Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025


Τώρα ν' αρθή ο κυρ-Μάρκος από το νεροδικείο και να ιδής! Ν' αρθή ο Φουσκοδενδριάς από τα μανδρί και ν' ακούσης! — Μωρέ παιδί μου, φουρτούνες, μωρέ Γιωργή μου! Αυτά είνε σαγανάκια! Ο Γιωργής της Θασίτσας, ως πονηρός όπου ήτο, διελογίσθη ημέραν τινά ότι το έτος εκείνο έληγεν η δημαρχική περίοδος.

Ποιος μπάρμπα-Γιώργης; — Ο Γιώργης τ' Παναϊώτ'. Ως κεραυνός έπεσε το όνομα τούτο εις την ακοήν του Γιάννη του Κούτρη. — Ο Γιώργης τ' Παναϊώτ'! επανέλαβε μηχανικώς, κ' εξηκολούθησεν, ερωτών την θυγατέρα του, ως εάν είξευρεν αύτη. — Τι δεν κάμανε Ανάστασ' στουν Άι-Χαράλαμπον;

Γιατί στ' αλήθεια, τα κελλιά εκείνα, σκοτεινά και την ημέρα και μόνο με μια χαμηλή πορτούλα, έμοιαζαν με τρύπες, σαν φυλακές κατάδικων. Οι παππάδες επήγαν λίγο στου μπακάλη και εκεί έμαθαν πως κάτι μελετά τη νύχτα ο 'γούμενος, γιατί ο Γιώργης είδε το Βαγγελάκι, που εγνώριζε, και από άλλη φορά, γιατί έρχεται. Δεν ετολμούσε όμως κανείς να πη τίποτα.

Δεν πειράζει, έκανε ο Γιώργης, ρίχνοντας μια λοξή ματιά στη γυναίκα του, που κοίτονταν κατάχαμα. Καλύτερα εδώ... Καλύτερα που με φέρατε εδώ... Ένα χαμόγελο, σα χαρούμενο και κακό μαζί, χάραξε στα χείλια του και γύρεψε ένα ποτήρι νερό. Στην ώρα έφτασε κι' ο γιατρός. Έσχισε τον κόσμο βιαστικός και πέρασε ως το κρέββάτι του λαβωμένου.

Εγώ την ξέρω με το νι και με το σι, είπεν ο Γιώργης, από τον μπάρμπα μου το γέρω Ζέπω· σου τήνε λέω άλλη φορά. Κι' εμπήκε στο μαγαζί του.

Τον είδα! είπε ξερά ο Γιώργης. — Ποιος ήτανε; Μίλα, μωρέ! — Αυτός ο ψιλικατζής!... Δεν είπε τόνομά του. Έκανε μοναχά ένα πικρό χαμόγελο. — Του λόγου του! ξαναείπε. Ας είνε! Δίκηο είχε... Δε μιλήσανε πλια. Σηκώσανε πιο γερά το φίλο τους και ανηφορήσανε στο καλντερίμι. Ο ψιλικατζής! Ο Σταυρός ο Γιαννακός! Ποιος άλλος να ήτανε; Και να μη τους τώλεγε, θα το καταλαβαίνανε.

Λέξη Της Ημέρας

δυσαρμονικώς

Άλλοι Ψάχνουν