Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025


Και αυτός: — Απολλόδωρε, είπεν, ακριβώς σε εζήτουν τόρα εσχάτως θέλων να μάθω τα περί έρωτος λεχθέντα εις του Αγάθωνος μεταξύ αυτού, του Σωκράτους, του Αλκιβιάδου και των άλλων παρευρεθέντων τότε εις το σύνδειπνον. Κάποιος μου διηγείτο τα περί τούτου, ακούσας αυτά από τον Φοίνικα του Φιλίππου, μου είπε δε ότι και συ τα γνωρίζεις· αλλά δεν ημπόρεσε να μου ειπή τίποτε θετικόν.

Διά να δείξω εκείνου του φιλοσόφου την άκραν αγάπην, και σέβας που εις αυτόν είχα, τον άφινα να βλέπη και καθημερινώς να συναναστρέφεται με την Ρετζίαν· η συχνή συναναστροφή που επερνούσεν ανάμεσόν τους ηύξανε τον έρωτα του φιλοσόφου, και δεν ημπόρεσε πλέον να τον κρύψη· όθεν τον εφανέρωσε της Ρετζίας.

Μια χρονιά που δεν ημπόρεσε να εξέλθη προς φύλαξίν της, την έκαμαν «παραστόλιο» την εύσκιον καρυδέαν, «που της ήλθε της γραίας να την κόψη με το τσεκούρι». — Μήπως απόχτησε ποτέ τ' δήμαρχο αυτό το χωριό; έλεγε παραπονουμένη. Και είχε τόσα καλά να προφυλάξη ακόμη η γραία. Φύσει αγαπώσα την γεωργίαν ως είδομεν, είχε μεταβάλει τον αμπελώνα της εις αληθή κήπον. «Περιβολάκι» τον ωνόμαζε.

Ευθύς που αυτός με είδε να φθάσω εις την ηλικίαν είκοσι χρόνων, εγύρευσε διά να με υπανδρεύση· έκαμε να έλθουν ένας μέγας αριθμός από σκλάβες νέες και πολλά ωραίες. Εγώ τες εστοχάσθηκα όλες αδιαφόρως, και δεν εστάθη καμμιά που να μου κλίνη την θέλησίν μου. Αυτές εγύρισαν ωσάν κατησχυμένες από την εντροπήν τους, που δεν ημπόρεσε να λαβώση καμμιά την καρδιά μου.

Έχαιρε τόσον πολύ, διότι συνήντησεν ανθρώπους από το Βωνττ, έλεγεν αυτός· Βωνττ και Βαλαί ήσαν πολύ καλά γειτονικά καντόνια. Εξέφραζε την χαράν του τόσον εγκαρδίως, ώστε δεν ημπόρεσε να παραλείψη η Μπαμπέττα να του σφίξη το χέρι δι' αυτό. Επήγαιναν ο ένας κοντά εις τον άλλον 'σάν να ήσαν παλαιοί γνώριμοι.

Ο Ταμίμ, ο οποίος ήτον εκείνος που ωμιλούσε της Ρεσπίνας χωρίς να την γνωρίση ετελείωσε την διήγησίν του, και ανέμενε την απόκρισιν της βασιλίσσης, η οποία έμενε τόσον εκστατική εις το να ιδή εκείνον τον άνδρα της, που δεν ημπόρεσε τότε να αποκριθή παντελώς· αλλά αφού συνήλθεν από την έκστασίν της, του είπεν.

Ποίος ενδύει τόσον μεγαλοπρεπώς τα κρίνα του αγρού, οπού ουδέ ο μέγας Σολομών με όλην την σοφίαν του δεν ημπόρεσε να ενδυθή με τέτοιαν λάμψιν; Ποίος τρέφει τα πουλάκια τα μικρά; Διατί ο άνθρωπος να μη είνε πάντοτε γελαστός και χαρούμενος ως τα πτηνά; Διατί και ο άνθρωπος να μη είνε στολισμένος ως τα κρίνα του αγρού; Διατί να σκάπτη την γην; Διατί να ιδρώνη και να κρυώνη; Να πεινά; Να κλαίη; Διατί να μη τραγουδή πάντοτε ως τα πτηνά; Ποίος τον έκαμε τον άνθρωπον, το εκλαμπρότερον δημιούργημα, σκοτεινόν, χωρίς άρωμα, χαμερπή, γυμνόν, πειναλέον . . .

Παύοντας αυτές επήρεν η κυρά ένα τζιβούρι και το ελαλούσε, τραγουδώντας με μίαν φωνήν τόσον γλυκείαν και ωραίαν, που υπερέβαινε τα ίδια αηδόνια. Ο Κουλούφ ακούοντάς την αγγελικήν της φωνήν και το εύμορφον λάλημά της, δεν ημπόρεσε πλέον να υποφέρη την φλόγα του έρωτος.

Α, ακριβόν μου πουλί, διατί με υστέρησες έτσι ογλήγορα; πώς ημπορώ να υποφέρω μην ακούοντας πλέον την γλυκειάν σου φωνήν και τα νόστιμά σου παιγνίδια; Αυτά και άλλα λέγοντας ήτον τόσον περίλυπη, που καμμιά από τες σκλάβες της δεν ημπόρεσε να την παρηγορήση.

Ναι, του είπεν η γραία, ημπορώ με θεμέλιον να σου διηγηθώ τα περί αυτής, επειδή και η θυγατέρα μου, που είνε εις την δούλευσίν της, μου το εδιηγήθη ηξεύροντάς τα όλα. Αυτή η βασιλοπούλα ηκολούθησεν εκείνη, είνε εις ηλικίαν δέκα εννέα χρονών, και είνε τόσον εύμορφος που κανείς ζωγράφος από τους πλέον εξαιρέτους δεν ημπόρεσε να της παρομοιάση την ευμορφιάν της.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν