Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025
Τω όντι, ουδέ συγκίνησις με κατέλαβεν, ενώ παρευρισκόμην εις τον θάνατον ανθρώπου φίλου μου· διότι ο μακαρίτης μου εφαίνετο ευτυχής, Εχεκράτη, και εκ της συμπεριφοράς του και εκ των λόγων του, και τόσον αφόβως και γενναίως ετελείωνε την ζωήν του, ώστε μου εφαίνετο, ότι εκείνος δεν επήγαινεν εις τον Άδην χωρίς την βοήθειαν κανενός θεού, αλλά και ότι, αφού υπάγη εκεί, θα είναι ευτυχής περισσότερον από κάθε άλλον καθ' οιονδήποτε καιρόν· ένεκα τούτων λοιπόν καμμία δυνατή λύπη δεν με εκυρίευσε, καθώς θα ενόμιζε κανείς ότι θα επάθαινα φυσικά, παρευρισκόμενος εις λυπηρόν πράγμα· ούτε πάλιν και ευχαρίστησις, καθώς συνήθως, οπού εκάμναμεν συζήτησιν περί φιλοσοφίας, διότι τοιαύτας ομιλίας εκάμναμεν· αλλά, πραγματικώς, μία εντύπωσις παράξενος, και έν ασυνήθιστον μίγμα, έν ανακάτωμα ευχαριστήσεως και λύπης με κατέλαβε, καθώς εσυλλογιζόμην ότι ένας τοιούτος άνθρωπος επρόκειτο ν' αποθάνη· και όλοι ημείς οι παρευρισκόμενοι ευρισκόμεθα σχεδόν εις την ιδίαν ψυχικήν κατάστασιν, άλλοτε μεν γελώντες, άλλοτε δε δακρύζοντες· ένας δε από ημάς και εξαιρετικώς από τους άλλους· συ βεβαίως γνωρίζεις τον άνθρωπον τούτον και τον χαρακτήρα του.
Διά της φαντασίας επανείδα το μεταξύ των δύο οικίσκων διάστημα και τας δύο συνεσφιγμένας μορφάς, κρυπτομένας όπισθεν του κορμού αναμέσον του ελαιώνος. Με κατέλαβεν αόριστός τις επιθυμία να είπω τι, να επιφέρω μεταβολήν τινα εις την σύνθεσιν του αποσπάσματος μου, αλλ' ο αρχηγός μάς εφώναξεν «Ώρα καλή παιδιά», και ηρχίσαμεν την κατάβασιν.
— Λίγεια, εψιθύριζεν ο Βινίκιος. Η λεκάνη έτρεμεν εις τας χείρας της κόρης, ήτις έστρεψε προς αυτόν μελαγχολικά βλέμματα. — Ειρήνη σοι! είπεν αύτη χαμηλή φωνή. — Λίγεια συ τους εμπόδισες να με φονεύσουν; . . . — Εκείνη απήντησε μετά πραότητος: — Ο Θεός να σοι αποδώση την υγείαν. Έν είδος απείρου και γλυκείας εξαντλήσεως τον κατέλαβεν.
Ηδικήθη μέχρι σήμερον το όνομα και η μνήμη του Καραϊσκάκη. Το μέγα και σημαντικόν έργον αυτού δεν κατέλαβεν εις την συνείδησιν του έθνους την αρμόζουσαν αυτώ θέσιν.
Και τότε νέα ανυπομονησία με κατέλαβεν: — ο θόρυβος αυτός, αν τον ήκουε κανείς γείτονας! Η ώρα του γέροντος ήχησε. Με ένα μεγάλο ούρλιασμα απεκάλυψα το φαναράκι και επήδηοα εις το δωμάτιον. Δεν έβγαλε παρά μίαν κραυγήν, παρά μίαν μόνην. Σε μια στιγμή τον έρριψα κάτω, τον εθρυμμάτισα ρίψας επάνω του όλον το βάρος της κλίνης. Τότε εγέλασα εύθυμα, βλέποντας ότι ήρχισε το έργον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν