United States or Japan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Αλβέρτος εγύρισε και η Καρολίνα επήγε να τον υποδεχθή με στενόχωρη σπουδή· δεν ήταν φαιδρός, η υπόθεσή του δεν ήταν τελειωμένη, είχε εύρει τον γείτονα έπαρχο άκαμπτο και μικρόμυαλο άνθρωπο. Κι' ο κακός δρόμος ακόμη τον είχε κάνει δύσθυμο.

Αυτή 'νε και στη χώρα μαθημένη κεμάς το παιδί μας είνε βοσκός, επρόσθεσεν η Ρηγινιώ. — Και πότε θαρθή, λέει, αυτή η σουρλάντα απού τη χώρα; — Σένα δυο μήνες, λέει. — Ας είνε, ο Μανώλης θα πάρη το Πηγιό. Τελειωμένη δουλειά, είπεν ο Σαϊτονικολής. Η συγκατάθεσις του Θωμά, του πατρός της Πηγής, ηδύνατο να θεωρηθή εκ των προτέρων βεβαία.

Ο κύριος δημοτικός σύμβουλος μ' αρώτησεν αν γνωρίζω ολίγην κηπουρικήν, και αφού του είπα πως αυτή είνε η δουλειά μου, μ' έβαλε σ' ένα αμάξι και με έφερεν εις το αντικρυνό καφφενείον η «Ματαιότης». Εκεί εφώναξεν ένα παπά και ένα φουστανελά, μ' εσύστησεν εις αυτούς, μου είπε πως η υπόθεσίς μου είνε τελειωμένη, πως θα έχω εξήντα δραχμάς τον μήνα, ίσως και τυχερά, και να υπάγω αύριον το πρωι ν' αναλάβω τα καθήκοντά μου κηπουρού.

Γλώσσα δυνατή, αρμονική, γεμάτη νόημα και πάθος. Η παράδοση έλεγε πως αν ήταν μεγάλοι εκείνοι ήταν από τη γλώσσα τους. Σκέφτηκε λοιπόν, αφού επήρε τ' όνομα, να πάρη κ' εκείνη. Να την πάρη όχι μόνον αυτός αλλά κι ο αδερφός του κ' οι κολλήγοι του ακόμα. Άμα το κατώρθωνε αυτό, πίστευε τη δουλειά του τελειωμένη. Και άμ' έπος, άμ' έργον, άρχισε στα σοβαρά το σκοπό του.

Αν αυτός το απεφάσιζε, θα ήτο τελειωμένη δουλειά. Δεν ηδύνατο να φαντασθή ότι η κόρη του είχε κάμει μόνη την εκλογήν της.. Ο έρως ήτο δι' αυτόν ελαφρότης και κακοήθεα, την οποίαν δεν θα επέτρεπε ποτε εις την θυγατέρα του. Θα ηγάπα μόνον τον άνδρα της και τον άνδρα της θα τον εξέλεγεν αυτός.

Πρέπει δε να συγχωρηθώ εάν δεν δύναμαι να επιδείξω κανέν αρχαίον πρότυπον της εικόνος ταύτης, διότι ουδέν τοιούτον μνημονεύεται μεταξύ των διαπρεψάντων κατά την αρχαιότητα εις την παιδείαν. Αλλά τέλος πάντων ας θεωρηθή τελειωμένη και αυτή η εικών και ας αναρτηθή, διότι και όπως έχει δεν μου φαίνεται να είνε κακή. ΛΥΚ. Εξ εναντίας είνε πολύ ωραία, Παλύστρατε, και εις όλας της τας γραμμάς ακριβής.

Μα σεις που μιλείτε για τόσα γενικά εθνικά ζητήματα, δε στοχαστήκατε πως ίσως σας διαβάσουν και μερικοί απ' αυτούς, και βλέποντας πως μικραίνετε όσο μπορείτε τα σύνορα του έθνους και πως μιλείτε για μια μικρούτσικη Ελλάδα, και πως μιλείτε σα νάταν τελειωμένη η Ελλάδα και να μην είχε να σκεφτεί πια για τίποτε άλλο, παρά για τους προλεταρίους τηςδε στοχαστήκατε, λέω, πως ίσως τολμήσουν και σας ρωτήσουν; «Ε και μας τι μας έκαμες, τους άλλους; Σε ποιο κράτος θα είμαστε προλετάριοι ή διοικούσα τάξη; Πού μας βάζεις; Ποιος σου είπε πως θ' αφήσουμε την Ελλάδα ήσυχη, εμείς, να γίνεται, Βέλγιο της Ανατολής; Μεις τη χρειαζόμαστε γι' άλλα, για τη ζωή μας που κιντυνεύει από εχτρούς που δεν τους βλέπεις επειδή βρίσκουνται έξω από τα σύνορα του κράτους.

Την τρίτην ημέραν τέλος πάντων, όντας τελειωμένη η κασσέλα, την εσκεπάσαμεν με ένα πεύκι της Περσίας, και εκάμαμεν και την έφεραν εις ένα κάμπον και αποθέτοντάς την εκεί επρόσταξα τους ανθρώπους διά να γυρίσουν εις το σπήτι τους.