United States or Singapore ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο παππούς, ο οποίος χονδρά μόνον καλάθια ήξευρε να πλέκει, απόρησε με την επιτηδειότητα της εγγονής του, όταν του έφερε να ίδη το πρώτον της αυτό έργον. Ένα βράδυ, αφού καληνύχτισε τον παππού της η Φωτεινή, τον ηρώτησε. Με αφήνεις αύριον το πρωί να 'πάγω με την Σπίθα μέσα εις την πόλιν;

ΧΟΡΟΣ Αλλοίμονον, ας αρχίσωμεν να κλαίωμεν τον βασιλέα μας σύμφωνα με την συνήθειαν των νεκρών. ΠΗΛΕΥΣ Ω, εγώ θ' απαντώ εις τους θρήνους σας με τα δάκρυά μου. ΧΟΡΟΣ Κάμε υπομονήν• από τον θεόν είναι αυτή η συμφορά. ΠΗΛΕΥΣ Ω αγαπημένο μου παιδί, αφήνεις έρημον το σπίτι σου και εμένα τον γέροντα χωρίς παιδί. ΧΟΡΟΣ Ω γέρον, έπρεπε να είχες πεθάνη πριν από τα παιδιά σου.

ΜΩΜ. Πολύ σωστά το είπες αυτό και δικαίως επαινείς τους ομιλούντας σαφώς, αν και δεν το εφαρμόζεις εις τους χρησμούς, αλλ' είσαι λοξός και αινιγματώδης και τα περισσότερα αφήνεις αμφίβολα, ούτως ώστε όσοι ζητούν την γνώμην σου να έχουν ανάγκην άλλου Πυθίου Απόλλωνος διά να εξηγή τας απαντήσεις σου.

ΑΛΚΗΣΤΙΣ Δεν είμαι πια μαζί σας. ΑΔΜΗΤΟΣ Τι κάνεις; Μας αφήνεις; ΑΛΚΗΣΤΙΣ Ναι. Χαίρετε. ΑΔΜΗΤΟΣ Αλλοίμονό μου! εχάθηκα ο άμοιρος. ΧΟΡΟΣ Πάει. Δεν υπάρχει πλέον. Επέθανε η δύστυχη γυναίκα του Αδμήτου. ΕΥΜΗΛΟΣ Αλλοίμονό μου! Επέθανε η μάννα μας, πατέρα, και με αφήνει ορφανό• τα μάτια της κλεισθήκαν και πέσανε τα χέρια της.

Αλλά τώρα που έγεινα πανί με πανί, επήρες αγαπητικό τον Βιθυνόν έμπορον κι' εμένα με αφήνεις έξω να κλαίω 'μπρός στην πόρτα σου την ώρα που εκείνον τον έχεις στην αγκαλιά σου και τον φιλείς και περνάτε την νύκτα μαζή και λες μάλιστα ότι είσαι και γκαστρωμένη απ' αυτόν. ΜΥΡΤΑΛΗ. Μούρχεται να σκάσω, Δωρίων, όταν σ' ακούω να λες ότι μου έστελνες πολλά και ότι εφτώχυνες εξ αιτίας μου.

Δεν πειράζει. Αυτή μοναχή της φεύγει, και μοναχή της πάλι έρχεται. — Αλλά εγώ την θέλω, επέμεινεν ο Μάχτος. — Και τι την θέλεις; — Θέλω να της πω. — Της λες όταν έρθη. — Και πότε θα έρθη; — Όποτε θέλει. — Λοιπόν, συ ως μητέρα, δεν φροντίζεις δι' αυτήν; — Τι να φροντίσω; — Την αφήνεις και πάγει όπου θέλει;

Διότι δεν εννοώ πώς τόσον εύκολα αφήνεις να σε σύρουν από την μύτην και πιστεύεις εις παν ό,τι σου λέγουν οι κόλακες, και έφθασες μάλιστα μέχρι του να πεισθής ότι ομοιάζεις με κάποιον βασιλέα, όπως ο ψευδαλέξανδρος και ο γναφεύς ο οποίος επέρασεν ως Φίλιππος και ο ψευδονέρων ο οποίος παρουσιάσθη προ ολίγων γενεών και άλλοι τους οποίους το ψεύδος έκαμε περιφήμους.