Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025
— Ερυξίμαχε, είπεν, οφείλεις ή να μου παύσης τον λόξυγκα ή να ομιλήσης συ εις την θέσιν μου έως ότου να παύση. — Θα κάμω και το ένα και το άλλο, είπεν ο Ερυξίμαχος. Δηλαδή εγώ μεν θα ομιλήσω εις την θέσιν σου, συ δε εις την ιδικήν μου, όταν το κακόν περάση· εφ' όσον δε εγώ ομιλώ, αν μεν προτιμάς, κράτησε την αναπνοήν σου αρκετήν ώραν και ο λόξυγκας θα παύση· ειδεμή, γαργαρίσου με ολίγον νερόν.
Και ευθύς επρόσταξεν ο βασιλεύς να ετοιμάσουν τα άλογα και εκαβαλλίκευσε με αρκετήν παράταξιν, έχοντας οδηγόν τον ψαράν και φθάνοντες εις το αντίκρυ βουνόν, από το όπισθεν μέρος είδον μίαν ευρυχωροτάτην πεδιάδα, και εθαύμασαν διότι δεν την είχεν ιδεί ποτέ κανένας· και τέλος πάντων έφθασαν εις την λίμνην της οποίας το νερόν ήτο καθαρώτατον τόσον, ώστε τα ψάρια όλα που εφαίνοντο μέσα ήσαν παρόμοια με εκείνα τα οποία ο ψαράς είχε προσφέρει του βασιλέως.
Κατά τα άλλα δε όταν θελήσης να μάθης πώς είσαι, όταν θα είνε γαλήνη ανέβα εις μίαν πέτραν και κύτταξε τον εαυτόν σου εις το νερόν και θα ιδής ότι είσαι μόνον λευκόν χρώμα και τίποτε άλλο• αλλά το λευκόν δεν αρέσει παρά μόνον εάν το στολίζη και το ερύθημα.
Ώστε που μετέπειτα έλαβα ένα από τα ψωμιά μου, και έφαγα και έπια και νερόν, και μετά ταύτα έζησα μερικές ημέρες· και όταν τα έσωσα, εστοχαζόμουν ότι τότε εξ ανάγκης έπρεπε να αποθάνω, και δεν εκαρτερούσα άλλο, παρά τον θάνατον· όταν ακούω και ανοίγουν το στόμιον του κοιμητηρίου, και εκατέβασαν ένα νεκρόν· έπειτα εκατέβασαν και την γυναίκα του ζωντανήν.
Οι Τούρκοι βλέποντες ότι κατεδαφίσθη ολοτελώς το μοναστήριον, ότι τους εξέλιπον αι τροφαί και τα πολεμοφόδια, προ πάντων δε το νερόν, τελευταίον μη βλέποντες ουδέ βοήθειαν καμμίαν, ουδέ καν προσπάθειαν συνδρομής από το μέρος των οικείων των, ενώ μόλις απείχον πεντακόσια βήματα, απεφάσισαν να ζητήσωσι συνθήκας και διεύθυνον ταυτοχρόνως το πρόβλημά των εις τον Καραϊσκάκην, τον Ναύαρχον και τον Αρχιστράτηγον.
Έξαφνα αντήχησεν εις τον αέρα έν πιφ, παφ! και αι χήνες έπεσαν εις το νερόν σκοτωμέναι, και εκεί όπου έπεσαν εκοκκίνισεν ο βάλτος από αίμα. Πιφ, παφ, άλλην μίαν φοράν, και ένας σωρός χηνών εσηκώθησαν από τα καλάμια και έφευγαν. Και άλλοι τουφεκισμοί ηκούσθησαν.
ΔΙΟΓ. Αφού σε παραλάβω θα σε γδύσω πρώτον από την καλοπέρασιν, θα σε αναγκάσω έπειτα να ζης με στερήσεις και θα σου φορέσω τρίβωνα όπως αυτόν που φορώ, κατόπιν δε θα σε υποβάλλω εις κόπους και κακοπαθείας, θα κοιμάσαι κατά γης, θα πίνης μόνον νερόν και θα τρέφεσαι με ό,τι τύχη.
Όταν δ' επέρασαν, είδαν ότι πέντε ή έξ χανούμισες, που έπλυναν σκυμμέναι πλησίον του μύλου, είχον σταθή και τους παρετήρουν, όπως ήσαν εις το νερόν, με τας εσθήτας ανασυρμένας άνω των γυμνών κνημών, με τους λευκούς πέπλους ριμμένους επί των νώτων και κρατουμένους εις την οσφύν. Μία μόνον είχε σύρει το γιασμάκι προς το πρόσωπον διά να καλυφθή τάχα.
Ήτο θέσις καλή μόνον διά να πέση τις εις την θάλασσαν να πνιγή, εάν το είχεν αποφασίση. Η γραία έβγαλεν από το καλάθι της τα ολίγα παξιμάδια όσα της είχον μείνη, ελαίας και τυρίον, κ' εδείπνησεν. Ευτυχώς το φλασκί της, ήτο γεμάτο νερόν, επειδή το δειλινόν το είχε γεμίσει από την γούρναν.
Δεν την περιμένομεν, βλέπετε, από τους ανθρώπους, αλλά την περιμένομεν από τον θεόν, όστις σήμερον τουλάχιστον, εκεί όπου κατηντήσαμεν, αφού δεν ευδοκεί να μας βρέξη ολίγον χρυσόν διά τα τοκομερίδια, ημπορεί επί τέλους και να παύση βρέχων νερόν δι' ολίγας ημέρας. Μίαν από τας ημέρας αυτάς θα επιθεωρήσωμεν και ημείς τας οδούς της πρωτευούσης και την κατάστασιν αυτών.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν