United States or Botswana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αίφνης παρά την ρίζαν της δρυός βλέπει θύραν ανοικτήν, ήτις άδηλον πώς ευρέθη εκεί. Έπειτα οι τέσσαρες τοίχοι της οικοδομής εφάνησαν ως να εξήλθον εκ του στελέχους του δένδρου. Είτα φως έλαμψεν ένδοθεν του οικήματος και ο Πλήθων έκπληκτος εισήλθεν. Ήτο μικρόν οίκημα αρκούν ίνα σκεπάση κατά της καταιγίδος τον οδοιπόρον, αλλά δεν ήτο κτιστή οικία, ως το εξέλαβε κατ' αρχάς.

Δεν εννοείτε ακόμη ούτε καταλαμβάνετε; έχετε την καρδίαν ακόμη εσκληρυμμένην; έχοντες οφθαλμούς, δεν βλέπετε; και έχοντες ώτα, δεν ακούετε; και δεν ενθυμείσθεΚαι είτα πάλιν, αφού τους ανέμνησε των θαυμάτων εκείνων, «Πώς δεν εννοείτεΔεν ετόλμησαν να Του ζητήσωσιν εξήγησιν· υπήρχε τι περί Αυτόν, υπήρχέ τι τόσον φοβερόν και εξηρμένον εν τω προσώπω Του, ώστε η αγάπη των προς Αυτόν, όσον ζωηρά και αν ήτο, συνεκερνάτο δι' υπερβάλλοντος σεβασμού· αλλά τώρα ήρχισαν να εννοώσιν ότι κάτι άλλο έλεγεν ο Ιησούς, και ότι τους εκέλευε να φυλάττωνται όχι από την ζύμην του άρτου, αλλ' από την διδασκαλίαν των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων.

Και είτα πανδήμως και τρομερώς εξέφερε κατ' αυτών το οκταπλούν εκείνο, «&Ουαί υμίν Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταίστιγματίζων αυτούς διά πυρίνων εκφράσεων αίτινες κόπτουν και καίουν. Ουαί εις αυτούς διά την βλαβεράν μάθησιν ήτις κλειεί τας πύλας των ουρανών και διά την ολέθριον ζηλοτυπίαν ήτις δεν επιτρέπει εις άλλους να εισέλθουν!

Μερικά στέμφυλα απ' εδώ, κάμποσα βότσια αραβόσιτον απ' εκεί, όλα τα εχρησιμοποίει. Είτα κατά Οκτώβριον, άμα ήνοιγον τα ελαιοτριβεία, έπαιρνεν ένα είδος πήχυν, ένα πενηντάρι εκ λευκοσιδήρου, μίαν στάμναν μικράν, κ' εγύριζεν εις τα ποτόκια, όπου κατεστάλαζον αι υποστάθμαι του ελαίου, κ' εμάζωνε την μούργαν. Διά της μεθόδου ταύτης ωκονόμει όλον το ενιαύσιον έλαιον του λυχναρίου της.

Αυτός, όπου είναι, τώρα σε 'λίγο, θάρθη 'δω, γιατί θα σουρουπώσει, και δε θα βλέπη να κάνη δουλειά εκεί κάτω . . . Και πρέπει να φεύγω το γληγορώτερο, χωρίς να με ιδή όπως δεν με είδε ως τώρα». Εδίστασε προς στιγμήν. Ησθάνθη μέσα της φοβεράν πάλην. Είτα είπε, σχεδόν μεγαλοφώνως· «Καρδιά! . . . αυτό είναι μια απόφαση». Και δράξασα με τας δύο χείρας τα δύο κοράσια, τα ώθησε με μεγάλην βίαν.

Εκάπνιζεν ένα ναργιλέν το πρωί, είτα μόλις άφηνεν από την χείρα το μαρκούτσι, και πάραυτα ήναπτε το τσιγάρον, κυττάζων άμα το ωρολόγιόν του και εγειρόμενος ίνα απέλθη.

Βαστάζεται υπό τεσσάρων ναυτών μετά σεβασμού και κατανύξεως και περιστοιχίζεται παρ' άλλων ναυτών, ετοίμων εκεί πλησίον ν' αρπάσωσιν είτα τας λαμπάδας του, φυλακτήριά εν ταις τρικυμίαις.

Ώθησε δε τον Βούγκον προς την θύραν και εβίασε αυτόν να εξέλθη, μηδέν εννοούντα. Αφού εξήλθε και ούτος, έσπευσεν ο Πρωτόγυφτος ν' αποσπάση μίαν πλίνθον εκ της καμίνου, ης το μυστικόν ήτο εις αυτόν μόνον γνωστόν, και έκρυψεν εκεί τα αστράπτοντα φλωρία. Είτα έλαβε την φιάλην του οίνου μετά του ποτηρίου και εξήλθε.

Και αν τυχόν ηπειλείτο ισοψηφία, και χωρικός τις έχων ψήφον εδείκνυτο σκληροτράχηλος και δεν ήθελε να τα γυρίση, τον έκλεπτον, τον ήρπαζον, τον απήγον, τον έκρυπτον εις ασφαλές μέρος, όπου έτρωγε και έπινεν εκτάκτως παχυνόμενος επί τρεις ή τέσσαρας ημέρας, εωσότου παρέλθουν αι εκλογαί. Είτα τον άφηναν ελεύθερον.

Την εσπέραν εκείνην, Τρίτην της εβδομάδος, πέντε ημέρας προ της εκλογής, περί την ογδόην ώραν, ο Λάμπρος ο Βατούλας ήναψε μετά τον δείπνον το φαναράκι του, και συνοδευόμενος από τρεις ή τέσσαρας φίλους εξήλθεν εις επισκέψεις κατ' οίκους προς ψηφοθηρίαν. Διήλθον διά της αγοράς, και είτα, δι' ανωφερούς δρομίσκου, εβάδισαν ανερχόμενοι εις την άνω λαϊκήν συνοικίαν.