United States or India ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σήκω να πάμετην εκκλησία· και μη μιλήσης, για το Θεό! σου πήρε αμέσως τη φωνή. — Πού είνε; πού είνε; είπεν ηρέμα ο παις. — Νά τος! Εκεί με τη λύρα του. Πάμε. Πού είνε ο Κουτσογεώργης; — Κοιμάται εκείτο χάλασμα κουκκουλωμένος. Αληθώς έρεγχεν εκεί ο Κουτσογεώργης σκεπασμένος. Αλλ' αίφνης φωνάζει ο παις. — Εγώ θα σου δείξω ότι δεν φοβούμαι τα Σκαλικαντζούρια.

Ν' αφήσω τα ακοπίαστα κέρδη και να εργάζωμαι την γην, τρώγων τον άρτον με τον ιδρώτα του προσώπου μου και με την ευλογίαν του Θεού. Και ήρχετο καθ' ημέραν ο καβαλλάρης μου, πρωί-βράδυ, σωστός γιατρός πλέον· πάντα με το κηράκι του και πάντα σκεπασμένος με ομίχλην, σαν νάθελε να φυλάξη μυστικόν το καλόν οπού έκαμνε.

Οι φοβεροί λόγοι του επιτιμίου ελάμβαναν σάρκα και οστά εις την φαντασίαν των· ποικίλα φοβερά θεάματα ήρχοντο και παρήρχοντο ενώπιόν των και τους κατετρόμαζον. Ο ουρανός ήτο σκεπασμένος από κατάμαυρα νέφη αποκρύπτοντα τελείως τον ήλιον. Τα πουλάκια προαισθανόμενα καταιγίδα είχον τρυπώση.

Μα ο ουρανός ρίχνει την συγκρατούμενη βροχή του σκεπασμένος πέρα ως πέρ' από σύγνεφα. Επελάγωσαν οι δρόμοι μας όλοι, μούσκεψαν οι τοίχοι κι' η σκέπες των σπιτιών. Νοτίζουν όλα τα πράμματά μας. Και μια μεγάλ' υγρασία, που περνάει την σάρκα μας ως το κόκκαλο, μας εζάρωσε ολότελα. Τα βουνά πέρα είνε τυλιγμένα σε μπόρα και δεν φαίνονται. Βρέχ' εδώ και χιονίζει εκεί.

Κίτρινα σύννεφα πρόβαλαν ξαφνιασμένα πάνω από το υγρό Βουνό και από τα ψηλά του χωριού, εμπρός από την εξώπορτα των Πιντόρ, φαινόταν ο κάμπος σκεπασμένος με χρυσαφί βούρλα και το πράσινο ποτάμι ανάμεσα σε νησάκια άσπρης άμμου. Η σιωπή ήταν τόση που ακούγονταν οι γυναίκες να κοπανάνε τα ρούχα στο ποτάμι, κάτω από το μοναχικό πεύκο της όχθης.

Συ με προσοχήν να τον κυττάζης, ενώ κ' εγώτο πρόσωπό του στυλωμένα θα 'χω τα μάτια, και κατόπι εμείς οι δύο από τα συμπεράσματά μας ενωμένα θα κρίνωμε την όψιν του. ΟΡΑΤΙΟΣ Καλά το εσκέφθης· κ' εάν, ενώ τα δράμα παίζετ', επιτύχη αυτός να κλέψη τι και μείνη σκεπασμένος, εγώ το κλεψιμιό πλερόνω.

Είνε μέσα καταμεσής ς' την Σταμπούλ. Μυρμηκιά γύρω τα τούρκικα σπίτια. Σ' το Βεφά-Μεϊντάν. Πίσω ς' την αυλίτσα ς' ένα μεγάλο χάνι που δουλεύουν Αρμένιοι υφανταί. Εκεί είνε ο τάφος του Παλαιολόγου σκεπασμένος με λιθάρια ρυπαρά και όστρακα από δε την υγρασίαν οπού υπάρχει εκεί, εφύτρωσαν αγριόχορτα διάφορα.

Ένα βράδυ, τον Ιούλιο, η Νοέμι καθόταν στο συνηθισμένο μέρος στην αυλή και έραβε. Η μέρα ήταν πολύ ζεστή και ο ουρανός, με ένα γκριζωπό γαλάζιο, έμοιαζε να είναι ακόμη σκεπασμένος από τη στάχτη μιας πυρκαγιάς της οποίας οι τελευταίες φλόγες έσβηναν στη δύση.