United States or Guyana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Έφις την κοιτά και νοιώθει, όπως πάντα μπροστά σ’ αυτή την φιγούρα που ξεπροβάλλει απ’ τα σκοτάδια ενός παρελθόντος χωρίς όρια, ζάλη σαν να ήταν εκείνος που αιωρείται σ’ ένα μαύρο κενό όλο μυστήριο... Σαν να θυμάται μια προηγούμενη ζωή, παμπάλαια. Του φαίνεται πως ζωντανεύει το κάθε τι γύρω του, με μια ζωή όμως φανταστική, μυθική.

Τα άλλα οικήματα, έξ-επτά δωμάτια χαμόγεια, εις γραμμήν, όλα παμπάλαια, τρώγλαι, άλλα χωρίς παράθυρα, όλα σχεδόν με σαθρούς τους τοίχους, κατείχοντο από διαφόρους.

Τέλος αναβαίνει ο γέρων επάνω κρεμάσας κάτω το λυχνάριον από τινος των εν τη γωνία μεγάλων παλαιών δοκών. Άνεμος ψυχρός του Ιανουαρίου είχεν εγερθή προ τινων στιγμών και σείεται η σαθρά οικία ως δένδρον και κτυπώσιν εις τους ηρειπωμένους τοίχους τα παμπαλαιά παράθυρα και αφίνουσι πένθιμον ήχον.

Του χαμογελούσε και φαίνονταν τα γερά της δόντια κάτω από το σκούρο, τριχωτό χείλος της. « Και η ντόνα Έστερ; Και η ντόνα Νοέμι;» «Η Έστερ πήγε στην εκκλησία, η Νοέμι σηκώνεται τώρα. Καλός ο καιρός, Έφις! Πώς πάει εκεί κάτω;» «Καλά, καλά, δόξα τω Θεώ, όλα καλάΑκόμη και η κουζίνα ήταν παμπάλαια: ευρύχωρη, χαμηλοτάβανη με σταυρωτά δοκάρια στο ταβάνι μαυρισμένα από την καπνιά.

Με τον κοφτερό του νου, με την ακαταπόνετη τόλμη του, με τους θετικούς του συλλογισμούς, με την αντρίκια και καταπειστική ρητορική του, έμοιαζε ο μικρός ο Αθανάσιος αντίκρυ στον Άρειο καθώς τα μικρά εκείνα μα φοβερά τορπιλλοφόρα της σημερνής εποχής ομπρός σε παμπάλαια φεργάδα. Άρχισε τον αγώνα του με ζήλο ηρωικό, κ' η νίκη του είναι ίσως η μεγαλήτερη δόξα της Χριστιανικής ιστορίας.

Οι μεγάλοι κάμποι στη Ρούμελη αρχίζουν από τα ριζιά ψηλών βουνών ξετυλίγονται σα γαληνημένη θάλασσα, κατάγυμνοι, και φτάνουν σε παμπάλαια δάση, που κολυμπούν μέσα σε μεγάλες λίμνες που λάμπουν σαν απέραντες λυωμένες ασημόπλακες τον χειμώνα. Τρυγύρω σ' αυτές τις λίμνες, εδώ στην απαλή αρμουδιά, εκεί στις κατάπυκνες καλαμιές, αλλού στον κόκκινο βράχο, πλέκουν τις καλύβες τους οι ψαράδες.