United States or Tokelau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Γι' αυτό έρχου κάθε μέρα να σε βλέπω, νάχης την ευχή μου, και να με λέγης δα κι' όλα, πώς πηγαίν' η κρίσι μας. Η οικία της χήρας Οθωμανίδος κείται επί της ευρείας μεν τώρα, αλλ’ όχι πλέον ως πριν γραφικωτάτης οδού, της Ν δ ι β ά ν — γ ι ο λ ο ύ, ου μακράν της πλατείας του βυζαντινού ιπποδρομίου. Προφανώς είναι παλαιόν κτήμα, ευπόρου άλλοτε οικογενείας.

Και έως ου φθάση εις την οικίαν της χήρας Αχτίτσας, ακούει μουσικήν, βιολιά και λαγούτα, άσματα, φωνάς, θόρυβον, γέλωτας.

Εκεί έμειναν επί εβδομάδας, το φθινόπωρον εκείνο, αι δύο αδελφαί. Εις την αρχήν είχον συντροφιάν, διότι υπήρχον και άλλοι νερόμυλοι εις το ρέμμα της Κεχριάς. Εκεί τον κατήφορον ήτον ο μύλος της Μοσχαδώς της χήρας, ο μύλος του Δήμου του Μανιάτη. Αλλ' αι εργασίαι ωλιγόστευσαν, κ' οι γείτονες έφυγαν.

Συλλογίσου τα λόγια μου και θα δης πως έχω δίκιο. — Καλά το 'πα 'γώ πως εβάρθηκες να με σκάσης απόψε, είπεν η Μαργή και με θυελλώδη ορμήν ερρίφθη εις μίαν γωνίαν, όπου, λαβούσα στάσιν Νιόβης, ήρχισεν εκ νέου να κλαίη. Η μητρική καρδία της χήρας συνεκινήθη. — Μα, θυγατέρα μου, δε σου 'πα δα και άρον άρον να τόνε πάρης!

Είνε αληθές ότι αφ' ότου επρόσεξεν εις την κόρην της χήρας, τα λευκά και αβρά θέλγητρα της Μαργής εξήσκουν άλλου είδους γοητείαν εις την ψυχήν του ημιαγρίου εφήβου και όταν την έβλεπε τον ώθει αγρία ορμή να την περιβάλη με τους ρωμαλέους βραχίονάς του και να λυώση εις την λαύραν των πόθων του την μικροκαμωμένην και γαλακτώδη εκείνην ξανθήν.

Ο δε Σωτήρ, συγκαταβατικώτερος των επισήμων επί γης διερμηνευτών του, «μνημονεύων των επί γης διατριβών», καθώς είπεν ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ενθυμούμενος την πενιχράν προσφοράν της χήρας, εδέχετο και του πένητος λαού του τον ευσεβή φόρον, καθώς εδέχθη εκείνης τα δύο λεπτά.

Αλλ' ο Μανώλης, ο οποίος είχεν ήδη τεθή υπό τον όνον, εσήκωσε μόνον αυτόν και τον μετέφερε θριαμβευτικώς μέχρι της οικίας της χήρας. Οι άθλοι ούτοι, εκτός του ότι δεν είχον διάφορον των προηγουμένων του προσπαθειών αποτέλεσμα, ήρχισαν να διεγείρουν και γενικήν κατακραυγήν εναντίον του. Το σκάνδαλον υπερέβαινε τα όρια. Ποτέ δεν είχαν συμβή παρόμοια πράγματα εις το χωριό.

Ο Μανώλης, όστις εν τω μεταξύ ανεκάλυψεν εις το απέναντι δώμα την Πηγήν απλώνουσαν εις τον ήλιον το ύφασμα, το οποίον είχε «λευκάνει» εις τον ποταμόν, μόλις ήκουε την φλυαρίαν της χήρας. Αλλ' αυτή κύπτουσα επί της «πλύστρας» και εξακολουθούσα να πλύνη, εξηκολούθει και να του ομιλή περί της θυγατρός της. Ήτον μετανοημένη που δεν την αφήκε στη χώρα.

ΑΚΤΩΝ. Ω! της χήρας Διδώς! ω το κουτόλογο! τι μπαίνει αυτή η χήρα! η χήρα Διδώ! ΣΕΒΑΣΤ. Και τι; αν είχε μελετήσει και τον απόχηρον Αινεία; Μην παραξενεύεσαι τόσο εύκολα, Κύριέ μου. ΑΔΡΙΑΝ. Η χήρα Διδώ, είπες; με κάνεις και συλλογίζομαι απάνου σ' αυτό· ήταν από την Καρχηδόνα, όχι από το Τούνεζι. ΓΟΝΖ. Αυτό το Τούνεζι, Κύριε, ήταν η Καρχηδόνα. ΑΔΡΙΑΝ. Η Καρχηδόνα; ΓΟΝΖ. Σε βεβαιώνω, η Καρχηδόνα.