United States or Dominican Republic ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και κατέπινεν αδηφάγος, ταχύς, οιονεί διωκόμενος, και κατεβρόχθιζε πασαλείφων και μύστακα και γένειον, και έλειχεν εν τω μεταξύ τα χείλη και τους δακτύλους, πότε της μιας και πότε της άλλης των χειρών, και το ταψίον απεγυμνούτο βαθμηδόν, και το ήμισυ της μπογάτσας είχεν ήδη μεταβή εις τους μακαρίτας, . . ότε η καταβρόχθισις εφάνη πως ανακοπείσα.

Τον ηρώτησε περί του συντέκνου του. Ο σύντεκνος δεν ήτο εις το χωρίον. Ανεχώρησε προ έτους.― Ηρώτησεν αν ήλθεν ο κηπουρός μας με τας δύο ημιόνους; Ούτε χωρικός ήλθεν ούτε ημίονοι εφάνησαν.― Ηρώτησε διατί η κίνησις και πόθεν οι οπλοφόροι; Οι οπλοφόροι ήσαν Σάμιοι φεύγοντες τους Τούρκους και ο Λογοθέτης ήτο μετ' αυτών. Ο Λογοθέτης εντός του χωρίου διωκόμενος υπό των Τούρκων!

Επειδή δε έλεγον οι Κερκυραίοι ότι εφοβούντο να τον κρατώσι μήπως δυσαρεστηθούν οι Λακεδαιμόνιοι και οι Αθηναίοι, διαπεραιώνεται κατ' αίτησίν του υπ' αυτών εις την ήπειρον την καταντικρύ· και διωκόμενος υπό των τεθέντων εκεί προς σύλληψίν του, οίτινες επληροφορούντο τα μέρη, εις τα οποία μετέβαινεν, αναγκάζεται, περιελθών εις απορίαν, να καταλύση εις τον βασιλέα των Μολοσσών Άδμητον, ο οποίος δεν ήτο φίλος του.

Υπακούσας ο φίλος εξετέλεσε την σκληράν διαταγήν και λαβών την προσφιλή του αρχηγού του κεφαλήν, κατέθεσεν αυτήν εντός δισακκίου και εσώθη φεύγων. Διωκόμενος ακαταπαύστως υπό των εχθρών και μη στέργων να παραιτήση την πολύτιμον παρακαταθήκην, έτρεχεν επί πολλάς ημέρας, εν μέσω κρημνών και βράχων, ζητών απόκεντρον και άγνωστον τινα κρύπτην, όπως ασφαλώς ενταφιάση το πεφιλημένον λείψανον.

Ο ήλιος διωκόμενος κατά τον χειμώνα υπό της κακοκαιρίας από τον πρώτον δρόμον του, έρχεται εις τα άνω της Λιβύας. Και εν συντόμω μεν ταύτα είναι όσα είχα να ειπώ επί του αντικειμένου τούτου· διότι η χώρα πλησιέστατα της οποίας ή άνωθεν της οποίας διέρχεται ο θεός ούτος, φυσικόν είναι να διψά και να στειρεύωσιν οι ποταμοί αυτής. Διά να δηλώσω δε το πράγμα μάλλον εκτεταμένως προσθέτω τα ακόλουθα.

Επειδή ήθελε να αναχωρήση εκείθεν και ο καιρός τον εμπόδιζε, τούτο δε διήρκει πολλάς ημέρας, κατέφυγεν εις πράγμα ανόσιον· διότι λαβών δύο παιδία ανθρώπων εγχωρίων, τα έσφαξεν. Έπειτα, γενομένου γνωστού του πράγματος, εμισήθη και διωκόμενος έφυγε και ήλθε με τα πλοία του εις την Λιβύαν.

Ο Μούρτος διωκόμενος ακαταπαύστως και θέλων να μεταβή εις Βάλτον ενέπεσεν εις ενεδρεύουσαν τινα εχθρικήν συμμορίαν και μονομαχήσας προς τον φιλοπόλεμον αυτής αρχηγόν εφόνευσε μεν τον αντίπαλον αλλά τρωθείς θανατηφόρως εζωγρήθη υπό των πολεμίων και παρέδωκε το πνεύμα εν βασάνοις. 0 προπάππος του Θανασούλα Φερεντίνου ήτο αυτάδελφος του Μούρτου.

Εάν η τοποθέτησις των ζωνών μετεβάλλετο, εάν εις μεν την θέσιν του ουρανού όπου σήμερον είναι ο βοράς και ο χειμών μετέβαινεν ο νότος και η μεσημβρία, εις δε την του νότου ο βοράς, ο ήλιος, διωκόμενος εκ του μέσου του ουρανού υπό του βορά και του χειμώνος, θα ήρχετο εις την άνω Αίγυπτον, καθώς έρχεται σήμερον εις την Λιβύαν, και διερχόμενος όλην την Ευρώπην, υποθέτω ότι θα επενήργει επί του Ίστρου ως επενεργεί επί του Νείλου.

Όταν δε ο Λυκόφρων διωκόμενος από μίαν οικίαν μετέβαινεν εις άλλην, απεδιώκετο πάλιν και εξ αυτής, διότι ο πατήρ ηπείλει εκείνους οίτινες τον εδέχοντο και τους διέτασσε να τον διώκωσιν. Ούτω δε διωκόμενος μετέβαινεν από οικίας εις οικίαν· οι δε φίλοι του, καί τοι φοβούμενοι, τον εδέχοντο ως υιόν του Περιάνδρου.

Και μίαν άλλην φοράν, ότε μετέβαινον μετά του μακαρίτου πατρός μου εις την αγρυπνίαν της Παναγίαςπάλιν εκείθεν διήρχετο η οδόςτον άφησα μισοστρατής και εγύρισα οπίσω, εις την οικίαν μας, ασθμαίνων, διωκόμενος. Αχ! μ' εκυνήγησεν ένα βωδάκι, μετά βίας και αγριότητος λύκου, μυκώμενον, κράζον, φωνάζον, κερατίζον την νύκτα.