United States or Laos ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την στέγην υπεβάσταζον χονδρά μεσοδόκια, διασταυρούμενα με δοκίδας και δοκάρια από ξύλα κέδρων και κυπαρίσσων, το οποία, όπως ήσαν ακατέργαστα και μόλις αποφλοιωμένα, διετήρουν ακόμη και διέχυνον το άρωμά των.

Του χαμογελούσε και φαίνονταν τα γερά της δόντια κάτω από το σκούρο, τριχωτό χείλος της. « Και η ντόνα Έστερ; Και η ντόνα Νοέμι;» «Η Έστερ πήγε στην εκκλησία, η Νοέμι σηκώνεται τώρα. Καλός ο καιρός, Έφις! Πώς πάει εκεί κάτω;» «Καλά, καλά, δόξα τω Θεώ, όλα καλάΑκόμη και η κουζίνα ήταν παμπάλαια: ευρύχωρη, χαμηλοτάβανη με σταυρωτά δοκάρια στο ταβάνι μαυρισμένα από την καπνιά.

Το ανθρωπάκι όμως, που μαγείρευε σκυμμένο μακαρόνια, σήκωσε τα θλιμμένα του μάτια και ο Τζατσίντο γέλασε και κοίταξε τα δοκάρια της στέγης. «Ξέρεις Έφις, τις πρώτες μέρες που ήρθα εδώ, ενοικιαστής αυτού εδώ του καλού άνθρωπο του Θεού, προσπάθησα στ’ αλήθεια να κρεμαστώ.

Ένας έπαθε από ασφυξία φαίνεται, ένα μικρόνε εργάτη τον πατήσανε, τους άλλους τους σκοτώσανε τα δοκάρια τη στιγμή που γκρεμίστηκε η στέγη. Ποιος ξέρει αν μέσα στα χαλάσματα δεν είναι κι άλλοι νεκροί και πληγωμένοι! ΦΙΝΤΗΣ Ω! δυστυχία. Ω! κατάρα. ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Πρωτήτερα που σας έλεγα, κ. εργοστασιάρχη, πως τα καζάνια δε βαστούνε, πως θέλουν άλλαγμα, πως είναι παλιά, δε μ' ακούγατε.

Ούτε καμμιά άλλη εργόχειρα με τόση τέχνη κάνει, ούτε καμμιά στον αργαλειό, φασμένο με το χτένι κόβει πανί τόσο κρουστό απ' τα ψηλά δοκάρια, ούτ' άλλη ξέρει να κτυπά τόσο καλά το υφάδι κ' υφαίνοντας να τραγουδή την Άρτεμι με χάρη και την τεχνήτραν Αθηνά, καμμιά σαν την Ελένη που μέσ' στα δυο ματάκια της οι πόθοι είνε κρυμμένοι.