United States or Monaco ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κατόπιν δε αφού παρήλθε πολύς καιρός και έπαυσε πλέον τον θόρυβον και την ταραχήν και τους σεισμούς, ήρχισε να ησυχάζη και να βαδίζη με τάξιν τον συνηθισμένον του δρόμον, διότι ανέλαβε ο ίδιος την επιμέλειαν και την εξουσίαν εις όσα είχε εντός του και ήσαν ιδικά του, προσπαθών όσον ήτο δυνατόν να ενθυμηθή τα διδάγματα του δημιουργού και πατρός του.

Πλησίον εκεί που της πόλεως εκάθητο Βαρτίμαιος ο τυφλός, ο υιός του Τιμαίου, επαιτών μετά τινος συντρόφου της δυστυχίας του, και καθώς ήκουσαν τον θόρυβον του πλήθους του διερχομένου, και ερωτήσαντες έμαθον ότι Ιησούς ο Ναζωραίος παρέρχεται, έκραξαν μεγάλη τη φωνή, «Ιησού, υιέ Δαυίδ, ελέησον ημάς»· Το πλήθος απεδοκίμασε την κραυγήν ταύτην ως αναξίαν της μεγαλειότητος Εκείνου όστις έμελλε τανύν να εισέλθη εις Ιερουσαλήμ ως ο Μεσσίας του έθνους Του.

Αλλά αποφεύγουσα τον θόρυβον και τα σκάνδαλα, έκαμνε πώς δεν άκουσε τίποτε· δεν ωμίλησε διόλου.

και εντός ολίγου η Ακρόπολις εγέμισεν από φιλοσόφους, οι οποίοι καταλαμβάνουν θέσεις με θόρυβον. Παντού πήραι, γενειάδες, κολακεία, αναισχυντία, βακτηρία, λαιμαργία, συλλογισμός και φιλοχρηματία. Οι δε ολίγοι, οι οποίοι με το πρώτον κήρυγμα ανέβηκαν, έγιναν αφανείς και άσημοι, αναμιχθέντες εις το πλήθος των άλλων και ένεκα της εξωτερικής ομοιότητος δεν διακρίνονται.

Αν είχεν εύρει την ειρήνην και την ησυχίαν εις την μακράν προσευχήν και εις την μετάνοιαν της ζωής του εν τη ερήμω, η ειρήνη αύτη δεν ήτο η ειρήνη η αυτόματος ανεξικάκου εκ φύσεως και αγίας ψυχής. Η νίκη την οποίαν ήρατο ήτο ακόμη πλήρης από τα ίχνη του αγώνος· και η ειρήνη την οποίαν κατέκτησεν απήχει έτι από τον μακρυνόν θόρυβον της θυέλλης.

Τώρα ήρχιζε να γίνεται πλημμύρα. Η Φραγκογιαννού εστάθη κ' εδίστασε. «Τάχα δεν θα . . . ξαναγείνη ρήχη σε λίγη ώρα, είπε. Γιατί να βιαστώ τώρα, να γίνω μούσκεμμαΑλλά την ιδίαν στιγμήν ήκουσε θόρυβον όχι μικρόν επί του κρημνού. Δύο άνδρες ο είς στρατιωτικός, ο άλλος πολίτης, με δύο τουφέκια, επ' ώμου, κατήρχοντο τρέχοντες τον κατήφορον.

Η δ’ εμφάνισίς μου επροξένει εν τω οίκω ταραχήν ομοίαν με τον θόρυβον πολλών πτηνών επτοημένων εκ της εμφανίσεως αιλούρου τινός προ του μεγάλου κλωβού των. Ήσαν αι φωναί των γυναικών, των παίδων και των παιδισκών του εφέντου, αίτινες εσκίρτων φεύγουσαι εν ατάκτω σπουδή εις το χαρέμιόν των, εκ φόβου μήπως τας ιδώ άνευ γ ι α σ μ α κ ί ο υ.

Επειδή δε η διάβασις έμελλε να γένη από μίαν ξυλίνην γέφυραν, οι ιππείς θέλοντες να προλάβωσι διά να μην τύχη και την πιάσωσιν οι εχθροί και επομένως βλαφθώσι, μη ούσης άλλης διαβάσεως δι' αυτούς, ετάχυνον τον δρόμον των. Τούτο έδωκεν αιτίαν εις τους πεζούς να τρέχωσι μ' όλας τας δυνάμεις των διά να μην μείνωσιν οπίσω και ηύξησαν εις τον ανώτατον βαθμόν τον θόρυβον. Ελεεινόν θέαμα!

Ο δε παράσιτος απλώς κλείει την θύραν του δωματίου του, μόνον και μόνον διά να μη ανοιχθή υπό του ανέμου• και αν την νύκτα ακούση θόρυβον, μένει ατάραχος ως να μη ήκουσε τίποτε. Και όταν οδοιπορή εις έρημον μέρος, πηγαίνει άοπλος διότι πουθενά δεν φοβείται τίποτε.

Ο γέρος ήτο άκαμπτος, νεκρός. Τέλος το μάτι του δεν θα με ετρόμαζε πλέον! Εάν επιμένετε να με νομίζετε τρελλόν, η ιδέα αυτή θα εξαλειφθή όταν θα σας περιγράψω τα συνετά μέτρα τα οποία μετεχειρίσθην διά να εξαλείψω το σώμα. Η νύκτα επερνούσε, και έπρεπε να περατώσω το έργον μου γρήγορα χωρίς θόρυβον.