United States or Algeria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όμως παρήρχοντο τα έτη και ο κυρ-Δημάκης δεν έκρινε καλόν ν' αποκαλύψη το μυστικόν των. — Θα σας πω εγώ πότες. Επανελάμβανε πάντοτε. Η ωραία Ματώ, φιλοτεχνούσα τα προικιά της τας νύκτας του χειμώνος, παρά την εστίαν, ηρώτα πολλάκις την μητέρα της. — Θα μας πη ο κυρ-Δημάκης, πλαδίτσα μου, θα μας πη, κοτίτσα μου. Έχει τα δέκατα τώρα. Δεν αδειάζει· έχει δουλειές! Απήντα η γραία, καθησυχάζουσα αυτήν.

Αλλά το ονάριον ως να επλήγη οδυνηρώς υπό των γυναικείων εκείνων φωνών καταπτοηθέν έλαβε ταχέως την κατωφέρειαν, και τρικλίζον έγεινεν άφαντον εις τον κάμπον. — Το πήρε το Ματώ, κορίτσια, το παίρνει ο κυρ-Δμάκης, ανεκραύγαζεν η γραία Φουλίτσα, δυσκόλως αναπνέουσα από τον βιαστικόν δρόμον: — Θα δέσουν παντρειές τα Χριστούγεννα, μου το είπεν η μάννα της!

Ούτω με τα πότε ο κυρ-Δημάκης έχει τα δέκατα, πότε ο κυρ-Δημάκης θα πάρη τα δέκατα, παρήρχοντο τα έτη, και η ωραία Ματώ εμεγάλωνε και μετ' αυτής και η μαύρη ελήτσα, την οποίαν είχεν εις την αριστεράν παρειάν.

Το τελευταίον εφαίνετο πιθανώτερον, εις τους πάντοτε υπόπτους γείτονας, εν ώ έβλεπον την φιλαργυρίαν του δεκατιστού και γλισχρότητα. Η μακρυνή εκείνη συγγενής του, εις την οικίαν της οποίας κατώκει τώρα τόσα έτη, είχεν ωραίαν, ως είπομεν, ολοστρόγγυλην κόρην, την σεμνήν Ματώ με την μαύρην ελήτσα εις την αριστεράν παρειάν, την οποίαν υπεσχέθη, φαίνεται, ο κυρ- Δημάκης να λάβη σύζυγον.

Διά τούτο περιωρίσθη εν τη οικία απωτέρας τινός συγγενούς του, της γραίας Αχτίτσας, προς ην μετέβη άμα ελθών εις την νήσον. — Θα με έχετε τώρα εδώ. Είπε προς την γραίαν ο κυρ-Δημάκης, χαιρετίζων αυτήν, και την νεαράν κόρην της, την ωραίαν Ματώ, στρογγύλην κ' ευτραφή μοναχοθυγατέρα, είκοσιν ετών, με μίαν ελήτσαν χαριτωμένην εις την αριστεράν παρειάν. — Μακάρι! Ηυχήθη η γραία μετά χαράς.

Ουφ! κύτταξε! υπεκρίθη η πολυπράγμων Φουλίτσα, άλλο ήθελα να πω, και άλλο είπα. Νά, λέει, παίρνεις τον κυρ-Δμάκη, τον δεκατιστή. — Να σ' πω, Φουλίτσα, απήντησε μετά τινος αορίστου υπερηφανείας η Αχτίτσα, ανύποπτος. Να πούμε και την μαύρ' αλήθεια. Το Ματώ μ' είναι ώμορφο. Πολλοί μου το γυρεύουν. Το ξέρει όλος ο κόσμος, θαρρώ. Τον κυρ- Δμάκη τον γνωρίζω τώρα χρόνια και ζαμάνια.

Κάτω εις την πολίχνην, όπου ο Γιάννης ήτο ευθυμία και χαρά των σπητιών, ο ίδιος εγέλα θορυβωδέστερον όταν συνήντα ένα από τους περιπλανωμένους του χωριού, σχεδόν ομοιοπαθή του, ή τον Ζαχαρίαν τον Κούκον, ή τον Τάσον τον Νικολήν, ή τον Ματώ απ' τον Απάνω Μαχαλάν. Τότε άνοιγε πράγματι η καρδιά του.