United States or Bahrain ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο αμπελών ούτος του Κυρίου των Δυνάμεων ήτο ο οίκος του Ισραήλ· και ο λαός ήσαν τα κλίματα· και αυτοί οι αρχηγοί και διδάσκαλοι ήσαν εκείνοι προς τους οποίους ο κύριος του αμπελώνος φυσικά θα απέβλεπε διά την απόδοσιν του προϊόντος. Αλλά μεθ' όλα όσα είχεν πράξη διά τον αμπελώνα του σταφίλια δεν υπήρχον ή μόνον αγριοστάφυλα. «Επέβλεψεν εις κρίσιν και ιδού θλίψις εις δικαιοσύνην και ιδού κραυγή».

Αλλ' η κραυγή έξω πάντα επίμονη και σαν αχός λυπητερός σημάντρου, την περίχυνε ακόμα πιο πολύ απ' ατέλειωτη ανατριχίλα, την κάρφονε ασάλευτη στου κρεββατιού τη στρώση, της έσβυνε τη φωνή στον λάρυγγα μ' ένα ξερό βήξιμο, απαράλλαχτα όπως κάνη σβύνοντας τ' αναμμένο κάρβουνο στο νερό.

Διά να περιπατούν έπεται ότι ήσαν νέοι και διά να είνε νέοι έπεται ότι ήσαν ζωηροί και έτρεχαν και αλληλωθούντο παίζοντες και γελώντες. Όταν δε τοιαύτα αστεία γίνωνται εις το χείλος της ακτής, δύσκολον να μη ακουσθή επί τέλους η κραυγή «άνθρωπος εις την θάλασσαν

Ενώ ετοιμάζετο να παρακαθήση εις την τράπεζαν, ταράσσεται η όρασίς του και νομίζει ότι ουδεμία θέσις υπάρχει κενή. Είναι τούτο η αρχή του κακού. Βαδίζει προς την έδραν του, αλλά κραυγή φρίκης εξέρχεται του στήθους του! Βλέπει επ' αυτής καθήμενον τον νεκρόν Βάγκον! Οι συνδαιτυμόνες ανεγείρονται έντρομοι, αλλ' ουδέν βλέπουσι, διότι ουδέν υπάρχει.

Φρικιώμεν υπό την βίαν της μάχης, η οποία θέτει εν ημίν εις αγώνα το ωρισμένον και το αόριστον, την πραγματικότητα και την σκιάν. Αλλ' εάν η μάχη έφθασεν εις αυτό το σημείον, τότε θα υπερισχύση η σκιά, μάτην δε αγωνιζόμεθα. Η καμπάνα αντηχεί, είναι η πένθιμος κωδονοκρουσία της παρελθούσης ευτυχίας μας. Είναι ακόμη η κραυγή του πετεινού διά την σκιάν που τόσον μας παρέλυσεν.

Αι άλλαι γυναίκες την εκύκλωσαν, και ιδούσαι το πέλαγος εφώνησαν και εκείναι αλαλάξασαι. — Παναγία μου! Λημνιά μου! — Βάρδα από τον Μώλο, καπετάν Βγενιέ! Ηκούσθη πάλιν η θρηνώδης εκείνη κραυγή του καπετάν Μήτρου οπού από το παράθυρόν του, παλαιός αυτός καπετάνιος, διέτασσεν. «— Πάντων προστατεύεις αγαθή . . . . .

Κι' όλοι είδαν που το κρέας της έμεινε απείραχτο και αβρό σαν το δαμάσκηνο της δαμασκηνιάς. Τότε απ' όλα τα στήθεια μεγάλη κραυγή ευχαριστίας βγήκε προς το Θεό.

Αλλ' αντ' αυτής όμως ποίαΘεέ και Κύριε! — είνε η φοβερά εκείνη κραυγή, η σχίζουσα τα ώτα ως μελωδικόν κορύφωμα νεοβαγνερικής μουσικής, και καλύπτουσα τον κυλιόμενον πάταγον των τροχών παρελαύνοντος αμαξίου; Είνε σάλπισμα δαίμονος κρυολογημένου, ή απαίσιος ήχος σχιζομένου πανίου; είνε ροκάνας υπερμεγέθους κρωγμός ή υλακή θηρίου τινός της Αποκαλύψεως; Είνε ζώου μυκηθμός ή παράφρονος άναρθρος κραυγή;