Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025


Το Ελληνικόν Έθνος βλέπομεν ότι φευ ολονέν εκλείπει και χάνεται, διότι εκλείπουσι και χάνονται οι έχοντες το πονετικόν νεύρον εν τη καρδία των πολίται, πληθύνονται δε οι άλλοι, οι περιφρονούντες τα πάντα, οι λέγοντες: τι είνε τούτο και τι είνε εκείνο, και τι θα πη νύκτα, και τι θα πη ημέρα· και άλλα, τα οποία συνοψίζονται εις το κατάψυχρον, ως μπάλα χιόνος, «δεν βαρυέσαι!» . .

Και όταν μεν φαίνεται ότι ο σκοπός ημπορεί να εκτελεσθή με πολλά μέσα τότε ερευνούν το ευκολώτερον και καλλίτερον. Όταν όμως έν μέσον υπάρχη, τότε ερευνούν πώς θα εκτελεσθή ο σκοπός με αυτό το μέσον, και εκείνο με ποίον άλλο μέσον θα εκτελεσθή, έως ότου να φθάσουν εις το πρώτον αίτιον, το οποίον είναι τελευταίον εις τον δρόμον της ερεύνης.

Την εκαληνύκτισα με βαρυθυμίαν και απεσύρθην εις το ιδικόν μου δωμάτιον. Πρέπει όμως να ειπώ ότι διά το χωριστόν εκείνο δωμάτιον δεν έπταιεν εκείνη. Το είχα προτείνη εγώ μετά την επιστροφήν μας ως αριστοκρατικώτερον, και κατά τι, διά τον λόγον ότι είχα παραχορτάση εις την Ζιάν.

Λοιπόν, ω αξιοθαύμαστε, δεν απήντησες ακόμη, εις εκείνο που σε ηρώτησα. Διότι βεβαίως εγώ δεν σε ηρώτησα ποίον είναι αυτό το οποίον τυχαίνει να είναι συγχρόνως ευσεβές και ασεβές, ουδέ ποίον είναι συγχρόνως αγαπητόν και μισητόν εις τους θεούς, καθώς παρεδέχθημεν.

Να φυσά μανιώδης ο βορράς και αναρπάζων σύσσωμον το κύμα, να το σκορπίση πέραν εν αφρώ συσσυρίζοντι, απαράλλακτα ως ο μαΐστρος εσάρωνε τας οδούς των Αθηνών, κατακαλύπτων τα πάντα υπό την ωχράν εκείνην τέφραν. Και μάρμαρα και φώτα και χρωματισμούς και ανθρώπους και δένδρα. Έβλεπε τας ωραίας ακακίας των δενδροστοιχιών, φθινούσας υπό το χώμα το πηκτόν εκείνο, ως να ήσαν άνθρωποι θαμμένοι ζωντανοί.

Η εφημερίδα δεν έλεγε άλλο τίποτε. Ξέχασε το σπουδαιότερο θύμα της πλημμύρας. Το καλοκαίρι εκείνο αποφάσισα να πάω να περάσω κανένα μήνα στην πατρίδα. Από την εποχή της πλημμύρας δεν είχα ξαναϊδεί τον περίφημο πατριώτη μου. Ντρεπότανε, φαίνεται, κι' ο ίδιος να με ιδή. Σαν έμαθε πως είμαι για ταξίδι, ήλθε να μ' ανταμώση, ταπεινός αύτη τη φορά και συμμαζεμμένος.

Ένα βράδυ άνοιξε τα μάτια και την κοίταξε με εκείνο το έντρομο βλέμμα του που της προκαλούσε τόση λύπη και ψιθύρισε σχεδόν χωρίς φωνή πια: «Είναι μακρύς, ντόνα Έστερ μου! Πρέπει να κάνουμε υπομονή.» «Ποιος είναι μακρύς, Έφις;» «Ο δρόμος… Πού να φτάσουμε στο τέρμαΤου φαινόταν πράγματι ότι περπατούσε συνέχεια.

Ο χείμαρρος ερρόχθη, έβρυχε, και κατεφέρετο μετά κρότου, κ' εκυλίετο σχηματίζων δύο καταρράκτας, κυρίαρχος εις την σιγήν της νυκτός. Ο κρότος εκείνος ενέσπειρε φόβον εις την ψυχήν μου, ήτις ανεγνώριζε παρ' εαυτή ομοιότητα με το ρεύμα εκείνο. Εδεσπόζετο όλη από εν ύπουλον πάθος, καθώς το βαθύ ρεύμα και η σιγή της νυκτός εδεσπόζοντο από ένα δούπον υπόκωφον.

Τ' απόγιομα εκείνο, μόλις προσπέρασα το κατώφλι της αυλόπορτας του Ζώη τ' Αζώηρου κ' ηύρα τους συνειθισμένους μουστερίδες του, τους γερόντους κι αρβανιτάδες, συμμαζωγμένουςένα μπάγγο, απανωτούς, με καρφωμένα και μάτια και νουν απάνου σε μιαν εικόνα, που βαστούσε καταμεσής ο Ζώης 'ςτά χέρια του. Ούτε μ' ένοιωσαν όταν εμπήκα. Τους εσίμωσα κ' ετήραξα κ' εγώ την εικόνα.

Εγώ δε όταν ήκουσα αυτά, επήρα τα βιβλία μουέχω δε πολλά Αιγυπτιακά βιβλία διά τα τοιαύτα και επήγα εις το σπήτι εκείνο κατά την ώραν του πρώτου ύπνου, χωρίς ν' ακούσω εκείνον όστις μ' εφιλοξένει, ο οποίος όταν έμαθε πού επήγαινα με ημπόδιζε και σχεδόν μ' ετράβα, διότι ενόμιζεν ότι μεταβαίνω εις βέβαιον όλεθρον.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν