United States or Saint Vincent and the Grenadines ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' η πράξις εκείνη προήλθεν εκ του προς την Χριστιανικήν πίστιν ζήλου του, διότι η εν Αθήναις Σχολή εκπροσωπούσα τον αρχαίον Ελληνικόν κόσμον, εκ του πνεύματος της ενταύθα διδασκομένης φιλοσοφίας εθεωρείτο και ως λείψανον του αρχαίου ειδωλολατρικού βίου.

Ήτο ο Γιάννης ο Κάνταρος, τελευταίον λείψανον της πάλαι πολυπληθούς εν Ευβοία οικογενείας των Κανταραίων. Ο άνθρωπος έφευγε την τουρκικήν εξουσίαν, επειδή είχε καταγγελθή ως αδελφοκτόνος.

Συλλέξαντες δι' εράνου τρεις δραχμάς κατεπείσαμεν δι' αυτών τον νεκροθάπτην ν' αποθέση το λείψανον του Πλούτωνος εις λάκκον σκαφέντα πλησίον του νεκροταφείου, αφού αδύνατον ήτο να ταφή εντός αυτού διά τον λόγον ότι είχε τεσσάρας πόδας.

Ο ναΐσκος ήτο ιδιόκτητος· πράγμα σπάνιον εις τον τόπον, λείψανον παλαιού θεσμού· ήτον κτήμα αυτού του γέροντος Φραγκούλα.

Γενική όμως κατήφεια, βαθυτάτη θλίψις, στεναγμοί, και δάκρυα συνώδευσαν τον νεκρόν εις το τελευταίον κατοικητήριόν του. Μαθηταί, χήραι, γέροντες, πτωχοί, ορφανά, και πάντες εν γένει οι κάτοικοι της κωμοπόλεως θρηνούντες παρηκολούθουν το λείψανον του ευεργέτου αυτών.

Ευτυχώς δι' αυτόν οι εχθροί δεν απεφάσισαν να έλθωσιν έως την θύραν του ισογείου. Λείψανον φόβου υπήρχεν ακόμη, φαίνεται, εις το βάθος του παιδικού θράσους Το έκαμε ταχέως και επιτυχώς, και αφού έφθασεν εις το πάτωμα, αόρατος εις τον εχθρόν όπισθεν λειψάνου ξυλοτοίχου αποφασιστικώς επήδησεν από το άλλο μέρος, εντός του εδάφους της αυλής του γέρο-Παγούρη.

Εις το αναμεταξύ που αυτός μου εδιηγείτο εκείνον τον σκληρόν και απάνθρωπον νόμον, ιδού και ήλθον οι φίλοι, οι συγγενείς και γείτονες διά να συντροφεύσουν το λείψανον και να παρασταθούν εις τον ενταφιασμόν του ανδρογύνου· εστόλισαν την γυναίκα με τα πλέον λαμπρά και χρυσά της φορέματα, με δακτυλίδια και σκουλαρίκια πολυτίμων λίθων και με άλλους στολισμούς από μαργαριτάρια, ομοίως και ο άνδρας εστολίσθη με λαμπρά φορέματα και πολύτιμα δακτυλίδια από πετράδια· έπειτα όλοι ομού οι συγγενείς, φίλοι και γείτονες τους· εσυντρόφευσαν, όντας και εγώ παρών, έως εις τον τάφον.

Υπακούσας ο φίλος εξετέλεσε την σκληράν διαταγήν και λαβών την προσφιλή του αρχηγού του κεφαλήν, κατέθεσεν αυτήν εντός δισακκίου και εσώθη φεύγων. Διωκόμενος ακαταπαύστως υπό των εχθρών και μη στέργων να παραιτήση την πολύτιμον παρακαταθήκην, έτρεχεν επί πολλάς ημέρας, εν μέσω κρημνών και βράχων, ζητών απόκεντρον και άγνωστον τινα κρύπτην, όπως ασφαλώς ενταφιάση το πεφιλημένον λείψανον.

Λέγει μ ο υ σ ι κ ή μ ε ή χ ο ν α ρ γ υ ρ ό ν, διότι δεν σας φέγγει τίποτε χρυσόν εσάς. Τότ’ η μουσική με ήχον αργυρόν μας παρηγορεί και μας βαλσαμώνει. Α’ ΜΟΥΣΙΚΟΣ Τι παληάνθρωπος είναι αυτός; Β’ ΜΟΥΣΙΚΟΣ Να 'πάγη να χαθή! Έλα, πηγαίνωμεν μέσα. Ν' ακο- λουθήσωμεν το λείψανον, κ' έπειτα τρώγομεν εδώ. Οδός εις Μάντουαν.

Η σελήνη ολονέν υψούτο εις το στερέωμα, αμαυρούσα και τα τελευταία αστεράκια, τα οποία αφανή έλαμπον δειλώς εις τας γωνίας του ουρανού. Η θάλασσα εφρικία ηρέμα από την λεπτήν αύραν την εξακολουθούσαν να πνέη ως λείψανον του ανέμου, όστις την είχεν αυλακώσει από πρωίας.