United States or Christmas Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η γλυκυτέρα ώρα του ύπνου, ώρα καθ' ην φεύγουν τα φαντάσματα και η ψυχή μας αναπαύεται τότε εις όνειρα ηδύτερα, μαλακώτερα, πλέον άυλα. Η ώρα, καθ' ηνηγείρετο ο τρομερός του χωρίου δεκατιστής.

Ησύχασε Το πάθος της καρδιάς σου. Αν η χαρά η ανέλπιστος, Ότι με είδες, βρέχη Τους οφθαλμούς σου· Μειδίασον, χαίρου φίλε μου, Μάλλον· αλλ' αν η πίκρα, Ότι τον ήλιον άφηκα, Τώρα σε κυριεύη, Παρηγορήσου. Τι κλαίεις; την κατάστασιν Αγνοείς της ψυχής μου· Και εις τούτο το μνήμα Το σώμα μου αναπαύεται Από τους κόπους.

Μολονότι δε γνωρίζω και αυτά και παν ό,τι συνδέεται με αυτά, ας μένωσιν όμως εν θρησκευτική σιωπή. Επίσης και διά την τελετήν της Δήμητρος την οποίαν οι Έλληνες καλούσι θεσμοφόρια, μονολότι γνωρίζω και αυτήν, ας αναπαύεται όμως εν θρησκευτική σιωπή, πλην των μερών εκείνων τα οποία με είναι συγχωρημένον να είπω.

Παρίσταται ακουμβημένος εις μίαν στήλην και εις μεν το αριστερό χέρι κρατεί το τόξον, εις δε το δεξιόν στηρίζει το κεφάλι του ως ν' αναπαύεται από κόπωσιν. Εκ των ασκήσεων δε εκείνη που γίνεται εις την λάσπην λέγεται πάλη• αλλά και εκείνοι που είνε εις την άμμον παλαίουν και αυτοί• οι άλλοι δε εκείνοι που αλληλοκτυπούνται όρθιοι λέγομεν ότι παγκρατιάζουν.

ΜΙΡ. Μάλιστα, αφέντη, θυμάμαι. ΠΡΟΣΠ. Ωσάν τι θυμάσαι; άλλην κατοικίαν, ή άλλους ανθρώπους; Εικόνισέ μου το καθετί, που η μνήμη σου έχει φυλάξει. ΜΙΡ. Είναι πέρα, πέρα, και κάλλια ως όνειρο παρ' ως πράμμα βέβαιο, που ν' αναπαύεται στην ενθύμησή μου. Δεν είχα έναν καιρό πέντ' έξη γυναίκες οπού μ' επρόσεχαν; ΠΡΟΣΠ. Τες είχες, και περισσότερες.

Οι Αθηναίοι τον έθαψαν μεγαλοπρεπώς και διά δημοσίας δαπάνης και επί πολύ τον επένθησαν. Το δε λίθινον κάθισμα, όπου συνείθιζε να αναπαύεται οσάκις εκουράζετο, επροσκύνουν και εστόλιζον με στεφάνους προς τιμήν του φιλοσόφου, θεωρούντες ιεράν και την πέτραν επί της οποίας εκάθητο. Την κηδείαν του συνώδευσαν όλοι, μάλιστα οι φιλόσοφοι, οίτινες και εσήκωσαν και μετέφεραν το πτώμα του μέχρι του τάφου.

Οι αυτοί ιερείς λέγουσιν ωσαύτως, δεν μοι φαίνονται όμως άξιοι πίστεως, ότι ο θεός συχνάζει εις τον ναόν και αναπαύεται επί της κλίνης, κατά τον αυτόν τρόπον καθ' ον και εις τας Θήβας της Αιγύπτου, ως λέγουσιν οι Αιγύπτιοι. Διότι και εκεί επίσης κοιμάται γυνή εις τον ναόν του Θηβαιέως Διός, και βεβαιούσιν ότι μήτε η μία μήτε η άλλη των γυναικών τούτων έχουσι σχέσιν με άνδρας.

Και καθώς έκανε το σεργιάνι του, στεκότανε και μπροστά στον τάφο του Λαζαράκη. Περνούσαν ο κόσμος και διάβαζαν στο μάρμαρο: «&Εδώ αναπαύεται εν Χριστώ ένας καμπούρης&». Έπειτα γυρίζανε κατά τα άλλα τα μνήματα κι' αρχίζανε τα γέλια : «Όλοι τούτοι οι άλλοι στην αράδα, θα ήσαν ίσιοι στη ζωή τους, μωρέ μάτια μουΉρθε η νύκτα και το χωριό, σα μια ψυχή, γλυκοκοιμήθηκε στην πλαγιά του βουνού.

Είμεθα κ' εγώ και συ, καϋμένε, μαζή γραμμένοι ‘ς το πικρόν της συμφοράς βιβλίον! Δος μου το χέρι σου. Εγώ εσένα θα σε θάψω εις μνήμα θριαμβευτικόν... εις μνήμα; όχι! Φάρον! διότι αναπαύεται εδώ η Ιουλιέτα, κ' η ευμορφιά της χύνει φως στου τάφου ταις καμάραις! Εδώ 'ξαπλώσου, ω νεκρέ! ένας νεκρός σε θάπτει.

Όλα κάτασπρα και υψώματα και κοιλάδες, πού και πού δε μόνον διακρίνεις μελανάς κηλίδας· είνε χαμόδενδρα ή χόρτα ξηρά τα οποία δεν έφθασε να θάψη το χιόνι και επί των οποίων ευχαρίστως αναπαύεται το μάτι του οδοιπόρου. Το ψύχος ήτο μέτριον.