Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025


Θαρρούσε, πως το λουτρό ήταν πιο φοβερό από τη θάλασσα. Ενόμιζε πως η ψυχή του έμενε ακόμη κοντά στους κουρσάρους, σαν νέος κι άμαθος που ήτανε και δεν ήξερε ακόμη το κούρσεμα της αγάπης.

Τους φόβους δε και την ταραχήν του ενίσχυσεν ο Τερερές, όστις επέμενεν ότι το βάπτισμα δεν είχε τελεσθή κανονικώς και διά τούτο συνέβη έπειτα και το ασεβές επεισόδιον. Ο παπάς είχε θυμώσει φοβερά. Πού θαρρούσε πως ήτονε; Αλλ' ο Σαϊτονικολής ταπεινοφώνως τον παρεκάλεσε να μη τον μαλώση κιαγριέψη πάλιν.

Τόσο μάλιστα εύκολο το θαρρούσε, που αν τύχαινε και ταξιδεύαμε μαζί του γνωρίζοντας μονάχα όσα γνώριζε, κι ως τόσο τονε βλέπαμε να ξεκαβαλλικεύη με την ησυχία του έξω από το Αποδούλο και να γυρεύη Κυκλώπων τοίχους και Βενετιάνικους πύργους, γλήγορα θα λέγαμε πως ήρθε κι άλλος τρελλός από τη Φραγκιά.

Θαρρούσε πως ήταν αυτή η στιγμή που τον δασκάλευε ο Δεσπότης, που τούλεγε τα κατορθώματα του Παπα-Σωτήρη, που βούιζε πέρα-πέρα το νησί. Αγαπούσε και ταστεία ο πανιερώτατος και τάλεγε μια χαρά. «Ανάθεμά τον! Θεέ μου, συχώρεσέ μου! » — Τα ξέρεις του προκομμένου. Έβγαζε και λόγο τις μεγάλες ημέρες στους Χριστιανούς.

Τα πόδια του ήτανε αλαφρυά και το κορμί του πουπουλένιο. Κι' ο φιλόσοφος αναστέναξε απ' τα βάθη της καρδιάς του. Μα ο αναστεναγμός του δεν ακούσθηκε. Τον ήπιε το φως του φεγγαριού. Τότε δύο χέρια αρπάξανε τα δικά του και τον σύρανε στον ωραίο χορό. Όλη τη νύκτα χορεύανε κάτω απ' το φεγγάρι. Κι' ο φιλόσοφος θαρρούσε πως ονειρεύεται. Γιατί δεν είχε γνωρίσει ποτέ του τη ζωή και την αγάπη.

Από τη μια πίστευε πως υπάρχει ένας Μεγάλος Θεός, κι από την άλλη παραδέχουνταν πως ο Μεγάλος ο Θεός είχε βαλμένους τους Ολύμπιους να κυβερνούν τα επίγεια. Με τέτοιες δοξασίες θαρρούσε ο καλότυχος πως θα ξαναφέρη τα παλιά τα μεγαλεία, και με τέτοια καύκαλα κατέβηκε στην Αθήνα .

Τα μάτια της κυττάζανε τα δικά του και τα μάτια τους λέγανε λόγια αγάπης. Ο φιλόσοφος έγυρε τότε το άσπρο του κεφάλι απάνω στα γυμνά στήθη της κοπέλλας. Μα η καρδιά της δε κτυπούσε. Μόνο το στήθος ανεβοκατέβαινε σιγά σαν ελαφρό κυματάκι. Κι' ο φιλόσοφος θαρρούσε πως ονειρεύεται, γιατί ποτέ του δεν είχε γνωρίσει τη ζωή και την αγάπη. Η κοπέλλα τότε έσκυψε αποπάνω του.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν