United States or Bouvet Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τα πλείστα μεν πλοία των Αθηναίων εσώθησαν εις την Ίμβρον και την Λήμνον· τέσσαρα δε, τα οποία έπλεαν τελευταίον όλων, τα κατέφθασαν προ του Ελαιούντος· έν τούτων, εξοκείλαν πλησίον του ιερού του Πρωτεσιλάου, συνελήφθη μεθ' όλων των εν αυτώ ανδρών, δύο άλλα άνευ των ανδρών, και το τέταρτον, το οποίον ήτο κενόν, επυρπολήθη πλησίον της Ίμβρου.

Εις το διάστημα τούτο της ελαχίστης αναπαύλας, είς των νεανιών εύρε καιρόν να γελάση με τον μογιλάλον, όστις ίστατο εκεί κρατών τον κενόν ασκόν με βλέμματα ανακριτού: — Γιαν! κιμίκρ! — Κιμίκρ! απήντησε και ο μογιλάλος. Και διά νεύματος και σχήματος ηρώτησεν αν έκαμαν τηγανίτες. — Γιαν! Νά! κιμίκρ! Απήντησεν ο νεανίας.

Λέγουσιν Αυτώ: «Καίσαρος» «απόδοτε ουν τα Καίσαρος ΚαίσαριΤούτο μόνον θα ήρκει διότι εσήμαινεν ότι η εν τω έθνει των αποδοχή του νομίσματος τούτου απήντα εις την ερώτησίν των και απεδείκνυε το κενόν αυτής. Αυτό το ρήμα το οποίον μετεχειρίσθη περιείχε το μάθημα τούτο.

Τρεις άνδρες, ο Περηφανάκιας, ο άλλος βοσκός, όστις ήτο ο Ντάνας, ο συμπέθερος της θειά-Αρετώς, και ο Αγκούτσας, όστις δεν εμνησικάκει διά την απόρριψιν της προσφοράς του, κρατούντες σφιγκτά το σχοινίον, εκαλουμάρισαν σιγά-σιγά τον Στάθην εις το ιλιγγιώδες κενόν, εις τον τρομακτικόν κρημνόν, εις την αιώραν της αβύσσου. Ό Στάθης είχεν ωχριάσει κατ' αρχάς.

Ας εξετάσωμεν τώρα πάλιν την λειτουργίαν της &αναπνοής&, διά ποίων αιτίων έγεινε τοιαύτη, οποία τώρα υπάρχει. Και τούτο γίνεται συγχρόνως όλον, ως τροχός περιστρεφόμενος, διότι κενόν δεν C. | υπάρχει. Διά τούτο βέβαια το στήθος και ο πνεύμων, όταν εξάγη την πνοήν, πάλιν πληρούται υπό του αέρος, όστις είναι πέ- ριξ του σώματος και εισέρχεται και εισχωρεί διά των αραιών σαρ- κών.

Δε θυμάμαι, να σ' πω! Και ερωτών την Κρατήραν λέγει: — Πού το ηύρες το ταψί, κουμπάρα; — Κάτω ς' τα σανίδια πεταγμένο ανάποδα. — Ωχ μωρέ τα σκυλόγατα! είπεν ο ποιμήν. — Κρίμα ς' το γουρνόπουλο! εφώνησεν ο Μπάρμπα Σταύρος τεθλιμμένος και κρατών το τσιμπούκιον επροχώρησεν ολίγα βήματα ως να μη επίστευεν, αν και έβλεπε το ταψίον το κενόν, και ήθελε να ίδη την θέσιν όπου έκειτο.

Να σ' πω, κολλήγα, παρετήρησεν ο Μπάρμπα-Σταύρος. Είπα να το κρατήσω για 'μπρός, αλλά πάλιν είπα: ο κολλήγας θα μας φέρη άλλο· τι βγήκε! — Ακούς εκεί! παρετήρησεν ο ποιμήν. Ο κολλήγας μου νάναι καλά και τα θηλιάσματά του· και γουρνόπουλα όσα θέλεις. Αλλ' ιδού αίφνης· επανέρχεται η Κρατήρα εντροπαλή, κατακόκκινη, κομίζουσα κενόν το γανωμένον ταψίον. — Χορατεύετε, θαπώ!

Βαδίζει ευθυτενής, αξιοπρεπής, με το στερεότυπον μειδίαμα επί των ωχρών του χειλέων, με τας χείρας εις τα θυλάκια της οικτράς του περισκελίδος, με κενόν, πιθανώς τον στόμαχον, αλλά με γεμάτην βεβαίως την κεφαλήν από σχέδια. ΟΛΙΓΟΝ αργάδιότι είχεν υπερβή τα σαράνταεσκέφθη να υποδουλωθή.

Ώστε διά του έρωτος τούτου δεν ικανοποιούνται οι αόριστοι της καρδίας του πόθοι, και υποφέρει ο δυστυχής του Ταντάλου το μαρτύριον, το δε κενόν, εντός του οποίου ζη βασανιζόμενος απορροφά, της ψυχής αυτού την ικμάδα. Ούτω και ο Άγγλος Coleridge: «Ο Ρωμαίος παρίσταται ερωτευμένος ήδη. Η ανάγκη αγάπης ωθεί τον άνθρωπον εις αναζήτησιν αντικειμένου τινός του έρωτός του.

Εντός της οικίας ταύτης απέθανεν η γραία εν ειρήνη. Έτος είχεν ήδη παρέλθει έκτοτε, αλλά το δωμάτιόν της έμενεν εισέτι ανέπαφον. Είχεν ανάγκην αυτού ο καθηγητής προς ανετωτέραν κατάταξιν της αυξανούσης βιβλιοθήκης του, αλλά το εσέβετο και το ηγάπα και το ήθελεν ούτω κενόν, ως ενδιαίτημα της μνήμης... της σκιάς της μητρός του.