United States or Maldives ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σήμερις όμως βλέπω και καμιάν αρχή δε θέλουν· «Εμείς, λέει, νακούσουμε λόγο; Για ποιους μας παίρνεις; Εμείς είμαστε ποιητάδες και γράφουμε όπως μας κατεβή, χωρίς λόγο κανένα!» Κ' έτσι βγήκε στη μέση και κοντέβει να γίνη της μόδας μια κάποια μισή γλώσσα, που αρέσει πολύ σε κείνους που τη γράφουνε. Η μισή γλώσσα τι πράμα είναι ωςτόσο; Για να δούμε.

ΣΤΕΦΑΝ. Τόσο καλή είναι η κόρη; ΚΑΛΙΜΠ. Ναίσκε, αφέντη, σου πρέπει, σε βεβαιώνω, και θα σου κάμη παιδιά παλληκάρια. Σ' αρέσει το σχέδιο, Τρίνκουλε; ΤΡΙΝΚ. Πολύ. ΣΤΕΦΑΝ. Δος μου το χέρι σου· μου πονεί που σ' εβάρεσα· μα όσο ζης βάστα τη γλώσσα σου. ΚΑΛΙΜΠ. Σε μισή ώρα θα κοιμάται· τον χαλάς τότε; ΣΤΕΦΑΝ. Ναι, στην τιμή μου. ΑΡΙΕΛ. Τούτο θα τ' αναφέρω του Κυρίου μου.

Λοιπόν πού θα εργασθώμεν; Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Εδώ εις το πλαϊνό δωμάτιον. Εδώ που εργασθήκατε και την άλλη φορά. Τα έχομεν όλα έτοιμα. Ο λ γ ί ν α. Σκηνή Δ'. Ολγίνα και Ελένη. Αί! Είσθε έτοιμες; Δεν πιστεύω νάργησα. Ο λ γ ί ν α. Δηλαδή! Ήλθες μισή ώρα πριν και θα μας περιμένης, γιατί έχομε να πάμε μια στιγμή στη ράφτρα για δοκιμές. Ε λ έ ν η.

Ο Παλαμάς. . . Αχ! και τι άκουσε ο καλός μας ο Παλαμάς το κάτω κάτω για τη μισή γλώσσα, που κάποτε γράφει; Του τα είπε μια μέρα ένας κάμποσο ανάττικος Αττικός , και του λέει πως καμιά διαφορά η γλώσσα του δεν έχει με την καθαρέβουσα, καμιά διαφορά μάλιστα με τη γλώσσα που γράφει κι ο ίδιος ο Αττικός.

Αλλά τούτο ήτο ένας επί πλέον λόγος διά να τον μισή περισσότερον και να του φανερώνη σφοδροτέραν την απέχθειάν της. Εις την επίμονον δε αποστροφήν της εύρε και μίαν απροσδόκητον ενθάρρυνσιν. Η μητέρα της ανεγνώριζε τώρα ότι δεν της εταίριαζεν ο Μανώλης, τον οποίον και αυτή ήρχισε να ονομάζη Πατούχαν. — Καλά λες, παιδί μου. Δεν είνε για σένα τέτοιος άντρας. Έχεις δίκιο εσύ κεγώ 'χα το άδικο.

Ω, φύγε, φύγε, φύγε! Ίσως εσύ μ' εκδικηθής! Ω! φύγε! — Ω προδότη! Γ’ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Τα φώτα ποιος τα έσβυσε; Α’ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Δεν έπρεπε να σβύσουν; Γ’ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Ο ένας μόνον έπεσε. Μας έφυγε ο υιός του . Β’ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Τότ' η μισή μας η δουλειά πηγαίνειτα χαμένα. Α’ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Εκείνο τώρα πώγεινε ας' πάμε να το πούμε. Συμπόσιον εν τοις ανακτόροις. ΜΑΚΒΕΘ Λάβετε θέσιν. Ο καθείς γνωρίζει τον βαθμόν του.

Μέσα της νοσταλγούσε πάντα τα φυλλωμένα δάση και τα περισσά άνθη κ' η νίκη που κέρδισα στον αγώνα μου για τη θάλασσα είδα πως είτανε μισή νίκη μόνο. Έτσι συμφωνήσαμε να ορίζη στο εξής πότε ο ένας, πότε ο άλλος μας τον τόπο που θα μέναμε το καλοκαίρι.

Η αλήθεια είνε ότι και οι φίλοι του τού έκαμαν παρατηρήσεις και η Φοιβίς του ζητούσε πολλά, αλλ' εγώ πιστεύω ότι μάλλον τα μάγια μου τον έφεραν. Αλλ' η μάγισσα μου έμαθε και κάτι άλλο διά να κάνω τον Φανίαν να μισή και να σιχαίνεται την Φοιβίδα.

Ή μου είπε την εσπέραν: θα έλθετε βέβαια αύριο: — Ποιος μπορούσε να μην πάη; Ή μου δίδει μίαν παραγγελίαν και ευρίσκω πρέπον να της φέρω μόνος μου την απάντησιν; ή η ημέρα είναι πολύ ωραία, πηγαίνω εις το Βαλάιμ, και όταν πλέον είμαι εκεί, μισή μόνον ώρα είναι έως σ' αυτής! — Είμαι πάρα πολύ πλησίον εις την ατμοσφαίραν της. — Έν βήμα και είμαι εκεί.

Οι χωρικοί άρχησαν το ξεφόρτωμα και με τη βοήθεια του γουμένου σε μισή ώρα έβαλαν την πραμμάτεια στο μαγαζί της Μονής, που ήταν έτοιμο από νωρίς και, αφού ο Μανάρας είπεν ό,τι είχε να πη του γουμένου, εκάθησαν στα ζώα κ' έφυγαν.