United States or Romania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ω! καλλίτερον να μη ζήση να ίδη και άλλην μίαν τοιαύτην ημέραν. Ευτυχώς η Σμαράγδω, η κουμπάρα της Γαλανής, ήξευρε το γίτιο. Έρριψε τρία ανημμένα κάρβουνα εις ένα ξυλοκάνατο, πλήρες πηγαίου και καθαρού νερού είπεν ολίγα λόγια, το εσταύρωσε τρις κ' επότισε μ' αυτό τας κατσίκας. Τόρα το γάλα των επέστρεψε· τα κατσικάκια έπιασαν πάλιν το μαστάρι κ' εσώθησαν. Η γρηά ήτο ήσυχος, ησυχωτάτη ήδη.

Πλέον εύμορφος ήτον ακόμη και από την Αφέντραν, ήτις ήτο ισχνή, χλωμή και αδύνατος. Τέλος, αφού έκαμε τελευταίαν βόλταν προς την Σμαράγδω, και όλην την εβδομάδα δεν τον είχαν ιδεί στα μάτια, ανελπίστως την Κυριακήν το μεσημέρι οι δύο αδελφοί, οίτινες είχαν φθάσει το Σάββατον με την βρατσέραν, τον καταφέρνουν, βγάζουν της άδειαις, και τον στεφανώνουν την Κυριακήν το βράδυ με την Αφέντραν.

Και σήμερον ακόμη, ότε είνε η εικοστή ενάτη, η τελευταία ημέρα του Μαρτίου, πάλιν δεν θέλει ν' αφήση τους φόβους της: — Φύλα ξύλα για το Μάρτη να μην κάψης τα παλούκια· έλεγεν αποφθεγματικώς εις την κουμπάραν της, την γρηά Σμαράγδω, που την συνεβούλευε να μη φοβήται πλέον. — Ν' ακούς εμένα πουτο λέω· πάει, έστρωσ' ο καιρός· επέμενεν αυτή. — Αχ! τι ν' αηκούσω και ν αηκούσω· φοβάμαι!. .

Λοκμάδες η πρώτη, τηγανίτες η δεύτερη. Σε οκτώ ημέρας πάλιν του Αγίου Βασιλείου, βασιλόπητα η μία, βασιλόπητα η άλλη. Ήρχετο πάλιν η Λαμπρή, χαμαλιά εκείνη, μπακλαβά αυτή. Ήρχετο του Αγίου Αγαθονίκου, μπακλαβά η Σμαράγδω, μπακλαβά η Αφέντρα. Και δος του η Μπονώραινα η επιτηδεία τεχνίτις χαμαλιά, και δος του μπακλαβάδες.

Να μη φοβάσαι· δεν αήκουσες εχτές τα λοιδόρια, πώς έκαναν στη Λάκκα; άμα λαλούν τα λοιδόρια, να ξέρης πως θάχουμε καλοκαιριά. — Και τη συγνεφιά! δε θυμάσαι; ως τα προχτές είχαμε να ιδούμε του ηλιού την όψι. — Έι. . . κι' αυτό φοβάσαι; ωχ, ζάβαλη κουμπάρα! τόσα χρόνια πας κι' ακόμα να τα μάθης!. . . άκου το από 'μένα: η συγνεφιά εκείνη ήταν φουσκοδεντριές. Είχε μέγα δίκαιον η γρηά Σμαράγδω.