United States or Grenada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Κρότων είχεν ήδη συζητήσει διά την αμοιβήν της εκστρατείας και έλεγεν εις τον Βινίκιον: — Αναλαμβάνω, ευγενή κύριε, να αρπάσω με αυτήν εδώ την χείρα όποιον μου υποδείξης και με αυτήν την άλλην να υπερασπισθώ κατά επτά Λιγείων, ως αυτός ο Ούρσος, και τέλος να φέρω την κόρην εις την οικίαν σου, ακόμη και αν όλοι οι χριστιανοί της Ρώμης επρόκειτο να με καταδιώξουν ως λύκοι της Καλαβρίας.

Εις μάτην προαναγγέλλεται η έλευσίς του διά κεραυνών και κρότων έσωθεν· ουδέν κατορθοί διά της παρουσίας του. Ενταύθα παρουσιάζεται το ζήτημα, εάν εν τη δραματική παραστάσει των τοιούτων φαινομένων ήναι προτιμητέα, ή μη η επί της σκηνής παρουσίασις των φασμάτων.

Είναι άνθρωπος φοβεράς ρώμης, άναξ, άνθρωπος όστις συστρέφει τον λαιμόν των ταύρων τόσον ευκόλως, όπως συστρέφει άλλος ένα μανιτάρι. — Μα τον Ηρακλέα! ανέκραξεν ο Νέρων, του θνητού, όστις έπνιξε τον Κρότωνα αξίζει να στηθή ο ανδριάς. Αλλά πλανάσαι ή πλάττεις μύθους, γέρον, καθότι ο Κρότων εφονεύθη διά τραύματος μαχαίρας υπό του Βινικίου.

Έχει άλλος; Και πάλιν είτα κροτών ισχυρότερα το σφυρίον του επανελάμβανε βροντωδέστερον: — Τριάντα δυο χιλιάδες μία! τριάντα δύο χιλιάδες δύο! τριάντα δύο χιλιάδες; Ορίστε, κύριοι, θα πάρη τέλος! Κόσμος πολύς, ο κόσμος της αγοράς, περιεκύκλωσε τον έπαρχον, περίεργος διά το αποτέλεσμα, Οι προύχοντες όλοι εκεί με τα υψηλά καπέλλα όρθιοι.

Ήτο πρωΐα και εις την αυλήν δεν υπήρχε ψυχή ζώσα. Προφανώς όλοι εκοιμώντο ακόμη εκτός εκείνων, οίτινες είχον επανέλθει από το Οστριανόν. — Τι θα κάμωμεν, αυθέντα; ηρώτησε σταθείς ο Κρότων. — Ας περιμένωμεν εδώ, απήντησεν ο Βινίκιος. Κάποιος θα φανή ίσως. Δεν πρέπει να μας ίδωσιν εις την αυλήν.

Με όρεξιν λοιπόν παρεκάθησεν εις την τράπεζαν, όταν ήλθε να τον καλέση ο επιστάτης του ατρίου. Αφού ετελείωσε το δείπνον του, εξηπλώθη επί του ανακλίντρου, ετοποθέτησε τον μανδύαν του υπό την κεφαλήν του και απεκοιμήθη. Δεν αφυπνίσθη ή μάλλον δεν τον εξύπνισαν παρά όταν έφθασεν ο Κρότων, Τότε μετέβη εις το άτριον.

Εάν δεν πράξω ούτω ας με μαστιγώσουν εις αυτό εδώ το μέσαυλον. — Ας μη γίνη αυτό, αυθέντα, ανέκραξεν ο Χίλων, διότι θα μας λιθοβολήσουν και τότε εις τι θα μας χρησιμεύση η δύναμίς του; Δεν είναι καλλίτερον να συλλάβη την κόρην, όταν θα επιστρέψη εις την οικίαν της και να μη εκθέση μήτε αυτήν μήτε ημάς; — Ούτω να γίνη Κρότων, είπεν ο Βινίκιος. — Συ πληρώνεις, συ προστάζεις· απήντησεν ο Κρότων.

Τα εντός των μανδριών πρόβατα εβέλαζον κ' επήδων φοβισμένα εκ των κρότων οι σκύλοι υλάκτουν, οι ίπποι εχρεμέτιζον και όλη η έκτασις ήτο πλήρης συμμιγούς και ακαταλήπτου θορύβου. . . Η ράχη επί της οποίας ανεφάνη το πρώτον το φως της Αναστάσεως, ήτο ήδη κατάφωτος.

Η βαρεία δόνησις των σιδηρών σημάντρων διεκλόνει τας γηραιάς δοκούς και τας σαπράς σανίδας, αι ήχοι των κρότων τούτων με τους μυστηριώδεις νυκτερινούς ψιθύρους της φύσεως συμφυρόμεναι απετέλουν εναρμόνιον αντήχησιν βυθίζουσαν την ψυχήν εις υπερφυά ρέμβην.

Με τα διαπεραστικά βλέμματά του, προσηλωμένα επί του Χίλωνος, ήρχισε να ομιλή βραδέως τονίζων τας λέξεις, όπως εκάστη εξ αυτών κατανοηθή ως διαταγή και παραμείνη διά παντός εγκεχαραγμένη εις την μνήμην του Έλληνος. Ο Κρότων ερρίφθη επάνω, μου ήθελε να με δολοφονήση και να με ληστεύση. Εννοείς! Λοιπόν εγώ τον εφόνευσα, και αυτοί εδώ οι άνθρωποι επέδεσαν τας πληγάς, τας οποίας έλαβα εις την πάλην.