτρωσαν κλάδοι και τους περιέπλεξαν έλικες, δεν θα εβράδυνον δε να καρποφορήσουν και αυτοί.

Κύκλωψ: Σατυρικό δράμα, που ανάγεται στη γνωστή ομηρική περιπέτεια του Οδυσσέα, με τη μέθη και την τύφλωση του Κύκλωπα, που κάνει δυνατή τη σωτηρία του ήρωα και των συντρόφων του. Τα κωμικά επεισόδια κάνουν το έργο αυτό εξαιρετικά ενδιαφέρον για κάθε εποχή. Η μετάφραση έγινε από τον Γ. Τσοκόπουλο. Ορέστης: Το πιο πολύπλοκο και νεωτεριστικό δράμα ίσως, του Ευριπίδη.

Αλλ' έν έτος συνέβη να επέλθη αφορία κατά θάλασσαν, ή μάλλον απραξία εμπορική, και ο Βελμίννης δεν είχε να πληρώση τους μισθούς των συντρόφων του. Τότε και εκείνοι, οίτινες από πολλού αφορμήν μόνον εζήτουν όπως στασιάσωσι, τον έδεσαν οπισθάγκωνα επί του ιστού, και γυμνώσαντες το πλοίον απήλον διά της λέμβου.

Έτρεχε· πού να την φτάση! σαν έξυπνος τέλος αλείβεται κ' εκείνος νέφτι. Τόρα την φτάνει και την περνάει. Διαβαίνει από το σπίτι του και βάνει τις φωνές: — Γυναίκα, έβγα να πιάσης το χτήμα κ' εγώ έχω δρόμο ακόμη!... — Ο Κώστας ατάραχος εδέχθηκε του Γαλαξειδιώτη το πείραγμα και τους σαρκασμούς των συντρόφων του.

Έπειτα εισήλθαμεν εις τον Ζωδιακόν και αφήσαντες αριστερά τον Ήλιον, επλέαμεν πολύ πλησίον της Γης• αλλ' ο άνεμος μας ημπόδισε να προσεγγίσωμεν, παρά την ζωηράν επιθυμίαν των συντρόφων μου, καθότι εβλέπαμεν ότι και η χώρα ήτο καταπράσινη και γόνιμος με πολλά νερά και πλούτη.

Αυτά 'π' ο Αλκίνοος και αρεστόςόλους εφάνη ο λόγος. τότε εις το σπίτι του καθείς επήγε να πλαγιάση. εφάν' η ροδοδάκτυλη Ηώ, του όρθρου κόρη, και το γενναίο χάλκωμα μες το καράβι εφέραν• και ο σεβαστός Αλκίνοος κατέβη και με τάξι 20 τα 'θεσε κάτω απ' τα ζυγά, μη κάποιος των συντρόφων εμπόδιο τα 'χη, όταν με ορμή θε να κουπηλατήσουν• κ' εκείνοι επήγαν να χαρούν το γεύμα 'ς τ' Αλκινόου• και αυτός βώδι τους έσφαξε, θυσίαν του Κρονίδη, του μαυρονέφελου Διός, όπ' όλων βασιλεύει. 25 και αφού καήκαν τα μεριά, 'ς το θαυμαστό τραπέζι ευφραίνονταν και ανάμεσα έψαλν' αοιδός ο θείος, λαοτίμητος Δημόδοκος• ωστόσ' ο Οδυσσέαςτον ήλιο, 'πώλαμπ', έστρεφε συχνά την κεφαλήν του, πότε να δύση, απ' τον καϋμό να φθάσ' εις την πατρίδα• 30 και ως είναι ο δείπνος ποθητόςαυτόν 'πώχει ολημέρα δυο βώδια μαύρα οπού τραβούν τρανότο νειάμ' αλέτρι• με χαρά βλέπει αυτός του ηλιού την λάμψιν οπού σβυέται, και ως για τον δείπνο ξεκινά τα γόνατα τού τρέμουν• παρόμοια χάρηκ' ο Οδυσσηάς ο ήλιος άμ' εσβύσθη• 35 και των Φαιάκων είπ' ευθύς κ' εξόχως του Αλκινόου• «Μεγάλε Αλκίνοε, 'ς τους λαούς λαμπρέ και αγαπημένε, τώρ' άμα κάμετε σπονδαίς, εμένα εις την πατρίδα άβλαπτον αποστείλετε και χαίρετε και ατοί σας. ότ' ήδη ετελειωθήκαν όσά 'θελε η ψυχή μου, 40 προβόδισμα και αγαπητά δώρα, να τα ευλογήσουν οι ουρανοκάτοικοι θεοί, και ναύ'ρω εις την πατρίδα την άψεγη γυναίκα μου, και όλους τους ποθητούς μου• και σεις, οπού δω μένετε, χαρά των γυναικών σας να ήσθε και των τέκνων σας, κ' οι αθάνατοι ας σας δώσουν 45 κάθε καλό και συμφορά κοινή να μη σας εύρη».

Πρωτήτερα όμως απ' αυτό φαίνεται ότι παρασύρθηκε από παιδικά ρομαντικά όνειρα και τον ιπποτισμό της στρατιωτικής ζωής κ' έγινε νεαρός στρατιώτης της φρουράς. Αλλά η αμέριμνη άσωτη ζωή των συντρόφων του δεν πέτυχε να ικανοποιήση τη λεπτή καλλιτεχνικήν ιδιοσυγκρασία ενός που ήταν πλασμένος γι' άλλα πράματα.

Δεν νομίζεις ότι, αν φωνάξω αυτά και άλλα προς αυτούς, θα ωφεληθούν και θα γείνουν φρονιμώτεροι; ΕΡΜ. Είσαι πολύ αφελής. Δεν φαντάζεσαι πόσον η άγνοια και η απάτη τους διαφθείρει, και ούτε με τρύπανον δύνανται ν• ανοιχθούν τ' αυτιά των• με τόσον κερί τα έχουν βουλώση, όπως ο Οδυσσεύς έφραξε τα ώτα των συντρόφων του διά να μη ακούσουν το άσμα των Σειρήνων.

Αίφνης είς των βαρβάρων διαπρεπής και μεγαλόσωμος, όστις εφαίνετο εξασκών εξουσίαν τινά επί τους άλλους, υψώσας τους οφθαλμούς προς ανατολάς, είπεν αραβιστί·Ομνύω εις τον Αλλάχ, αν πέση ο προδότης εις τας χείρας μου, να τον θυσιάσω ως αυτούς τους τράγους! — Ποίος προδότης; ηρώτησεν είς των συντρόφων του.