United States or Cyprus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Άφες με, λέγω, ω δαιμόνιον Φάσμα, να ονειρευθώ ολίγον. Θέλω εκείνο, το οποίον εφαντάσθην, να ίδω· όχι τούτο, εις το οποίον κυλύομαι και σύρομαι. Δος μου και πάλιν τας παλαιάς πτέρυγάς μου, ή καν δος μου του ονείρου τας απατηλάς πτέρυγας, ίνα πετάξω υψηλά, εις της Ιδέας τον κόσμον. Ω, πόσον ωραία είνε τα όνειρα!

Η νέα γυναίκα δεν ομοιάζει με τας παλαιάς εις τας τρεις πράξεις του δράματος της κ. Παρρέν. Η παλαιά γυναίκα είνε η μητέρα, η οποία προσπαθεί να επιτύχη τον γάμον του υιού της με μίαν πλουσίαν ύποπτον διά να προικίση από την προίκα της τα γεροντοκόριτσά της. Η ιδία η μητέρα ηνέχθη μέσα εις το σπήτι της την ερωμένην του ανδρός της.

Κατά το φαγητόν ο γέρω Βαγγέλης διηγήθη εις τον Δημήτρην, προς τον οποίον συνεδέετο διά παλαιάς φιλίας, το αίτιον της θλίψεώς του. Ο γέρω Βαγγέλης, πτωχός ποιμήν, είχε μίαν κόρην την Μπίλιω, την οποίαν είχεν αρραβωνίσει μετά του Νάσου, γείτονος βοσκού.

Η φυλακή της Παλαιάς Δημοκρατίας είναι βεβαίως εκ των επιβλητικωτάτων οικοδομημάτων. Διατί όμως η μαρκησία τα προσηλώνει επ' αυτής τόσον πεισματικά, ενώ πλησίον της αγωνιά το μόνον της τέκνον; Ακριβώς απέναντι των παραθύρων του κοιτώνος της ανοίγεται εκεί κάτω ένας όρμος πλήρης σκότους.

Είχαν ενθυμηθή παλαιάς ιστορίας, διηγούντο προς αλλήλους τα παθήματά των, τα οποία δεν είχον τελειωμόν. Ο Παρρήσης μάλιστα εξαρθείς από της πεζότητος ετραγούδει κατά προτίμησιν «μερακλίδικα» τραγούδια, οίον τον στίχον: Σαν κλήμα με κλαδεύουνε και κλαδεμούς δεν έχω.

Οι σύμμαχοι των Λεοντίνων πέμψαντες πρεσβείαν εις τας Αθήνας δυνάμει παλαιάς συμμαχίας και ως Ίωνες έπεισαν τους Αθηναίους να στείλουν προς βοήθειαν αυτών πλοία, διότι οι Συρακούσιοι τους είχαν αποκλείσει και δια ξηράς και διά θαλάσσης.

Αμήν! ανεφώνησε πάλιν η γραία. Τέλος ο ιερεύς, με απαστράπτον το ασκητικόν του πρόσωπον, ωσεί αναβαλλόμένος το φως ως ιμάτιον, ασκεπής, με την ολόλευκον κεφαλήν του, και φορών πλέον μόνον το κάτασπρον ολοβρόχινον στιχάριον, Λευίτης της Νέας με τον ποδήρη χιτώνα της Παλαιάς, απονιφθείς τας χείρας εν τω νιπτήρι του Βήματος, ήλθε προς την γραίαν πάλιν και πριν αποσπογγισθή, ερράντισε τρις αυτήν κατά πρόσωπον, επιλέγων το τέλος του άσματος: — Όταν καθίση ο κριτής κρίναι την οικουμένην . . .

Η οικογένεια του είνε ο τύπος της παλαιάς οικογενείας, με όλα της τα ψεύδη και με όλας της τας προλήψεις. Η μητέρα του είνε η σκλάβα του πατέρα του, και τα παιδιά ανατρέφονται μέσα εις το σκότος αυτής της δουλείας.