Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Μαΐου 2025
ΘΥΡΩΡΟΣ Μα την πίστιν μου, Κύριε, το εδιασκεδάσαμεν ως που έκραξεν ο πετεινός. ΜΑΚΔΩΦ Κοιμάται ο αυθέντης σου; Ιδού, — ο θόρυβός μας τον έκαμε κ' εξύπνησε. ΛΕΝΩΞ Καλή ημέρα, Μάκβεθ! ΜΑΚΒΕΘ Καλή σας 'μέρα κι' αγαθή, κ' οι δυο. ΜΑΚΔΩΦ Καλέ μου Θάνη, ακόμη δεν εξύπνησεν ο βασιλεύς; ΜΑΚΒΕΘ Ακόμη. ΜΑΚΔΩΦ Να τον ξυπνήσω 'πρόσταξε πρωί πρωί. Φοβούμαι μην ήργησα. ΜΑΚΒΕΘ Πλησίον του εγώ να σ' οδηγήσω,
Ο Αργυράκης της Γαρουφαλιάς, όστις είχε το προνόμιον να προσωνυμάται από του ονόματος της συζύγου του, είχεν ειπεί άλλοτε και το λόγιον έμεινε παροιμώδες: «όποτε πάω στην εκκλησία βάια μοιράζουνε». Αλλά την φοράν ταύτην τον εξύπνησε βιαίως η Γαρουφαλιά και τω επέταξε να υπάγη εις την εκκλησίαν, διότι είδε κακόν όνειρον, είπεν.
Δεν είχε γνωρίσει αυτή την σκληραγωγίαν της βουκολικής ζωής, εις ην διήρχοντο τα μέχρι της ήβης έτη, πολλάκις δε και υπέρ την ήβην, αι πλείσται των κορασίδων, μόνον εκ του ενδύματος διακρινόμεναι από ταγώρια με τα οποία διημέρευον· ούτ' εξύπνησέ ποτε κατά τας χειμερινάς νύκτας «την ώραν που βγαίνουν η πήχες» διά να παχνίση τα βώδια· δεν έσκαψέ ποτε, ούτ' εβωλοκόπησε και δεν εψήθη υπό του φλογερού ηλίου εις το αλώνισμα και το λίχνισμα.
— Πόσα αίματα θα χυθούν ακόμη· εψιθύρισε προφήτης η γυναίκα. Πόσα αίματα!...» Ετελείωσεν ο Αξιώτης το διήγημά του και οι σύντροφοι έμειναν ακόμη ακίνητοι σαν ονειροπλανεμένοι. Μερικοί εσταυροκοπήθηκαν άλλοι εστέναξαν βαθειά σαν να εξύπνησε κάτι παρήγορο μέσα τους.
Τότε της απεκρίθη ο Αϊδήν ότι όχι μόνον αυτήν, αλλά κάθε άλλην που θα ήθελε του διηγηθή, ήθελεν έχει μεγάλην ευχαρίστησιν διά να την ακούση, ώστε απεφάσισεν ότι την ερχομένην ημέραν ήθελε την ακροασθή. Ερχομένη λοιπόν η ημέρα κατά την υπόσχεσιν που είχεν η Μεδινά, εξύπνησε την Χαλιμάν, λέγοντάς της να διηγηθή την ιστορίαν που υπεσχέθη. Και η Χαλιμά εσηκώθη ευθύς, και άρχισε να λέγη.
Η Μαχώ εξύπνησε, και ανεσηκώθη επί της μαλλίνης τσέργας, εφ' ης ήτο πλαγιασμένη, — Τι έχεις, παιδί μου, και δεν κοιμάσαι είπε. Δεν έχεις ύπνο; — Όχι, όχι . . . είπεν ο Φάλκος. Άκουσα έναν πετεινό. — Πού τον άκουσες; — Εδώ έξω. — Στο καλύβι της Κοκκινίτσας θα λάλησε . . . Έχει ένα σωρό πετεινάρια . . . θέλεις να σου αγοράσω ένα αύριο και να σου το σφάξω την Κυριακή . . . — Ακούς εκεί; Μακάρι . . .
Την ερχομένην αυγήν η Μεδινά εξύπνησε την Χαλιμάν πλέον ενωρίτερα και άρχισε την συνέχειαν της ιστορίας κατά τον ακόλουθον τρόπον.
Το κε- φάλι σου είναι γεμάτον μαλώματα, όσον είναι το αυ- γόν γεμάτον κροκάδι· αλλά έγεινε και ωσάν κλούβιον αυγόν από τα πολλά μαλοκοπήματα. — Εμάλωσες μ' ένα οπού έβηχεν εις τον δρόμον, διότι σου εξύπνησε το σκυλί σου, ενώ ήτο κοιμισμένον εις τον ήλιον.
Το πνεύμα σου, το στόλισμα κι' αγάπης και μορφής σου, εις τα στραβά σε οδηγεί, αντί να σε φωτίζη, κι' απ' την ανοησίαν σου παίρνει φωτιά κι' ανάπτει, ωσάν πυρίτις εις φλασκί ατέχνου στρατιώτου· κ' εκείνο που είν' όπλον σου, το κάμνεις θάνατόν σου! Εξύπνησε, ω άνθρωπε, και ζη η Ιουλιέτα, που τώρα εξ αιτίας της ζητούσες ν' αποθάνης.
Εξύπνησε κ' εκείνη, κ' ενώ να φύγη απ' εδώ την επαρακαλούσα, κ' εις του Θεού τους ορισμούς υποταγήν να δείξη, μ' εξίππασεν ο θόρυβος κ' εβγήκ' από το μνήμα. Εκείνη δεν ηθέλησε να με ακολουθήση, κι' απελπισμένη, φαίνεται, 'σκοτώθηκε μονάχη. Αυτά γνωρίζω. — Ήξευρε τα στεφανώματά της η παραμάνα της. — Εάν εις όλα τούτα πταίω, ας παιδευθώ.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν