United States or Angola ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πλησίον αυτών λέγουσιν οι Καρχηδόνιοι· ότι υπάρχει νήσος της οποίας το όνομα είναι Κύραυνις, διακοσίων σταδίων το μήκος και στενή το πλάτος, διαβατή εκ της ηπείρου, και πλήρης ελαιών και αμπέλων. Εν αυτή προσθέτουσιν ότι υπάρχει λίμνη εκ του τέλματος της οποίας αι εγχώριαι παρθένοι, διά πτερών αλειμμένων με πίσσαν, ανασύρουσι ψήγματα χρυσού.

Ρυάζονται, φεύγουν τα θεριά. Κλεφτά, κλεφτά κι' ο γύφτος Χωνεύειτην κουφάλα του. Κανείς δεν απομένει Παρ' η αχτίδες του ηλιού, που ασπάζονται το μνήμα. Προσάναμμα, αποκλάδι. σ. 251 Προσάναμμα ξηροί λεπτότατοι κλαδίσκοι, δι' ων ανάπτει τις φλόγα. Αποκλάδια κυρίως αι των αμπέλων κλαδευόμεναι ράβδοι και χρησιμεύουσαι εις τον αυτόν σκοπόν. Χλωροκομμένο φρύγανο, σ. 251

Επήρα τον ανήφορον, βαδίζων τον φράκτην-φράκτην εν μέσω αμπέλων και ελαιώνων, ανέβην εις το Κοτρωνάκι, εις τους Σακαλάρους, έφθασα εις του Βαραντά το ρέμμα, όπου «εκρότιζεν» ο τόπος, αλλ' εγώ δεν εκροτιζόμην· δεν είχα εις τον νουν μου στοιχειά και φαντάσματα, αλλά προαπήλαυα το «πεποικιλμένη». Διέσχισα πέρα-πέρα το ρέμμα, εμβήκα εις τον Μεγάλον Ανήφορον, στο Μεροβόλι, και τέλος με πολύ άσθμα και ιδρώτα έφθασα εις τον Άι-Λια.

Το κυρίως κατάμερόν μου ήτον υψηλότερα, έξω της ακτίνος των ελαιώνων και αμπέλων, εγώ όμως συχνά επατούσα τα σύνορα. Εκεί παραπάνω, ανάμεσα εις δύο φάραγγας και τρεις κορυφάς, πλήρεις αγρίων θάμνων, χόρτου και χαμοκλάδων, έβοσκα τα γίδια του Μοναστηρίου. Ήμην «παραγυιός», αντί μισθού πέντε δραχμών τον μήνα, τας οποίας ακολούθως μου ηύξησαν εις έξ.

Ο αμπελών ούτος του Κυρίου των Δυνάμεων ήτο ο οίκος του Ισραήλ· και ο λαός ήσαν τα κλίματα· και αυτοί οι αρχηγοί και διδάσκαλοι ήσαν εκείνοι προς τους οποίους ο κύριος του αμπελώνος φυσικά θα απέβλεπε διά την απόδοσιν του προϊόντος. Αλλά μεθ' όλα όσα είχεν πράξη διά τον αμπελώνα του σταφίλια δεν υπήρχον ή μόνον αγριοστάφυλα. «Επέβλεψεν εις κρίσιν και ιδού θλίψις εις δικαιοσύνην και ιδού κραυγή».

Εγνώσθη μόνον ότι εβυθίσθη κ' επνίγη με την ιδίαν γολέτταν του, με την οποίαν εταξείδευε κατ' έτος τα ίδια κρασιά του και όσα άλλα ηγόραζεν από γείτονας. Είχε φορτώσει τα κρασιά της άλλης χρονιάς, κατόπιν εκείνων τα οποία επέπρωτο να γίνωσι πλημμύρα σπονδών εις την αυλήν της οικίας και εις τον δρόμον, μετά τον πνιγμόν της πρώτης γυναικός του. Ω! τα μοιραία εκείνα κρασιά των ατυχών αμπέλων!