Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Ιουνίου 2025
Ποσάκις, βλέπων εκείθεν τας λευκάς πτέρυγας των απεχόντων πλοίων, εζήλευε τους ναύτας, οι οποίοι, εύρωστοι και ρωμαλέοι, επάλαιον κατά των στοιχείων, περιφερόμενοι από τόπου εις τόπον και ποθούντες την παραλίαν της πατρίδος, όπου όντα προσφιλή τους επερίμενον, ενώ αυτός, δέσμιος επί του βράχου του, έρημος και ελεεινός, επερίμενε τον θάνατον!
Εάν δε πάλιν τον επερίμενε αγαθόν, αυτός όμως καταντήση μοχθηρός και φαίνεται τοιούτος, άραγε πρέπει να εξακολουθή να τον αγαπά; Ή μήπως δεν είναι δυνατόν τούτο, αφού δεν είναι δυνατόν να αγαπώμεν τα πάντα παρά μόνον το αγαθόν, και αφού ούτε πρέπει να αγαπώμεν ένα πονηρόν, ούτε είναι ανάγκη; Διότι δεν πρέπει να είμεθα φίλοι των πονηρών, ούτε να εξομοιωθώμεν με τον κακόν.
Ήτο ο Καραγιάννης κατά δέκα έτη νεώτερος του Αντωνέλλου, υψηλό, μελαγχροινό, εύμορφο παλληκάρι και κατ' αυτού, πολλαί γυναικείαι κανονοστοιχίαι ήσαν στημέναι διαρκώς, επί πολύν καιρόν όμως χωρίς αποτέλεσμα. Είχε και ο Καραγιάννης αδελφήν ελευθέραν, πολύ θελκτικήν, ήτο δε και νεώτερος του Αντωνέλλου και δεν εβιάζετο· θαρρείς εκαμάρωνε κ' επερίμενε.
Αλλ' ο Ιωάννης είξευρε πόσον ολίγην εμπιστοσύνην έπρεπε να τρέφη τις εις ψυχήν καταβιβρωσκομένην από κυριεύον αμάρτημα· και αφού Εκείνος τον οποίον εμαρτύρησε πέραν του Ιορδάνου δεν ετέλεσε θαύμα δυνάμεως προς απελευθέρωσίν του, είνε πιθανόν ότι ο ίδιος επερίμενε τον θάνατόν του.
Ανεγίνωσκε λοιπόν, ή μάλλον ειπείν έβλεπε την Εφημερίδα του ο Κ. έπαρχος, ενώ η κομψή κυρία και το θυγάτριόν της εψιθύριζον ερωταποκρίσεις, ο δε φοιτητής, όρθιος, επερίμενε ν' ανοιχθή η θύρα του ιατρού. Άκρα ησυχία εβασίλευεν εντός της τραπεζαρίας. Αίφνης ηκούσθη έξωθεν διάλογος οπωσούν ζωηρός.
Η Λίγεια δεν της είχε κάμη εξομολογήσεις, αλλά τη είχεν ειπεί ότι επερίμενε την σωτηρίαν απ' αυτόν τον Βινίκιον. Και όταν ωμίλει δι' αυτόν ηρυθρία. Η καρδία της έπαλλε δι' αυτόν, αλλ' αυτός την ετρόμαξε, την εξηυτέλισε, την προσέβαλεν. — Είναι πολύ αργά! εγόγγυσεν εκείνος. Μία άβυσσος έχαινεν έμπροσθέν του. Δεν ήξευρε τι να πράξη, τι να επιχειρήση και πού να αποταθή.
— Πας, πουλάκι μ', ν' πης τ' παπά σ', να πάρη το πετραχήλι του, νάρθη εδώ;... Να πάρη, πες, και το ευχολόγιο μαζύ του... ξορκισμούς πρέπει να διαβάση. Η μικρή δεν επερίμενε να επικυρώση την διαταγήν η διδασκάλισσα. Πάραυτα έτρεξε προς την θύραν. Η Ευανθία, ως ναρκωμένη, δεν είπε τίποτε. Μόνον όταν η παιδίσκη εξήλθεν, εστράφη προς την γερόντισσαν και της είπε·
Ο Ρούντυ έφθασεν εις το Βεξ και εφρόντισε περί εκείνου, το οποίον είχε να κανονίση εδώ, και περιήλθε την πόλιν αλλά ούτε καν υπηρέτην του Μύλου όχι την Μπαμπέτα επήρε το 'μάτι του. Αυτό δεν ήτο, όπως επερίμενε
Την δε πρωίαν εγερθείς διηυθύνθην προς την κατοικίαν του Μαυρογένη συλλογιζόμενος τι θα είπω και πώς θα παρουσιασθώ, φοβούμενος την υποδοχήν, ήτις μ' επερίμενε, και αμφιβάλλων περί της επιτυχίας του διαβήματός μου.
Η λευκή οθόνη, διά της οποίας ο Γεροθανάσης είχε καλύψει το πρόσωπον του ασθενούς, έκειτο εκεί ερριμμένη παρά τους πόδας του. Ο χωρικός απεσύρθη ησύχως και επέστρεψε προς την είσοδον. Η παππαδιά ακίνητος επί της πέτρας, ακολουθούσα διά των οφθαλμών τας κινήσεις του, επερίμενε την επιστροφήν του. — Τι είδες; ηρώτησε. — Τίποτε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν