United States or Puerto Rico ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κιμίκρ! Ηρώτα ο κυρ-Δημάκης, πλέον σύννους και από τον αρχαίον έλληνα, τον προσπαθούντα να εξηγήση τον δοθέντα εις αυτόν χρησμόν παρά της ομοίως μογιλάλου Πυθίας. Εξήρχοντο. Το χωρίον εκοιμάτο ακόμη. Νυξ παγερά του Δεκεμβρίου. Γαλήνη χιονώδης και κρύα νηνεμία.

Ακριβώς το μεσονύκτιον της ημέρας, καθ' ην απέθανε, με εκάλεσε παρά την κλίνην της επισήμως, και μοι εζήτησε να τη επαναλάβω τους εξής στίχους, ους αύτη πρό τινων ημερών είχε συνθέσει: «Ιδού, επήλθε, τέλος, νυξ πανηγύρεως μετά τους τελευταίους τούτους θλιβερούς χρόνους· πλήθος αγγέλων πτερωτών, φερόντων πέπλους και βρεχομένων από τα δάκρυα των, βλέπουσιν εντός θεάτρου δράμα ελπίδων και φόβων, ενώ εκ διαλειμμάτων η ορχήστρα ανακρούει την μουσικήν των σφαιρών».

Εις την λάμψιν της ημέρας εμφανίζεται και του Δαρείου το είδωλον ενώπιον των γερόντων Περσών, αλλ' η νυξ ενυπάρχει εν τη τραγωδία αυτή του Αισχύλου.

Είτα καταβάς πλησίον των εδίδαξεν αυτούς πολλά, κηρύττων αυτοίς την βασιλείαν των ουρανών, και θεραπεύων τους ασθενείς των. Η ημέρα έκλινε, και μετ' ολίγον θα επήρχετο νυξ, αλλ' όμως το πλήθος προσεκαρτέρει ακόμη, θελγόμενον από την θείαν εκείνην φωνήν και από τα ιερά λόγια.

Η Αϊμά εφυλάττετο να ομιλήση, και ο συνοδεύων αυτήν ουδέν ετόλμα να υποψιθυρίση. Ότε έφθασαν εις το ύπαιθρον, αν και η νυξ ήτο ζοφερωτάτη και πυκνά νέφη εσκότιζαν το στερέωμα, ο καλούμενος Μάχτος έκυπτε τόσον το πρόσωπον προς την γην, ώστε η Αϊμά δεν ηδύνατο να διακρίνη τους χαρακτήρας του προσώπου του. Η νέα εκράτει σφιγκτώς τον βραχίονά του, εκείνος δε δεν έστρεφε προς αυτήν το πρόσωπον.

Αλλά τον ειδοποίησαν ότι πριν φθάση εις την Αγοράν, θα εξεσχίζετο υπό του λαού, και τον ηπείλησαν ότι θα τον εγκατέλιπον, εάν δεν ίππευεν αμέσως. Ο Φάων τω προσέφερεν άσυλον εις την έπαυλίν του, την κειμένην έξω της Νομεντιανής Πύλης. Με τας κεφαλάς σκεπασμένας με τους μανδύας των απήλθον έφιπποι προς τα σύνορα της Ρώμης. Η νυξ ωχριάτο.

Εκτός των βαρέων υποδημάτων των ναυτών επί των σανίδων του πλοίου, άλλος ανθρώπινος κρότος δεν ηκούετο εν μέσω της βοής του ανέμου και της θαλάσσης. Ήτο ζοφερά η νυξ. Τα νέφη εκάλυψαν ολόκληρον τον ουρανόν. Άστρον δεν εφαίνετο. Μόνος ο φωσφορώδης αφρός των εξηγριωμένων κυμάτων απήστραπτεν εντός του σκότους.

Εις τοιαύτας παρεδίδοντο μελαγχολικάς σκέψεις, ότε ο κώδων του όρθρου ενεθύμισεν αυτοίς τον επικείμενον κίνδυνον. Η νυξ ήτο σκοτεινή και οι σταύλοι εγγύς, εν αυτοίς δ’ έζη ακόμη ο καλός εκείνος όνος, όστις προ επτά ετών είχε μετακομίσει εις Φούλδαν την Ιωάνναν.

Αν ήτο ημέρα, ότε διεπράττετο το ανοσιούργημα εκείνο, ήθελε συμβή αναμφιβόλως και έκλειψις ηλίου· αλλ' επειδή ήτο νυξ βαθεία, μόνην την σελήνην ηδυνήθησαν να παραστήσωσιν ημίν οι φιλαλήθεις Χρονογράφοι σκιαζομένην υπό αιμοδαφούς νεφέλης.

Η νυξ παρήλθε, και πριν το λυκαυγές αρχίση να υποφώσκη εν τη πρώτη εκείνη μεγάλη ημέρα του Χριστιανικού Πάσχα, η περιπαθής αγάπη των γυναικών εκείνων αίτινες προσεκαρτέρησαν τελευταίαι παρά τον Σταυρόν, τας έκαμε και πρωινωτάτας παρά τον τάφον.