Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025
Ο μεσημβρινός καύσων, ευαρέστως μετριαζόμενος από το σκότος του δωματίου, η άκρα σιωπή, διακοπτομένη από μόνην έξω των τεττίγων την μονότονον μουσικήν, εντός δε της οικίας από τας ελαφράς κινήσεις της παππαδιάς τοποθετούσης τα πινάκια εις την θέσιν των, — ο κάματος του χορτασθέντος παππά, — ο απαλός επί του καναπέ τάπης, τα πάντα προσεκάλουν τον ύπνον.
Άμα απήλθεν η Αμέρσα, η Φραγκογιαννού, ζαρωμένη πλησίον της γωνίας μεταξύ της εστίας και του λίκνου, έχασεν εκ νέου τον ύπνον της, και ήρχισε να συνεχίζη τους πικρούς και πόρρω πλανωμένους διαλογισμούς της.
Της έστρωσεν ένα παλαιόν κιλίμι, μίαν τριμμένην τσέργαν, ένα μικρόν σινδόνι, της έβαλε μίαν προσκεφαλάδα σκληράν, με γέμισμα από λινόξυλα, και της ευχήθη καλήν νύκτα και «ύπνον ελαφρόν». Ελαφρός ή βαρύς, ο ύπνος της Φραγκογιαννούς δεν ήτο δυνατόν να ήτο εύκολος ούτε ευάρεστος, ευρισκομένης εις τοιαύτην ταραχήν και τοιούτον τρόμον.
Παράδοξα όνειρα ετάραττον της πτωχικής κορασίδος τον ύπνον, ουχί πλέον η καλή Λιόββα ηδονάς ανεξάντλητους υποσχομένη, αλλά δαίμονες επισείοντες κέρατα φοβερά ή άγγελοι κρατούντες διστόμους ρομφαίας. Οτέ μεν ήλπιζε τας αγαλλιάσεις του Παραδείσου, οτέ δε εφοβείτο τους όνυχας του Διαβόλου· επί μίαν ημέραν επίστευεν εις τας αληθείας του χριστιανισμού από του Ευαγγελίου μέχρι των θαυμάτων του Αγ.
Ο καπετάν Λιμπέριος επάνω εις τον ύπνον του, εξαφνισθείς από τας αγρίας πνοάς του χειμερινού νότου εκείνου, κατέβη αμέσως εις τον λιμένα και εις ένα βράχον επάνω θαλασσωμένος, ξεσκούφωτος, και με τα άσπρο του εσώβρακον, σαν ο βρυκόλακας του λιμανιού, προσεπάθει να διασώση το ωραίον πλοιάριον, το οποίον παρασυρθέν είχε διπλαρώσει επάνω εις την βραχώδη ακτήν του λιμένος.
ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Αλοίμονον! πώς είσαι συ, 'πού 'ς το άδειο τα μάτια προσηλόνεις, και με τον άυλον αέρα λόγους έχεις; Άγριο το πνεύμα σου 'ς τα μάτια σου προβάλλει, και ως στρατιώταις 'ς τον ύπνον, αν βοή πολέμου τους εξαφνίση, ομοίως και τα πλαγιασμένα μαλλιά σου, ωσάν ζωήν τα εκφύματα να είχαν, ορθά πετιούνται· Αμλέτ', ευγενικό παιδί μου, μέσα 'ς της ταραχής την φλόγα, οπού σε καίει, ράνε ψυχρήν υπομονήν.
Εις τον ήχον εκείνον πλήθος οφθαλμών μαύρων, κυανών, φαιών ή καστανοχρόων αποτινάξαντες τον ύπνον, ήστραψαν ως αστέρες εις το ημίφως του θαλάμου, προσηλούμενοι μετά περιεργείας επί των δύο απροσδοκήτων ξένων.
Ομοίως δε ουδέν δύναται να κοιμάται πάντοτε, διότι ο ύπνος είναι πάθος της αισθητικής δυνάμεως, όπερ είναι τρόπον τινά δέσμευσις αυτής και ακινησία. Διότι και πάντα τα γένη των ιχθύων και τα μαλάκια παρετηρήθησαν ότι κοιμώνται και πάντα τα άλλα, όσα έχουσιν οφθαλμούς• διότι είναι φανερόν ότι και τα σκληρόφθαλμα και τα έντομα κοιμώνται. Πάντα όμως τα τοιαύτα έχουσιν ολίγον ύπνον.
Επί πολλάς νύκτας η Φραγκογιαννού δεν είχε δώσει ύπνον εις τους οφθαλμούς της, ουδέ εις τα βλέφαρά της νυσταγμόν, αγρυπνούσα πλησίον του μικρού πλάσματος, το οποίον ουδ' εφαντάζετο ποίους κόπους επροξένει εις τους άλλους, ουδέ πόσα βάσανα έμελλε να υποφέρη, εάν επέζη, και αυτό.
Εγώ του επαράστησα το αδύνατον που ήτον να εύρη μίαν που εις τον ύπνον του είδε, χωρίς να ηξεύρη ποία ήτον, και εις ποίον τόπον εκατοικούσεν. Αυτός μου απεκρίθη πως δεν είνε άλλο παρά να μισεύσωμεν μαζί, και να πάμε από βασίλειον εις βασίλειον ερευνώντας, και ή να ημπορέση να την εύρη ή να αποθάνη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν