United States or Saint Barthélemy ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εσύ, γυναίκα, πήγαινε κ' ιδέ την πριν πλαγιάσης, κ' ειπέ της ότι την ζητεί ο Πάρης, ο υιός μου, και ότι απεφάσισα — μ' ακούεις; — την τετάρτην.... στάσου· τι 'μέρα είν' αυτή; ΠΑΡΗΣ Δευτέρα, Κύριε μου. ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Δευτέρα; Α! 'σαν γρήγορα θα ήναι την τετάρτην. Την πέμπτην ας το κάμωμεν. Να της ειπής την πέμπτην με τούτο τ' αρχοντόπουλον οι γάμοι της θα γείνουν.

Τρέχα! Εγώ πηγαίνω να τα 'πώ με τον γαμβρόν μου. Τρέχα· τρέχα, και ήλθεν ο γαμβρός. Τρέχα ευθύς, σου λέγω! Ο κοιτών της Ιουλιέτας. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Κυρία! Αι, κυρία μου· ακούεις; Ιουλιέτα! — Κοιμάται τώρα ‘ς τα βαθειά. — Αρνάκι μου· κυρία! Ω ακαμάτρα, εντροπή! Αγάπη μου, θ' ακούσης; Κυρία μου· καρδούλα μου· εσύ, γλυκειά μου νύμφη! Τι; ούτε λέξιν; Βέβαια, τον χαίρεσαι τον ύπνον. Καλοκοιμήσου!

Έλα, κύριε Ανδράσσυ, και συ, Βίκονσφηλδ, που κάνεις Ότι τάχα δεν ακούεις . . . Είμ' εγώ, ο Δεληγιάννης, Όπου ήλθα μετά τόσου σεβασμού να υποβάλλω Εις την εξοχότητά σας ένα έργον μου μεγάλο Είμ' εκείνος, όπου ήλθα με τον γέρο Ραγκαβή Να ζητήσω για το έθνος των ελλήνων αμοιβή.

Εν γένει δε πρέπει να φαντασθής το άσμα της οποίον έπρεπε να είνε το εξερχόμενον εκ τοιούτων χειλέων και διά τοιούτων οδόντων. Αφού δε την είδες, δύνασαι να φαντασθής ότι την ακούεις.

Μη φεύγης, πατέρα, δεν ακούεις ο άνεμος πώς φυσά! — Και ημπορώ να μη φύγω, παιδί μου; Αν δεν ψαρέψω, πώς να φέρω το βράδυ χρήματατο σπίτι! Και με όλην την κακοκαιρίαν έλυσε την βάρκαν του ο κυρ Σταμάτης ο πατέρας της μικράς Φωτεινής, και έφυγεν εις την ανοικτήν θάλασσαν.

Ή μήπως επειδή σε αφίνω να λες όλες της κουταμάρες που σούρχονται στο κεφάλι και όλες της ανοησίες, που ακούεις εκεί πάνω εις τα σχολεία σας, νομίζεις πως είσαι και εις κατάστασιν να κρίνης καλλίτερα από μένα. Λ έ λ α. Μα μητέρα!... Η κ. Μ ε μ ι δ ώ φ. Τι Μητέρα! Εγώ ξέρω τι πρέπει να γίνη και τι όχι. Και θα γείνη ό,τι θέλω εγώ! Ο γάμος της Πετρώφ με τον Κώστα πρέπει να γείνη, ο κόσμος να χαλάση.

Όπου ακούεις στόμαχον διεγειρόμενον, τρέμε· ο στόμαχος είνε η λογική των λαών. Η οδύνη, είνε πολύ υψηλοτέρα της ηδονής· η ηδονή είνε ειδύλλιον, αλλ' η οδύνη είνε εποποιία. Δύναται και η ουσιαστική ελευθερία να καταλυθή, αλλά να ζη το ιδεώδες της· όταν όμως καταλύεται το ιδεώδες αυτής, η ελευθερία είνε και της δουλείας χειροτέρα.

Πρόδικος Αλλά τι νομίζεις, είπεν ο Πρόδικος, Σωκράτη, ότι ο Σιμωνίδης λέγει άλλο πράγμα, και όχι αυτό και ότι δεν προσβάλλει τον Πιττακόν, διότι δεν ήξευρε να μεταχειρίζεται σωστά τας λέξεις, επειδή ήτο από την Λέσβον και είχεν ανατραφή με βάρβαρον γλώσσαν; Σωκράτης Ακούεις λοιπόν, είπον εγώ, Πρωταγόρα, τι λέγει απ' εδώ ο Πρόδικος; Έχεις τίποτε εις αυτά ν' απαντήσης; — Και ο Πρωταγόρας είπε·

Και όσον διά τον Θεαίτητον εγώ ο ίδιος και χθες συνεζήτησα μαζί του, και σήμερον τον ήκουα που έδιδε απαντήσεις, ως προς τον Σωκράτη όμως ούτε το έν ούτε το άλλο. Πρέπει όμως να παρατηρήσωμεν και αυτόν. Και όσον μεν δι' εμέ άλλοτε θα εύρωμεν καιρόν, τόρα όμως ας αποκρίνεται εις εσέ. Ξένος. Αυτό θα γίνη. Φίλε Σωκράτη, ακούεις λοιπόν τι λέγει ο Σωκράτης; Νέος Σωκράτης. Μάλιστα. Ξένος.

Προς τον σκοπόν τούτον, όχι μόνον το παρά τον Γάγγην παλάτιον έθετεν εις την διάθεσίν μου, αλλά και όλα τα οδοιπορικά μου, και ό,τι αν εζήτουν θα μ' επλήρωνεν, ήρκει μόνον ν' ακούσω τους στίχους του. Και τι στίχους! Και πόσους στίχους! Ακούεις, δεν τολμά κανείς να τον επισκεφθή, διά να μη τους ακούση.