United States or British Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Φαινόταν ν’ ανησυχεί για την κατάληξη που θα είχε η ομελέτα που εκείνη γύριζε προσεχτικά μες στο τηγάνι. Μερικές σταγόνες λάδι έπεσαν επάνω στην πυροστιά, γεμίζοντας την κουζίνα με τσίκνα. Έπειτα το τηγάνισμα συνεχίστηκε ήρεμα και ο Τζατσίντο είπε: «Ήταν μια παλιοδουλειά! Και δεν ήταν και σίγουρη…. Με τόσες ευθύνες!.....» Δεν είπε τίποτε άλλο και η Νοέμι δεν τον ξαναρώτησε.

Αλλά και αυτή βαρυνθείσα, φαίνεται, τα μονότονα παράπονα του πτωχού ρασοφόρου εκρύβη όπισθεν μαύρων νεφελών και μετ' ολίγον πυκναί σταγόνες βροχής ηνάγκασαν τον θαυμαστήν του μεγάλου Βασιλείου να ζήτηση άσυλον εις το ιερόν του Αγίου Βίτου.

Ο Τζατσίντο ήπιε και ο Έφις έχυσε έπειτα τις τελευταίες σταγόνες καταγής. Οι μέλισσες πλησίασαν και τριγύρω σχηματίστηκε ένας γλυκός βόμβος. Μόλις όμως φτάσανε στο Ριμέντιο το αγόρι φάνηκε να είναι ευχαριστημένο. Είχε αγκαλιάσει τις θείες του και τις άλλες γυναίκες, είχε φάει καλά και είχε χορέψει σαν βοσκός στο πανηγύρι. Τώρα κοιμόταν και ροχάλιζε.

Στροφή Α Ένας Θεός και μόνος Αστράπτει από τον ύψιστον Θρόνον· και των χειρών του Επισκοπεί τα αιώνια Άπειρα έργα. Κρέμονται υπό τους πόδας του Πάντα τα έθνη, ως κρέμεται Βροχή έτι εναέριος Εν ώ κοιμώνται οι άνεμοι Της οικουμένης. Αλλ' η φωνή του ακούεται, Φωνή δικαιοσύνης, Και η ψυχαί των ανόμων Ως αίματος σταγόνες Πέφτουντον άδην.

Τα ψυχρά της επιστήμης σκέμματα, δι' ων εδοκίμαζον ενίοτε να καταπραΰνω τας ορμάς της θερμής αυτής καρδίας, εξητμίζοντο πριν φθάσωσι τον σκοπόν αυτών, ως μικραί σταγόνες ύδατος, όταν πίπτωσιν επί σφοδρώς φλεγομένης καμίνου. Ούτω και κατ' εκείνην την ημέραν.

Η ντόνα Έστερ γονάτισε κι αυτή μπροστά στην ψάθα ψιθυρίζοντας: «Έφις, ψυχή μου, θέλεις να φωνάξουμε τον παπα-Πασκάλε; Θα σου διαβάσει το Ευαγγέλιο κι αυτό θα σε ανακουφίσει…» Ο Έφις όμως την κοίταζε με ακίνητο το βλέμμα, με τα μάτια ανέκφραστα στο μελανό του πρόσωπο που γυάλιζε από σταγόνες ιδρώτα.

Είχε μια σειρά κοραλλιών γύρω από τον μακρύ, κιτρινωπό και ρυτιδιασμένο λαιμό της. Δυο χρυσά σκουλαρίκια κρέμονταν στ’ αυτιά της σαν λαμπερές σταγόνες που δεν έλεγαν να πέσουν. Έμοιαζε να έχει ξεχάσει, γερνώντας, να βγάλει από πάνω της τα κοσμήματα αυτά της νιότης της. «Η Παναγιά μαζί σου θεια-Ποτόι. Πώς τα περνάτε; Το αγόρι έμεινε εκεί πάνω, αλλά απόψε θα γυρίσει

Κι' ο Ρένας μονολόγησε: — Κανένας δε μπορεί τώρα να με γονατίσει.,,, Αχ και αν γέμιζεν η πλάση από καθαρά σώματα έφηβων και παρθένων που γυμνοί θα χορεύουνε την αιώνια νεότητα! Η άχνα του νερού σχημάτιζε στους τοίχους ζωγραφιές και κατακαθότανε στους φεγγίτες σε σταγόνες και κρύσταλλα. Μένανε κει για κάμποσο τυπωμένες. Τα δάχτυλα του Ρένα αγγίζανε τις ζωγραφιές.,,,,,

Και ανέπτυσσεν αίφνης, υψηλά κρατών, το λευκόν του μανδήλιον κ' εκίνει αυτά εις σημείον χαιρετισμού, χαιρετίζων το ευρύ κενόν του πόντου, ενώ αδαμάντινα δύο δάκρυα εκύλιον γλυκά-γλυκά επί των παρειών του, ως σταγόνες δρόσου, δάκρυα χαράς, ευγνωμοσύνη προς την καλήν τύχην.

«Ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη ζήσεται... καγώ αναστήσω αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα». — Αμήν! είπεν η θειά το Μαθηνώ, και τα δάκρυά της, επί τη μνήμη του ανδρός και των τεσσάρων παιδιών, ταχέως εξητμίσθησαν ως σταγόνες όμβρου μετά θερινόν υετόν, εντός της κοίτης πάλαι ξηρανθέντος χειμάρρου.