United States or Cayman Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αι, τώρα πατέρα, τελείωσαν τα ψεύματα. Θα με στείλης εις το Παρίσι. Αι τρείς αύται φράσεις, κραυγαί μάλλον ή προσφωνήσεις, υποδέχονται τον Περδίκην εισερχόμενον εις την αίθουσαν, όπου η σύζυγος και τα τέκνα του ετελείωσαν προ μικρού το πρόγευμά των.

Αλλ' εις ολίγον έρχεται οπίσωτον Ρωμαίον, που τον επήρεν ο θυμός κ' εκδίκησιν γυρεύει, και πιάνονται και πολεμούν 'σαν αστραπή κ' οι δύο. Πριν σύρω έξω το σπαθί κ' εγώ να τους χωρίσω, θανατωμένος έπεσετο χώμα ο Τυβάλτης, κ' εκεί αμέσως στρέφεται και φεύγει ο Ρωμαίος. Εάν σου είπα ψεύματα, να χάνω την ζωήν μου.

ΜΑΚΒΕΘ Λέγε μου το! ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ Εκεί που είχα να φρουρώτην κορυφήν τον λόφου, προς την Βιρνάμην έβλεπα, και έξαφνα μ' εφάνη ότι το δάσος προχωρεί. ΜΑΚΒΕΘ Κατηραμένε, ψεύτη! ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ Εάν σου λέγω ψεύματα, να πέσωτην οργήν σου! Αυθέντα, βλέπεις κ' έρχεται, εδώ και τρία μίλια. — Σου λέγω, δάσος κινητόν!

ΓΡΗΓΟΡΗΣ Είδε μη, εδώ είμαι εγώ, Κύριε! Ο αυθέντης μου εί- ναι όσον καλός είναι και ο ιδικός σου. ΑΒΡΑΑΜ Δεν είναι καλλίτερος από τον ιδικόν μου. ΣΑΜΨΩΝ Πολύ καλά, Κύριε. ΓΡΗΓΟΡΗΣ Ειπέ του ότι είναι καλλίτερος, κ' έρχεται ένας συγ- γενής του αυθέντου μας. ΣΑΜΨΩΝ Μάλιστα, Κύριε, είναι καλλίτερος από τον ιδικόν σου. ΑΒΡΑΑΜ Ψεύματα λέγεις!

Παρακαλώ, παππού, πάρε μου δάσκαλον να με μάθη να λέγω ψεύματα. Πώς ήθελα να μάθω να λέγω ψεύματα! ΛΗΡ Αν ειπής ψεύμα. κύριε, θα σε ξυλίσω. ΓΕΛΩΤ. Δεν ημπορώ να καταλάβω τι συγγένειαν έχεις με ταις κόραις σου. Εκείναις με ξυλίζουν, διότι λέγω την αλήθειαν· εσύ θέλεις να με ξυλίσης, αν ειπώ ψεύμα. Κάποτε ταις τρώγω, διότι δεν λέγω τίποτε. Ήθελα να είμαι κάθε άλλο παρά τρελλός.

Ψεύματα; απήντησεν η κυρία Μαρή, υψούσα τους ώμους. Ημείς με όλα μας τα καλά . . . με τα πλούτη μας, με ωραίο σπίτι, με αμάξια, μαγείρους, υπηρέτας, τα έχομεν αιωνίως κατεβασμένα, 'σαν να έχωμεν πένθος· και αν δεν έλθη κανείς ξένος να μας ίδη, δεν ανοίγομεν το στόμα μας ώραις.

Η χριστιανική αύτη διαγωγή του μικρού Κώστα, και η αφέλεια, με την οποίαν εβεβαίωσε τότε τον Γεροστάθην ότι κατά συμβουλήν της μητρός του ποτέ δεν λέγει ψεύματα , επέσυραν την προς αυτόν συμπάθειαν του αγαθού Πέτρου.

Ήλθα να περάσω εδώ την νύκτα. — Και εκείνη έφυγε! τω είπε μετά μεμπτικού τόνου ο άνθρωπος. — Έφυγεν, αλλ' ήλθεν. — Ήλθε; — Βέβαια. — Πού είνε; — Εκεί. — Αλήθεια; — Αλήθεια. — Δεν με γελάς; — Ο Πρωτόγυφτος δεν λέγει ψεύματα. — Και πώς έγεινε τούτο; — Θα σοι το διηγηθώ άλλην φοράν. — Και τώρα; — Τώρα να φύγης απ' εδώ, και να μας παραχωρήσης την φωλεάν σου. — Διατί; — Διά να μη σε γνωρίση.

Διότι, λέγουσι, δεν είναι φυσικόν να φονεύεται ο αληθής πατήρ παρά του παιδός του. Τοις είναι απηγορευμένον να ομιλώσι περί των πραγμάτων εκείνων τα οποία δεν τοις επιτρέπεται να πράττωσι. Το ψεύδος θεωρείται παρ' αυτών ως αισχρότατον ελάττωμα· έπειτα έρχονται τα χρέη, και τούτο διά πολλάς αιτίας, αλλά προ πάντων, ως λέγουσιν, ένεκα της ανάγκης εις ην ευρίσκεται ο οφειλέτης να είπη ψεύματα.