United States or Caribbean Netherlands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η διήγησίς του είναι αφελής, παραστατική και ζωγραφική· διά να μεταχειρισθώ φράσιν του, δεν είναι δυσπρόσιτος, επίσημος και ξένη, αλλά δημοτική, έρχεται απ' ευθείας εις συνάφειαν με την καρδίαν, συνεννοείται κάλλιστα με αυτήν και την μαγεύει· το κάθε τι μεταβάλλεται εις κίνησιν και λαμβάνει ζωήν· τρέχουν προ της φαντασίας του τα σπιτάκια από το βουνό διά να παραταχθούν και σχηματίσουν την κομψήν πόλιν· η αφέλεια της διηγήσεώς του θωπεύει ως αφελές παιδίον και πρόσκειται εναγκαλιζομένη την καρδίαν ως το ευπρόσιτον και μαγικόν του λαού στόμα.

Λέει με στίχους τον τρόπο και τον καιρό που έπρεπε να σπέρνουν και να θερίζουν οι παλιοί μας. — Έσπερναν λοιπόν κ' εκείνοι; ρώτησε ο νέος με παιδιάτικη αφέλεια. Η κόρη τον κύτταξε κατάματα για να μάθη αν της μιλούσε σοβαρά. — Έχεις δίκιο· είπε σε λίγο κουνώντας το κεφάλι της· θα μαίνουμαι μάλιστα πώς δε ρωτάς κι αν έτρωγαν ακόμη.

Η χριστιανική αύτη διαγωγή του μικρού Κώστα, και η αφέλεια, με την οποίαν εβεβαίωσε τότε τον Γεροστάθην ότι κατά συμβουλήν της μητρός του ποτέ δεν λέγει ψεύματα , επέσυραν την προς αυτόν συμπάθειαν του αγαθού Πέτρου.

Οι σκηνές, που ξετυλίγονται σε κάθε κεφάλαιο και παρουσιάζονται με την πιο καλλιτεχνική αφέλεια και φυσικότητα, είναι χαριτωμένες ζωγραφιές αγροτικής ζωής και μας δείχνουν καθαρά πόσο βασιλεύει σ' αυτές το αίσθημα της ομορφιάς και της αλήθειας μαζί. Δεν πλέκονται στο έργο τούτο περιστατικά βγαλμένα από ζωή πολυτάραχη, όπως γίνεται στο νεώτερο μυθιστόρημα.

Εις τούτο συνετέλει ίσως και η έμφυτος ευθύτης και αφέλεια του χαρακτήρος του. Μη δυνάμενος να υποκριθή ή να υποκρύψη αυτός, επίστευεν ευκόλως ό,τι και οι άλλοι έλεγον. Ήτο παροιμιώδης η ευκολία, με την οποίαν εγίνετο θύμα των φίλων του καθ' εκάστην πρώτην Απριλίου. Προητοιμάζετο ο άνθρωπος από την παραμονήν, αλλ' αι προφυλάξεις δεν ωφέλουν.

Ο Αμλέτος αγαπά την Οφηλίαν, διότι εις αυτήν βλέπει, εν τω μέσω της γενικής πλαστότητος και διαφθοράς, να σώζεται ακόμη η δροσερότης και η αφέλεια της φύσεως· την αγαπά διότι εις την σωματικήν καλλονήν και χάριν ανταποκρίνονται αγνή ψυχή και ωραία διάνοια ικανή να εννοήση και να εκτιμήση τα έξοχα προτερήματά του.

Φουστανελλάς ως εκεί απάνω, καμμιά πενηνταριά χρόνων κ' ακόμα, ξεραγκιανός και μαυροδέματος, ο Δημήτρης Πουρναράς, χωριάτης απ' αυτούς που βρίσκεις με το σωρό στα χωριά. Αγάλι' αγάλια η κουβέντα μας ζωντάνεψε, και με την παιδιάστικη εκείνη αφέλεια των χωρικών, μου διηγήθηκε σε λίγα λόγια τη ζωή του και τα βάσανά του. Η φαμελιά του είταν από τις πρώτες στο δήμο του.

Καίτοι όμως η Α. Μεγαλειότης απείχε της χορευτικής διασκεδάσεως των προσκεκλημένων της, ήτο περιχαρής, ως πάντοτε, και φαιδροτάτη, προσηνής και ομιλητική, η δε αγαθή της μορφή, εφ' ης τοσούτον εύχαρις θάλλει έτι της νεάνιδος η αφέλεια, υφ' όλην την αίγλην της ηγεμονικής μεγαλειότητος, ενεθάρρυνε διά διαρκούς ιλαρού μειδιάματος τον εύπτερον όμιλον, όστις ήρχετο και παρήρχετο στροβιλίζων ενώπιόν της.

Είναι ανατίρρητον ότι ο Αλής, ο ανήμερος εκείνος λύκος, ηγάπησε την Βασιλικήν μόλις παραδοθείσαν εις χείρας του, είτε διότι προησθάνετο ποίον ευωδέστατον άνθος έμελλε να εκφανισθή εκ του κάλυκος εκείνου, είτε διότι απ' αρχής τον κατεγοήτευσεν η έμφυτος αφέλεια της επταετούς παρθένου.

Κ' εφ' όσον απεμακρύνετο ο βλάχος, το τραγούδι ήχει εις την λαγκαδιά, γλυκύτερον και περιπαθές όσον η ποίησις και η αφέλειά του. Ο Δημήτρης, ο οποίος ήλπισεν επί στιγμήν ότι ο βλάχος θα διήρχετο πλησίον του και θα τον εβοήθει, ήδη ότε τον ήκουεν απομακρυνόμενον, κατέπεσεν εις εντελή απελπισίαν. — Εδώ θα χαθώ! εψιθύριζεν από καιρού εις καιρόν μετά πικρίας.