United States or Qatar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έως έξω από τον ελαιώνα συνώδευσεν ο παππούς την εγγονήν του· πριν αρχίση ο ανηφορικός δρόμος, η Φωτεινή εστάθη. — Θα κουρασθής, παππούλι μου, του είπε, μη λυπήσαι που φεύγω, πολύ γρήγορα θα ξαναέλθω. Εκείνος εκάθισεν εις μίαν πέτραν και την εκαμάρωνε, καθώς του εκινούσεν η μικρά το μανδήλι της, ενώ απεμακρύνετο.

Αλλ' είδαν τάχα ακριβώς, ή ενόησαν, ή εγνώριζαν το μονοπάτι το οποίον είχε πάρη αυτή; Και μήπως είχε τρέξει όλην την ώραν ένα και τον αυτόν δρόμον; Καταρχάς είχε στραφή δεξιά, ως να ήθελε να πάρη τον κατήφορον, είτα εστράφη αριστερά, κ' έτρεξε τον ανήφορονμε όλον το μειονέκτημα το οποίον είχεν ο ανηφορικός δρόμος διά να λαχανιάση τις, όταν καταδιωκόμενος βιάζεται να τρέχη.

Ο δρόμος ήτον ολίγο ανηφορικός εδώ κ' έσχιζε το πυκνό δάσος του μοναστηριού. Κοδελώνονταν ολόγυρ' απ' όχτους, πήδαε ρεμματιές, ανέβαινε μικρούς βράχους. Κ' εκεί που πηγαίναμε αγάλια αγάλια εμείς οι τρεις καβάλα, εμένα μούρθε πάλε η όρεξη η βραδινή για να τραγουδήσω. Σας ξομολογιέμαι.

Άκουσε τι σκέφτηκα· είπε. Τώρα μεις μπήκαμε σ' ένα δρόμο· ψηλάχαμηλά περνούμε. Μιλούμε για το μέλλον· μέλλον είνε το αύριο· μα είνε και το μεθαύριο. Εγώδε στο κρύβωμεγάλο φόρτωμα πήρα στον ώμο μου κι ο δρόμος είνε μακρύς, μακρύς κι ανηφορικός! Η κόρη χαμογέλασε· άπλωσε το μεστωμένο χέρι της και του χάιδεψε το μέτωπο. — Από τώρα δείλιασες; του ψιθύρισε σκύβοντας απάνου του ανήσυχα.

Ο δρόμος ήτον ολίγο ανηφορικός εδώ κ' έσχιζε το πυκνό δάσος του μοναστηριού. Κοδελώνονταν ολόγυρ' απ' όχτους, πήδαε ρεμματιές, ανέβαινε μικρούς βράχους. Κ' εκεί που πηγαίναμε αγάλια αγάλια εμείς οι τρεις καβάλα, εμένα μούρθε πάλε η όρεξη η βραδυνή για να τραγουδήσω. Σας ξομολογιέμαι.

Αι άλλαι τέχναι διά να δώσουν καρπούς απαιτούν προηγουμένως μάθησιν και κόπον, διότι «είνε πολύς και ανηφορικός ο δρόμος όστις φέρει εις αυτάς», όπως λέγει διά την αρετήν ο Ησίοδος• η δε παρασιτική μόνη εκ των τεχνών απολαμβάνει συγχρόνως με την μάθησιν, και άμα αρχίση, φθάνει και εις τον σκοπόν της.

Ο δρόμος ανηφορικός ανάμεσα στην κοιλάδα και το βουνό, ανάμεσα σε βράχους, ελαιόδεντρα και φραγκοσυκιές, όλα ένα γκρίζο, του φαινόταν, ναι, ότι ήταν ο Γολγοθάς του αλλά ταυτόχρονα και ένας δρόμος που μπορούσε να τον οδηγήσει σε έναν τόπο ελευθερίας. Να, σκεφτόταν κοιτάζοντας την Ορτομπένε, εκεί πάνω είναι μια πόλη από γρανίτη με δυνατά, σιωπηλά κάστρα.