United States or Germany ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η Ιωάννα έβλεπε τέλος πάντων εκπληρούμενον το όνειρον της νεότητός της . Ίστατο επί θρόνου υψηλού και περί αυτήν συνεπυκνούντο εύοσμα θυμιάματος νέφη. Υπό αδιηγήτου κατεχομένη χαράς έστρεφεν ακτινοβόλα βλέμματα επί το γονυπετές εκείνο πλήθος, είτα δε ανυψώσασα εις ουρανόν τους οφθλαμούς «Λιόββα, Λιόββα», ανέκραξεν, «ευχαριστώ

Εάν λοιπόν παλαιόθενδιότι ευκολώτερα θ' αποδειχθή ούτω εάν εγώ κακώς έπραξα να σχηματίσω το ανθρώπινον γένοςεάν υπήρχε μόνον το θείον και επουράνιον γένος, η δε γη ήτο εις αγρίαν και άμορφον κατάστασιν, κατεχομένη όλη από δάση άγρια, ούτε βωμοί, ούτε ναοί θεών υπήρχονκαι πώς ηδύναντο να υπάρχουν;— ούτε αγάλματα ή ξόανα ή άλλο τι τοιούτον, εξ εκείνων τα οποία, πολυάριθμα φαίνονται τώρα παντού και μετά τόσης φροντίδος τιμώνται.

Κατεχομένη υπό των αγνών και ωραίων εκείνων της ζωής συναισθημάτων, μεθ' ων, ως με δροσεράς συντρόφους, εξήρχετο εις την εξοχήν έξω, εμειδίασε τότε· και είδες αμέσως να λάμψη ημέρας φως εις το πρόσωπον εκείνο το ωχρόν και κατηφές. Να λάμψη λάμψις ωραιότητος και νεότητος αυγή, σαν ένας ήλιος της αυγής, θαρρείς.

Δεν απέκαμνεν όμως η Σμάλτω να παρατηρή, κατεχομένη όλη υπό της επιθυμίας· ησθάνετο εντός αυτής κάτι όπερ εκινείτο ν' αναταθή διά να ορθώση το σώμα της. Αλλά συνεκράτει εαυτήν ακόμη, αναγκαζομένη υπό εντροπής τινος και φόβου, μήπως φωραθή κατασκοπεύουσα.

Τί λοιπόν εκοπάνιζεν η Λάμια επί τόσην ώραν και με τόσην λύσσαν; Ότε υπό απαίσιου κατεχομένη προαισθήματος απέσυρε με τρέμουσαν χείρα το σκέπασμα, απεκαλύφθη υπ' αυτό αντί του πτώματος γαλής, το ελεεινόν λείψανον γυναικείου πίλου, του πίλου της επιούσης, τον οποίον διά των ιδίων αυτής χειρών είχε μεταβάλη εις άμορφον πήτταν, βελούδου, χαρτονιού, ανθέων και πτερών.

Η Δεκέλεια πρώτον μεν υπό όλου του στρατού τειχισθείσα κατά το θέρος εκείνο, ύστερον δε κατεχομένη υπό των φρουρών, τας οποίας έστελλαν αι ομόσπονδοι πόλεις και αι οποίαι διεδέχοντο η μία την άλλην, πολύ έβλαπτε τους Αθηναίους, και η απώλεια την οποίαν ένεκα της περιτειχίσεως αυτής υπέστησαν, τόσον εις χρήματα, όσον και εις ανθρώπους, εδείνωσε τα πράγματα.

Η μεν των κοιμωμένων, κατεχομένη, υπό ηδυπαθούς ονείρου, εμειδία στηρίζουσα επί του βραχίονος την φλέγουσαν παρειάν, ενώ τα τεταραγμένα στήθη της διεφαίνοντο υπό τον λευκόν χιτώνα, ως η σελήνη όπισθεν νέφους, η δε, ωχρά και συνωφρυωμένη, ωμοίαζεν άγαλμα της κορωμένης Λύπης, βλέπουσα ίσως καθ’ ύπνους τας όχθας της πατρίδος ή της μητρός της τα χείλη.