United States or Democratic Republic of the Congo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' εάν συ τους φοβήσαι, δος εις εμέ τους επικούρους και εγώ τους τιμωρώ διότι ήλθον εδώ. Σε δε είμαι έτοιμος να εκπέμψω εκ της νήσου

Και ησθάνθη τον λάρυγγά του στενούμενον υπό συγκινήσεως. Εξηκολούθησαν εν σιωπή την οδοιπορίαν. Η οδός δεν εφράσσετο πλέον εκατέρωθεν υπό τοίχων, αλλά διέσχιζε θάμνους σχοίνων και κομάρων καταβαίνουσα προς τα απόκρημνα της νήσου παράλια.

Αμέσως άνωθεν της Ελεφαντίνης η χώρα κατοικείται υπό των Αιθιόπων· εν τούτοις το ήμισυ της νήσου κατοικείται υπό Αιγυπτίων. Συνέχεται δε αύτη μετά μεγάλης λίμνης πέριξ της οποίας κατοικούσιν Αιθίοπες νομάδες. Ταύτην αφού διαπλεύσης, εισέρχεσαι εις το ρεύμα του ποταμού όπερ χύνεται εις την λίμνην.

Οι κάτοικοί των καταβαίνουν εις νέους συνοικισμούς ανετωτέρους και ευρυχωροτέρους, παρά τον αιγιαλόν, μετ' ολίγας δ' έτι γενεάς τα παλαιά των νήσων Κάστρα θα μετασχηματισθούν εις μεσαιωνικά ερείπια. Τότε και η πρωτεύουσα της νήσου, εις την οποίαν μετά τοσούτου κόπου και φόβου ανηρχόμεθα κατ' εκείνην την νύκτα, θα μετατοπισθή επίσης εις το μικρόν ήδη επίνειόν της, την Σκάλαν.

Η συμμαχία αύτη έγινεν όχι πολύ ύστερον από τας κοινάς σπονδάς, και οι Αθηναίοι απέδωκαν εις τους Λακεδαιμονίους τους αιχμαλώτους της νήσου και το θέρος του ενδεκάτου έτους ήρχισεν. Ένταύθα δε τελειώνει η διήγησις του πρώτου πολέμου, ο οποίος διήρκεσε δέκα έτη άνευ διακοπής.

Δεν ήτο βεβαίως υπέρογκον το βάρος διά την κοινότητα της νήσου. Ο Γεροθανάσης, του οποίου οι ολίγοι αγροί έκειντο πέρα της καλύβης του λεπρού, ανεδέχθη την μεταφοράν της εβδομαδιαίας προμηθείας άρτου. Αλλά δεν περιωρίσθη εις τούτο η αγαθότης του φιλανθρώπου χωρικού.

Ως μέσα εις τα πολύδενδρα Δάση το βράδυ εισπνέει Το τεθλιμμένον φύσημα Μεσηβρινόν και φαίνεται Θρήνος ανθρώπων· Εις τον ηρημωμένον Αιγιαλόν της νήσου Ούτω φέρνουν τα κύματα Και το παράπονόν τους Η Ωκεανίναι. Τα γαλακτώδη μέλη Των παρθένων της Χίου Πλέον εσύ δεν ραντίζεις Ω λαμπρόν του Αιγαίου Ιερόν ρεύμα.

Τα τρικάταρτο μπάρκο του καπετάν Φώκα, η Σκίαθος ένα ωραίον σκάφος του αλησμονήτου αρχιναυπηγού της νήσου του ξακουσμένου εις όλας τας ναυτικάς της Ελλάδος πόλεις Μάστρο-Γεωργού μόλις εσώθη την εσπέραν εκείνην, καταφυγόν ξυλάρμενονμε τα κάτω μόνον φλέσια, και τον μέσα φλόκονεις της τρεις Μπούκαις, τον σωτήριον της Σκύρου λιμένα.

Και όταν ο Γέρω-Συμβίας ο κορακοζώητος, ανάπτη τον μέγαν πολυέλαιον και σείη αυτόν, μ' αρέσει να βλέπω να σείεται μετ' αυτού και η ασημένια σκούνα, η οποία κρέμεται από τον μέγαν του ναού πολυέλαιον, υπό τον θόλον, τάξιμον ευλαβές του πλοιάρχου μου. Απαράλλακτη η σκούνα μου, η καταπρασίνη, που μια φορά κ' έναν καιρόν ήταν αραγμένη εις τον βοσπορίζοντα λιμένα της νήσου.

Τότε εμάθομεν ότι ο στόλος, τον οποίον είδομεν την αυγήν πλέοντα προς την Σάμον, είχε διαμείνει δέκα ημέρας εις τα παράλια της Χίου, υπό τον ναύαρχον Τομπάζην, προς εξέγερσιν της νήσου, αλλ' ότι οι Τούρκοι, άμα ιδόντες τα Ελληνικά πλοία, συνέλαβον τον αρχιερέα και τους προκρίτους, τους οποίους εισέτι εκράτουν ως ομήρους εντός του φρουρίου, οι δε χωρικοί δεν εκινήθησαν, και απέπλευσεν άπρακτος ο στόλος.